Σε terra incognita οι Ηνωμένες Πολιτείες μετά την πρώτη στα χρονικά απαγγελία κατηγοριών για ομοσπονδιακά εγκλήματα σε βάρος πρώην προέδρου, με τους θεσμούς και το δικαστικό σύστημα να δοκιμάζονται και την εκστρατεία για την προεδρική κάλπη του 2024 να λαμβάνει πρωτοφανή στα χρονικά μορφή. Ο Ντόναλντ Τραμπ, κυρίαρχος διεκδικητής του ρεπουμπλικανικού χρίσματος, δεν δίνει μάχη για να «σώσει» την Αμερική, αλλά τον εαυτό του. Και μέσω της πάγιας στρατηγικής της θυματοποίησης και της απαξίωσης της δικαστικής και εκτελεστικής εξουσίας έρχεται να θέσει σε κίνδυνο τη Δημοκρατία, ενόσω παραμένει ανοιχτό το τραύμα που ήδη υπέστη με την εισβολή στο Καπιτώλιο.
Η ιστορικότητα των στιγμών, και η αγωνία για τις προκλήσεις και τους κινδύνους που παραμονεύουν για τις Ηνωμένες Πολιτείες, αντικατοπτρίζονται σε δηλώσεις μετριοπαθών βουλευτών και γερουσιαστών από τους κόλπους αμφότερων των Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών, καθώς και σε δημοσιεύματα τόσο του προοδευτικού, όσο και συντηρητικού Τύπου. Δημοκρατικοί, Ρεπουμπλικανοί και ανεξάρτητοι, σύσσωμοι καλούνται να αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί ως δημόσια πρόσωπα προς διασφάλιση ότι η χώρα δεν θα παρασυρθεί σε «αβύσσους».
Ο εμπρηστικός λόγος Τραμπ και τα περί πολιτικού διωγμού στα πρότυπα φασιστικών ή κομμουνιστικών καθεστώτων από την πιο διεφθαρμένη στα χρονικά κυβέρνηση υπό τον Τζο Μπάιντεν και τους υποτελείς της στο δικαστικό σώμα συνιστούν ακραία δημαγωγία από έναν τέως πρόεδρο που διεκδικεί την επανεκλογή του επιμένοντας έως και σήμερα στο αφήγημα ότι η νίκη Μπάιντεν το 2020 ήταν προϊόν νοθείας. Το ίδιο πιστεύει ο «στρατός» των υποστηρικτών του, καθώς έχει καταφέρει να πείσει την ακλόνητη βάση των ψηφοφόρων του ότι κάθε δίωξη εις βάρος του είναι πολιτικά υποκινούμενη από ένα διεφθαρμένο πολιτικό-δικαστικό σύστημα -ένα βαθύ κράτος που κατά δήλωσή του θα επιστρέψει για να ξεριζώσει.
Η προοδευτική διάβρωση της εμπιστοσύνης των Αμερικανών -και δη των Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων- στους πολιτικούς και δικαστικούς θεσμούς ήταν ήδη κληροδότημα του Τραμπ αποτυπωμένο στις μετρήσεις. Μπροστά στη νέα «σταυροφορία» που έχει τώρα ξεκινήσει -καθώς για πρώτη φορά πράγματι θα μπορούσε να βρεθεί στη φυλακή και «χρειάζεται» πάση θυσία την προεδρία ως «άσυλο»- η αξιοπιστία του δικαστικού συστήματος και της έννομης τάξης κινδυνεύουν όπως ποτέ πριν. Πολλοί έχουν επικρίνει την αμερικανική Δικαιοσύνη για συστημικό ρατσισμό έως αναποτελεσματικότητα, αλλά δεν ήταν πρώην πρόεδροι. Όταν οι Ρίτσαρντ Νίξον και Μπιλ Κλίντον ήλθαν ενώπιόν της ακολούθησαν μία επιθετική υπεράσπιση, αλλά δεν αμφισβήτησαν το δικαστικό σύστημα στο σύνολό του, ούτε διακήρυξαν ότι θα έλθουν να γκρεμίσουν τα θεμέλιά του.
Μετά την ποινική δίωξη για τα απόρρητα έγγραφα στο Μαρ-α-Λάγκο, η εκστρατεία Τραμπ για το ρεπουμπλικανικό χρίσμα έχει συνδεθεί άρρηκτα με τη γραμμή υπεράσπισης του έναντι του ομοσπονδιακού κατηγορητηρίου που βασίζεται κυρίως στο νόμο περί κατασκοπείας. Η μάχη επιστροφής στον Λευκό Οίκο παύει να αποτελεί μία «απλή» εκστρατεία και δίψα εκδίκησης για την… κλεμμένη νίκη του 2020, αλλά συνιστά πλέον ζήτημα «επιβίωσης».
Εν μέσω ενός ομολογουμένως πρωτοφανούς σκηνικού, οι αντίπαλοί του για το χρίσμα, και τα ηγετικά στελέχη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, θα πρέπει να (ξανα)σταθμίσουν τη στάση τους έναντι του τέως προέδρου, καθώς έρχονται ημέρες και μήνες που θα έχουν καθοριστικές συνέπειες για το μέλλον της ίδιας της συντηρητικής παράταξης, όπως αποτυπώνεται σε άρθρα και αναλύσεις από τους New York Times και το CNN έως το 19FortyFive. Και η αρχή, κατά τους αναλυτές, θα πρέπει να γίνει με την παραδοχή της αλήθειας: Κανείς δεν«έκλεψε» από τον Ντόναλντ Τραμπ τις εκλογές το 2020. Όποιος βρει το θάρρος να το πει θα μπορούσε να χάσει το χρίσμα, όμως θα προσέφερε πολύ μεγαλύτερη υπηρεσία στις ΗΠΑ και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα.
Ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, και το επιτελείο του στο Λευκό Οίκο κρατούν «αποστάσεις ασφαλείας» για να μην τροφοδοτήσουν τους ισχυρισμούς Τραμπ ότι είναι το «θύμα του μεγαλύτερου κυνηγιού μαγισσών στην Ιστορία». Στη «δεξαμενή» βουλευτών, γερουσιαστών και στελεχών των στελεχών των Δημοκρατικών η ικανοποίηση είναι σχεδόν καθολική για τη παραπομπή Τραμπ και την επιβεβαίωση της αρχής ότι ουδείς είναι υπεράνω του νόμου, όμως η αγωνία είναι εμφανής για το ποιες μπορεί να είναι τελικά οι συνέπειες για τη χώρα, ακόμα και για το ίδιο τους το κόμμα.
Χαρακτηρίζουν τον Ντόναλντ Τραμπ «μηχανή» πόλωσης, διαίρεσης και χάους, και η ανησυχία των περισσότερων εδράζεται σε ενδεχόμενες βίαιες αντιδράσεις εκ μέρους των υποστηρικτών του και πιθανής αναταραχής με τα χαρακτηριστικά της εισβολής στο Καπιτώλιο. Η παράδοση Τραμπ στο δικαστήριο του Μαϊάμι για την απαγγελία του κατηγορητηρίου δεν συνοδεύτηκε από ένταση, όμως αρκετοί Δημοκρατικοί προβλέπουν ότι κάποια στιγμή η υποψηφιότητα Τραμπ μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερο χάος.
Και μόνο το γεγονός ότι στο δημόσιο διάλογο, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στον Τύπο έχει «ανοίξει» μία συζήτηση σε επιχειρηματικούς και πολιτικούς κύκλους περί ενδεχόμενου κινδύνου διολίσθησης της χώρας σε κάποια μορφή εμφυλίου πολέμου -κάτι που κατ’ ορισμένες εκτιμήσεις είναι πιθανό αν και όχι αναπόφευκτο, και κατ' άλλες απίθανο- αντανακλά την κρισιμότητα των στιγμών και το συνολικό διακύβευμα για τις ΗΠΑ.
Διαβάστε επίσης
Γιατί ο Τραμπ διώκεται βάσει του νόμου περί κατασκοπείας;
Ιστορικές στιγμές στις ΗΠΑ - Αθώος δηλώνει ο Τραμπ
Τραμπ, Μπάιντεν και Χίλαρι Κλίντον: Οι φάκελοι των απόρρητων εγγράφων
«Φωτιές» ανάβει στην κούρσα για το ρεπουμπλικανικό χρίσμα το κατηγορητήριο κατά Τραμπ