Σε ένα διαφορετικό ρεπουμπλικανικό «σύμπαν», ένα εξαιρετικά βαρύ κατηγορητήριο ενάντια στο καθαρό φαβορί για το προεδρικό χρίσμα, που επί της ουσίας αφορά σε υπονόμευση της εθνικής ασφάλειας των Ηνωμένων Πολιτειών, θα ερχόταν ως «δώρο» για τους εσωκομματικούς αντιπάλους του. Όχι, όμως στις πολιτικές συνθήκες του σήμερα, και όχι όταν κατηγορούμενος είναι ο Ντόναλντ Τραμπ.
Οι ομοσπονδιακές κατηγορίες κατά του τέως προέδρου των ΗΠΑ έρχονται εν είδει «πολιτικού σεισμού» για τη ρεπουμπλικανική κούρσα, καθώς όχι μόνο στρέφουν ξανά όλα τα «φώτα» στον Τραμπ εν όψει της προεδρικής κάλπης του 2024, αλλά «υποχρεώνουν» τους περισσότερους αντιπάλους του σε δύσκολες ασκήσεις ισορροπίας για να τον υποστηρίξουν, ίσως τρόπον τινά μέχρι και τους «παροπλίζουν».
Στο ταραγμένο ρεπουμπλικανικό πολιτικό σκηνικό που έχει πλήρως αναδιαμορφώσει μετά την αρχική εκλογική του κάθοδο ο Ντόναλντ Τραμπ, επιβεβαιώνεται για μία ακόμη φορά το φαινόμενο που θέλει τους ίδιους τους ανθρώπους που θέλουν να τον ανατρέψουν να σπεύδουν συχνά να τον υπερασπιστούν στις στιγμές βαθιάς πολιτικής αδυναμίας του. Και ο «κόσμος» του Τραμπ το γνωρίζει καλά, και το εκμεταλλεύεται.
Οι συνυποψήφιοι του Τραμπ πιο πολύ φοβούνταν, παρά έβλεπαν ως ευκαιρία να τον παραγκωνίσουν, την ποινική δίωξη με την οποία βρίσκεται αντιμέτωπος αναφορικά με την κατοχή και απόκρυψη απόρρητων εγγράφων στο Μαρ-α-Λάγκο -η οποία και σηματοδοτεί την πρώτη φορά που πρώην πρόεδρος αντιμετωπίζει κατηγορίες σε ομοσπονδιακό επίπεδο.
Χωρίς να περιμένουν καν να ανακοινωθεί επίσημα το ακριβές κατηγορητήριο, οι περισσότεροι εκ των βασικών αντιπάλων του είχαν σπεύσει να στραφούν κατά του υπουργείου Δικαιοσύνης, εξαπολύοντας από αιχμές έως ανοιχτές κατηγορίες περί εργαλειοποίησης της Δικαιοσύνης από την κυβέρνηση Μπάιντεν, και αφήνοντας τον ίδιο τον Ντόναλντ Τραμπ στο απυρόβλητο.
Αλλά και όταν πλέον το κατηγορητήριο δημοσιοποιήθηκε και έγινε γνωστό ότι στα έγγραφα περικλείονταν φάκελοι με ευαίσθητα στρατιωτικά μυστικά και πληροφορίες για το πυρηνικό πρόγραμμα των ΗΠΑ, οι Ρεπουμπλικανοί στην πλειονότητά τους άφησαν στην άκρη τη βαριά φύση των κατηγοριών, και επικέντρωσαν τις αντιδράσεις τους σε καταγγελίες για «δύο μέτρα και δύο σταθμά» παραπέμποντας στα απόρρητα έγγραφα που έχουν εντοπιστεί σε κατοικία και ιδιωτικό γραφείο του Τζο Μπάιντεν, καθώς και το «φάκελο» των email της Χίλαρι Κλίντον, παρόλο που νομικά, πολιτικά, αλλά και επί της ουσίας, οι υποθέσεις δεν συμψηφίζονται, και σε κάθε περίπτωση οι τελευταίοι δεν παρεμπόδισαν το έργο της Δικαιοσύνης.
Η αρχική αντίδραση ήταν σε μεγάλο βαθμό προβλέψιμη. Μπροστά στο «φαινόμενο» Τραμπ, οι αντίπαλοι για το χρίσμα βρέθηκαν απέναντι στην άβολη επιλογή του να ενταχθούν στο «χορό» βουλευτών και γερουσιαστών, καθώς και ηγετικών στελεχών του κόμματος, που συσπειρώθηκαν τάχιστα γύρω του ή να διακινδυνεύσουν να θεωρηθεί πως δεν στηρίζουν το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα σε στιγμή μείζονος κρίσης, και φυσικά να αποξενώσουν τη συμπαγή βάση των ψηφοφόρων του κινήματος MAGA που όλοι προσπαθούν να προσελκύσουν.
Ακόμη και ο τέως αντιπρόεδρος Μάικ Πενς που υπηρέτησε επί Τραμπ και σήμερα διεκδικεί το χρίσμα -και ο οποίος έχει δημόσια προειδοποιήσει ότι «δεν πρέπει ποτέ ξανά» ο τέως πρόεδρος να κρατήσει τα ηνία των ΗΠΑ- στην πρώτη αντίδρασή του στράφηκε κατά του υπουργείου Δικαιοσύνης, χαρακτηρίζοντας «εντελώς απαράδεκτο» το γεγονός ότι σχεδόν επί ένα 24ωρο δεν είχε ανακοινωθεί επίσημα το ακριβές κατηγορητήριο.
Ο Μάικ Πενς τόνισε ότι ο υπουργός Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, Μέρικ Γκάρλαντ, θα έπρεπε να είχε σταθεί άμεσα ο ίδιος ενώπιον των Αμερικανών και να αποσφραγίσει το κατηγορητήριο, «και ο αμερικανικός λαός μπορεί να κρίνει μόνος του εάν πρόκειται για το τελευταίο περιστατικό εργαλειοποίησης και πολιτικοποίησης του υπουργείου Δικαιοσύνης ή κάτι άλλο». Το κατηγορητήριο ανακοινώθηκε τελικώς το βράδυ της Παρασκευής από τον διορισθέντα από το υπουργείο Δικαιοσύνης εισαγγελέα Τζακ Σμιθ.
Διαβάστε αναλυτικά
Το κατηγορητήριο κατά Τραμπ: Οι απόρρητοι φάκελοι για τα πυρηνικά και η τοξική υποψηφιότητά του
Όμως, ακόμη και αυτό το μικρό «παράθυρο» που άφησε ο Μάικ Πενς για «κάτι διαφορετικό» δεν υπήρξε στις πρώτες δηλώσεις έτερων βασικών διεκδικητών για το χρίσμα, περιλαμβανομένου του κύριου αντιπάλου του Τραμπ, Ρον ΝτεΣάντις. «Η εργαλειοποίηση των ομοσπονδιακών υπηρεσιών επιβολής του νόμου συνιστά θανάσιμη απειλή για μία ελεύθερη κοινωνία. Επί χρόνια γινόμαστε μάρτυρες της άνισης επιβολής του νόμου με βάσει τις πολιτικές πεποιθήσεις», είπε ο κυβερνήτης της Φλόριντα, ο οποίος βλέπει επί μήνες την «πλάτη» του Τραμπ στις δημοσκοπήσεις.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο γερουσιαστής της Νότιας Καρολίνας Τιμ Σκοτ κατήγγειλε εξίσου την «εργαλειοποίηση του υπουργείου Δικαιοσύνης», λέγοντας ότι «δεν χρειάζεται να είσαι Ρεπουμπλικανός για να δεις την αδικία».
«Δεν πρέπει να επιδιώκεται έτσι η Δικαιοσύνη στη χώρα μας», ανέφερε την ίδια στιγμή η έτερη διεκδικήτρια του χρίσματος Νίκι Χέιλι, πρώην κυβερνήτης της Νότιας Καρολίνας και πρέσβειρα επί Τραμπ στα Ηνωμένα Έθνη. «Ο αμερικανικός λαός έχει εξαντληθεί από τις εισαγγελικές υπερβάσεις, τα διπλά μέτρα και σταθμά και τις πολιτικές βεντέτας» επισήμανε.
Υψηλόβαθμα στελέχη των Ρεπουμπλικανών έσπευσαν γρήγορα να συνταχθούν πίσω από τον Τραμπ, με τον πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων, Κέβιν Μακάρθι, να κάνει λόγο για «μαύρη ημέρα» για τις Ηνωμένες Πολιτείες και να κατηγορεί ανοιχτά τον Αμερικανό πρόεδρο, Τζο Μπάιντεν, για εκλογική παρέμβαση.
Αφότου η βαριά φύση των κατηγοριών έγινε γνωστή, η γραμμή αρκετών μπορεί ελαφρώς να μετριάστηκε, αλλά ουσιαστικά δεν άλλαξε. «Οι κατηγορίες θα διαταράξουν το έθνος γιατί αγγίζουν τον πυρήνα της ισονομίας για όλους, κάτι που δεν βλέπουμε σήμερα. Και δεν θα το ανεχθούμε» είπε ο Κέβιν Μακάρθι «δείχνοντας» στις υποθέσεις Μπάιντεν και Κλίντον, και αποτυπώνοντας τη στρατηγική που θα ακολουθήσουν οι Ρεπουμπλικανοί.
Για «δύο μέτρα και δύο σταθμά» μίλησε και ο ΝτεΣάντις σε μία πολύ προσεκτική αναφορά κατά τη διάρκεια προεκλογικής ομιλίας του στη Βόρεια Καρολίνα. «Η Χίλαρι είχε τα email. Υπάρχει κάποιο διαφορετικό καθεστώς ανάμεσα σε μία υπουργό Εξωτερικών των Δημοκρατικών και έναν Ρεπουμπλικανό πρόεδρο;», είπε δίχως να αναφερθεί ονομαστικά στον Τραμπ. Είτε θα έπρεπε να είχαν κατηγορηθεί και οι δύο, είτε κανένας, ήταν η αιχμή των πρώτων δημόσιων σχολίων ΝτεΣάντις μετά την ανακοίνωση του κατηγορητηρίου, επικρίνοντας την κυβέρνηση Μπάιντεν, αλλά χωρίς και να «αθωώνει» τον Τραμπ.
Εξαίρεση μεταξύ των διεκδικητών για το χρίσμα, ο πρώην κυβερνήτης του Νιου Τζέρζι και πάλαι ποτέ σύμμαχος του Τραμπ, Κρις Κρίστι, ο οποίος έχει στραφεί ανοιχτά κατά του Τραμπ, χαρακτηρίζοντας το κατηγορητήριο «καταστροφικό» και λέγοντας ότι δεν αρμόζει να είναι υποψήφιος για το ρεπουμπλικανικό χρίσμα. Αλλά και ο πρώην κυβερνήτης του Αρκάνσας, Έισα Χάτσινσον, απέρριψε τους ισχυρισμούς περί «πολιτικού διωγμού» του Τραμπ και επανέλαβε πως θα πρέπει να αποσυρθεί από την κούρσα.
Ο Μάικ Πενς, από την πλευρά του αφότου γνωστοποιήθηκε πως ο Τραμπ «κρατούσε» πληροφορίες για το πυρηνικό πρόγραμμα των ΗΠΑ, αλλά και μυστικά αρχεία για εχθρούς και συμμάχους, αρνήθηκε να κάνει οποιοδήποτε νέο σχόλιο όταν «πολιορκήθηκε» από τους δημοσιογράφους.
Συνωστισμός υποψηφίων και το «παράδοξο» Πενς
Πηγή φωτογραφίας: AP Photo/Charlie Neibergall, Meg Kinnard
Η κούρσα για το ρεπουμπλικανικό χρίσμα είχε ήδη «θερμανθεί» και προ του κατηγορητηρίου κατά Τραμπ, με τελευταία προσθήκη την υποψηφιότητα του τέως αντιπροέδρου Μάικ Πενς, την οποία και «ζύγιζε» επί έναν ολόκληρο χρόνο αποφασίζοντας τελικά την περασμένη εβδομάδα να δώσει το «παρών» παρά την αβυσσαλέα απόσταση που τον χωρίζει στις δημοσκοπήσεις από αμφότερους τους Ντόναλντ Τραμπ και Ρον ΝτεΣάντις.
Τα ονόματα του πρώην κυβερνήτη του Νιου Τζέρζι, Κρις Κρίστι, και του σχεδόν άγνωστου σε εθνικό επίπεδο κυβερνήτη της Βόρειας Ντακότα Νταγκ Μέργκαμ, προστέθηκαν επίσης τις τελευταίες ημέρες σε μία λίστα υποψηφίων που όσο μακραίνει, τόσο μεγαλύτερες γίνονται οι πιθανότητες να διασπαστούν οι ψήφοι και μην μπορέσει τελικά κανείς να νικήσει τον Ντόναλντ Τραμπ, πολλώ δε μάλλον μετά και το νέο κατηγορητήριο που θα «αξιοποιήσει» προς συσπείρωση των ήδη πιστών ψηφοφόρων του.
Ο Τραμπ διατηρεί καθαρό προβάδισμα στις μετρήσεις με ποσοστό 53%. Ο βασικός αντίπαλός του, κυβερνήτης της Φλόριντα, Ρον ΝτεΣάντις, έπεται με ποσοστό 26%. «Κοιτώντας» από… μακριά, ο νεοαφιχθείς στην κούρσα Μάικ Πενς, πρώην κυβερνήτης της Ιντιάντα και αντιπρόεδρος του Τραμπ, διαγκωνίζεται για την τρίτη θέση με την πρώην κυβερνήτη της Νότιας Καρολίνας Νίκι Χέιλι. Αμφότεροι συγκεντρώνουν ποσοστό μόλις 6%.
Κοντά στο 2% κυμαίνεται ο Κρις Κρίστι, ενώ ακόμη πιο «αόρατοι» δημοσκοπικά είναι οι υπόλοιποι υποψήφιοι, στους οποίους συγκαταλέγονται ο γερουσιαστής της Νότιας Καρολίνας Τιμ Σκοτ, ο πρώην κυβερνήτης του Αρκάνσας Έισα Χάτσινσον, ο κυβερνήτης της Βόρειας Ντακότα Νταγκ Μέργκαμ, καθώς και πολυεκατομμυριούχος επιχειρηματίας στον τομέα της βιοτεχνολογίας Βιβέκ Ραμασουάμι.
Διατελέσαντες αντιπρόεδροι -όπως και στην περίπτωση του Τζο Μπάιντεν- παραδοσιακά διεκδικούν με… φόρα το προεδρικό χρίσμα, όμως όχι μόνο ο κανόνας έσπασε στην περίπτωση του Μάικ Πενς, αλλά είναι και ο πρώτος αντιπρόεδρος στα χρονικά που έρχεται να αντιπαρατεθεί για το χρίσμα με τον ίδιο τον πρόεδρο υπό τον οποίο υπηρέτησε. Και μάλιστα έχει έλθει να προειδοποιήσει τους πολίτες πως o Ντόναλντ Τραμπ «δεν πρέπει να γίνει ποτέ ξανά πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών».
Πίσω από το παράδοξο για τα πολιτικά δεδομένα των ΗΠΑ κρύβεται μία ημερομηνία: 6 Ιανουαρίου 2021. Όταν τραντάχτηκαν τα θεμέλια της ίδιας της αμερικανικής Δημοκρατίας με την εισβολή υποστηρικτών του Ντόναλντ Τραμπ στο Καπιτώλιο, την οποία ο ίδιος υποδαύλισε με τους ψευδείς ισχυρισμούς ότι του «έκλεψαν» τις εκλογές, και αφού είχε πιέσει τον Μάικ Πενς να εμποδίσει την επικύρωση της νίκης Μπάιντεν από το Κογκρέσο. Ο Πενς συνέταξε μία επιστολή το πρωινό της 6ης Ιανουαρίου λέγοντας ότι δεν είχε την εξουσία να παρέμβει για να αλλάξει το εκλογικό αποτέλεσμα πυροδοτώντας την οργή του προέδρου. Λίγες ώρες αργότερα, και αφού είχε προηγηθεί μία «πύρινη» ομιλία Τραμπ, το Καπιτώλιο δεχόταν επίθεση, και ο Μάικ Πενς φυγαδευόταν σε ασφαλή τοποθεσία.
Κατά την επίσημη έναρξη της εκστρατείας του για το ρεπουμπλικανικό χρίσμα την περασμένη Τετάρτη από την Άιοβα -την πρώτη πολιτεία που θα ψηφίσει στη μάχη των προκριματικών- ο Μάικ Πενς παρουσιάστηκε ως «Χριστιανός, συντηρητικός και Ρεπουμπλικανός -με αυτή τη σειρά», ενώ εξαπέλυσε τη σφοδρότερη μέχρι στιγμής επίθεση κατά του Τραμπ για τα γεγονότα στο Καπιτώλιο, τονίζοντας ότι «επρόκειτο για μία τραγική ημέρα στην Ιστορία του έθνους» και «την ίδια εκείνη ημέρα τα απερίσκεπτα λόγια του προέδρου Τραμπ έθεσαν σε κίνδυνο την οικογένειά μου και όλους όσοι βρίσκονταν στο Καπιτώλιο».
Και συνέχισε λέγοντας: «Όμως στον αμερικανικό λαό αξίζει να γνωρίζει ότι εκείνη τη μοιραία ημέρα ο πρόεδρος Τραμπ ζήτησε επίσης να διαλέξω ανάμεσα σε αυτόν και το Σύνταγμά μας. Τώρα οι ψηφοφόροι θα βρεθούν αντιμέτωποι με την ίδια επιλογή. Επέλεξα το Σύνταγμα και θα το κάνω πάντα. Και όποιος έχει ζητήσει από κάποιον άλλον να τον βάλει ‘πάνω’ από το Σύνταγμα δεν πρέπει ποτέ να γίνει ξανά πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών». Οι υπόλοιποι βασικοί διεκδικητές του χρίσματος έχουν αποφύγει επιμελώς να αναφερθούν σε ομιλίες τους στην επίθεση στο Καπιτώλιο για να μην απομακρύνουν ψηφοφόρους του Τραμπ που δυνητικά θα μπορούσαν να φέρουν με το μέρος τους.
Ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ δεν έχει ανακαλέσει τα περί νοθείας στην κάλπη του 2020, και πάνω στο ίδιο αφήγημα οδεύει προς την κατάκτηση του ρεπουμπλικανικού χρίσματος, ενώ αλλεπάλληλες μετρήσεις έχουν καταδείξει την προοδευτική διάβρωση της εμπιστοσύνης των Αμερικανών -και δη των Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων- στους πολιτικούς και νομικούς θεσμούς. H πιστή βάση του Τραμπ αντιμετωπίζει τον Μάικ Πενς με σκεπτικισμό έως εχθρότητα, θεωρώντας ότι το γεγονός πως δεν στήριξε τον Ρεπουμπλικανό πρόεδρο ήταν στην καλύτερη περίπτωση λάθος, αλλά κατά βάση προδοσία.
Πέραν της ποινικής δίωξης για τα διαβαθμισμένα έγγραφα στο Μαρ-α-Λάγκο, σε ομοσπονδιακό επίπεδο, «τρέχει» στο υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ και η έρευνα κατά του Ντόναλντ Τραμπ αναφορικά με ανάμειξη στην προεδρική αναμέτρηση του 2020 και υποκίνηση της εισβολής στο Καπιτώλιο την 6η Ιανουαρίου 2021. Ο ίδιος ο Πενς έχει ήδη καταθέσει ενώπιον σώματος ενόρκων για τα λόγια και τα έργα του προέδρου δίπλα στον οποίο υπηρέτησε, σε μία στιγμή-ορόσημο για την εν εξελίξει ποινή έρευνα. Ο Ντόναλντ Τραμπ ενδέχεται να βρεθεί αντιμέτωπος και με τη Δικαιοσύνη της πολιτείας της Τζόρτζια, όπου βρίσκεται στο στάδιο της ολοκλήρωσης η έρευνα των εισαγγελικών αρχών για απόπειρα ανατροπής της εκλογικής έκβασης της 3ης Νοεμβρίου 2020.
Διαβάστε επίσης
Ο Τραμπ κρατούσε απόρρητους φακέλους για τα πυρηνικά στο μπάνιο του - Αντιμέτωπος με 37 κακουργήματα
Τραμπ: Καταγγέλλει την κυβέρνηση Μπάιντεν επειδή του άσκησε δίωξη για την υπόθεση των απορρήτων
Τζακ Σμιθ: Ο εισαγγελέας «πίσω» από το νέο κατηγορητήριο κατά Τραμπ