Carnegie Europe: Οι στρατηγικές συνέπειες μίας νίκης του Κιλιτσντάρογλου
AP Photo/Francisco Seco
AP Photo/Francisco Seco
Εκλογές Τουρκία

Carnegie Europe: Οι στρατηγικές συνέπειες μίας νίκης του Κιλιτσντάρογλου

Για πρώτη φορά εδώ και μία 20ετία μία αλλαγή ηγεσίας στην Τουρκία είναι πράγματι πιθανή. Εν όψει της κρίσιμης προεδρικής κάλπης της 14ης Μαΐου, οι αναλυτές της δεξαμενής σκέψης Carnegie Europe Μαρκ Πιερίνι και Φραντσέσκο Σικάρντι σκιαγραφούν τις στρατηγικές συνέπειες μίας ενδεχόμενης νίκης του υποψηφίου της αντιπολιτευόμενης Συμμαχίας των «Έξι, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, έναντι του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Εάν ο Ερντογάν κερδίσει άλλη μια πενταετή θητεία, το σενάριο είναι ήδη γραμμένο. Η τουρκική ηγεσία μπορεί να απομακρυνθεί μεν από κάποια σκέλη της διχαστικής ρητορικής της, όμως οι εντάσεις σχετικά με τον προσανατολισμό της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας και η παρακμή των δημοκρατικών ελευθεριών θα παραμείνουν εμπόδια για ουσιώδεις βελτιώσεις. Οι δυτικοί εταίροι θα πρέπει να διαχειριστούν τη συνεχιζόμενη αναταραχή.

Εφόσον κερδίσει ο υποψήφιος της αντιπολίτευσης, η Άγκυρα θα κινηθεί άμεσα για την εξομάλυνση της σχέσης της με το ΝΑΤΟ. Αλλά ορισμένες από τις τρέχουσες αποκλίσεις, ανάμεσά τους Κύπρος καιι Συρία, δεν θα εξαφανιστούν. Από τη θετική πλευρά, το κράτος Δικαίου θα αποκατασταθεί και οι σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση θα βελτιωθούν -αν και δεν θα διευκολυνθούν-, κατά τους αναλυτές της δεξαμενής σκέψης.

Με διαφορά η πιο σημαντική αλλαγή θα αφορά στην ασφάλεια και την άμυνα.

Εάν, όπως έχει προαναγγελθεί, μια νέα τουρκική ηγεσία επανέλθει σε έναν πιο εποικοδομητικό ρόλο στο ΝΑΤΟ διατηρώντας παράλληλα σταθερές οικονομικές σχέσεις με τη Ρωσία, οι στρατηγικές επιπτώσεις θα ήταν βαρυσήμαντες.

Πρώτον, η Τουρκία θα καταβάλει προσπάθειες να εμποδίσει τη Ρωσία να παρακάμπτει τις δυτικές κυρώσεις σε διάφορους τομείς. Δεύτερον, η Άγκυρα μπορεί να τερματίσει άμεσα το μπλόκο στην ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Τρίτον, μπορεί να αποφασίσει μια σημαντική στρατιωτική ανάμειξη στις επιχειρήσεις για τον καθησυχασμό των εταίρων της ανατολικής πτέρυγας, από την Εσθονία έως τη Ρουμανία. Τέταρτον, μπορεί να εξετάσει το ενδεχόμενο απομάκρυνσης από το τουρκικό έδαφος των συστοιχιών S-400 που παραδόθηκαν από τη Ρωσία τον Ιούλιο του 2019. Και πέμπτον, ως συνέπεια της προηγούμενης κίνησης, η Τουρκία μπορεί να συμμετάσχει σε συζητήσεις για την απόκτηση ή/και την ανάπτυξη μίας συμβατής με το ΝΑΤΟ αρχιτεκτονικής αντιπυραυλικής άμυνας. Αυτό θα διευκόλυνε τον εκσυγχρονισμό του στόλου των μαχητικών της τουρκικής αεροπορίας, κατά το think tank.

Με δεδομένη την ανάμειξη Ηνωμένων Πολιτειών, της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, αυτές οι συζητήσεις θα είχαν απτό αντίκτυπο στην ασφάλεια της ευρωπαϊκής ηπείρου. Θα άλλαζαν επίσης ριζικά την πολιτική αντίληψη για την Τουρκία. Αντίθετα, σε καθεμία από αυτές τις κινήσεις θα αντισταθεί η Ρωσία, ασκώντας πίεση στην Τουρκία μέσω διαφόρων «οδών»: Προμήθεια φυσικού αερίου και διαμετακόμιση, πυρηνικός σταθμός του Άκουγιου, τουριστική κίνηση, αλλά και αγορές αγροτικών προϊόντων.

Στο ζήτημα της Συρίας, η νέα ηγεσία της Τουρκίας θα έχει δύο σαφείς στόχους: Τη συμφιλίωση με τον Σύρο πρόεδρο, Μπασάρ αλ-Άσαντ, και τον επαναπατρισμό των Σύρων προσφύγων. Άμεση επίπτωση μίας ομαλοποίησης των σχέσεων Τουρκίας-Συρίας θα ήταν μια αυξημένη δυσκολία επιχειρησιακής δράσης για τη συμμαχία κατά του Ισλαμικού Κράτους, καθώς η παρουσία των ΗΠΑ και των συμμαχικών δυνάμεων εντός και γύρω από τη Συρία θα αμφισβητηθεί.

Ταυτόχρονα, για να προχωρήσει προς την εξομάλυνση, η Άγκυρα θα δεχόταν άμεση πίεση από τη Δαμασκό και τη Μόσχα να αποσύρει τις δυνάμεις της από τις τέσσερις περιοχές όπου είναι σήμερα ανεπτυγμένες -Ιντλίμπ, Αφρίν, Τζαραμπλούς και την περιοχή μεταξύ Τελ Αμπιάντ και Ρας αλ-Αΐν.

Επιπλέον, μια πολιτική που στοχεύει στην επιστροφή Σύρων προσφύγων στην πατρίδα τους θα έθετε το ζήτημα της απουσίας οποιουδήποτε διεθνώς συμφωνημένου νομικού πλαισίου για μια τόσο μαζική μεταφορά πληθυσμού. Αυτό, με τη σειρά του, θα είχε αντίκτυπο στο σύμφωνο της ίδιας της ΕΕ με την Τουρκία για το προσφυγικό. Γενικότερα, με την ευθυγράμμισή της με την αναδυόμενη αραβική τάση για την αποδοχή του τερματισμού της διεθνούς απομόνωσης του Άσαντ, η Άγκυρα θα αποστασιοποιούνταν από την πολιτική της Δύσης για μη εμπλοκή με τον Σύρο πρόεδρο.

Έτερο «μήλον της έριδος», ειδικά με την ΕΕ, θα ήταν η Κύπρος. Ανεξαρτήτως εάν η νέα ηγεσία της Τουρκίας θα συντασσόταν με την τρέχουσα επιλογή λύσης δύο κρατών [που προτάσσει η κυβέρνηση Ερντογάν], οποιαδήποτε συζήτηση για μια συνολική διευθέτηση του Κυπριακού θα παρέμενε επίπονη. Ζητήματα όπως το καθεστώς των Τουρκοκυπρίων, η εκμετάλλευση των υποθαλάσσιων πόρων και οι συνέπειες της μη αναγνώρισης της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία θα παρέμεναν πολύ δύσκολο να επιλυθούν.

Συνολικά, οι αποκλίσεις στην εξωτερική πολιτική δεν θα εξαφανίζονταν με ενδεχόμενη εκλογή του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου. Από τις περιορισμένες ανταλλαγές μεταξύ των συμβούλων εξωτερικής πολιτικής της Συμμαχίας των «Έξι» και και των δυτικών θεσμών, έχει ήδη προκύψει ένα σημαντικό στοιχείο: Ένας επαγγελματικός και αξιοπρεπής διάλογος θα αποκατασταθεί μεταξύ της Άγκυρας και των πρωτευουσών της Δύσης. Αυτό θα αποτελούσε μεγάλη ανακούφιση για το Βερολίνο, τις Βρυξέλλες, το Λονδίνο, το Παρίσι και την Ουάσινγκτον.

Εκτός του τομέα της ασφάλειας, μια άλλη σημαντική βελτίωση θα ήταν η σταδιακή επιστροφή σε μια αρχιτεκτονική κράτους Δικαίου πιο κοντά στα δυτικά πρότυπα: Ορισμένοι πολιτικοί κρατούμενοι θα απελευθερώνονταν χωρίς καθυστέρηση, θα ξεκινούσαν μεταρρυθμίσεις σχετικά με το δικαστικό σύστημα, τα μέσα ενημέρωσης και την κοινωνία των πολιτών, ενώ θα έμπαιναν οι βάσεις για επάνοδο σε κοινοβουλευτικό σύστημα.

Συνολικά, εάν ένας τέτοιος κύκλος ολοκληρωνόταν, θα είχε σημαντικά οφέλη, επισημαίνει το Carnegie Europe. Οι πολίτες και το εργατικό δυναμικό της Τουρκίας θα ένιωθαν μια αίσθηση ανακούφισης και συμφιλίωσης, ενώ οι ξένοι επιχειρηματικοί εταίροι θα έβλεπαν την Τουρκία υπό πολύ βελτιωμένο πρίσμα. Η καθιέρωση μιας πιο κατανοητής οικονομικής πολιτικής, ειδικά στον νομισματικό τομέα, θα συνέβαλε σημαντικά στην αύξηση της εμπιστοσύνης των επενδυτών της Δύσης. Ειδικά με την ΕΕ, θα ξανάρχιζε ένας πολιτικός διάλογος και θα επανεξεταζόταν ολόκληρο το φάσμα της σχέσης.

Το παραπάνω σενάριο αντιμετωπίζει μία σειρά από εμπόδια: Την ανθεκτικότητα της υφιστάμενης ηγεσίας, πιθανές αποκλίσεις εντός του συνασπισμού της αντιπολίτευσης, τη δυνατότητα συγκατοίκησης μεταξύ ενός νέου προέδρου και ενός Κοινοβουλίου που δεν ελέγχει, προβλέψιμες αντιστάσεις από τη Ρωσία, αντιδυτικά ή αντιευρωπαϊκά αισθήματα σε όλο το πολιτικό φάσμα της Τουρκίας, και έλλειψη ομοφωνίας μεταξύ των ευρωπαϊκών πρωτευουσών σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης μιας αλλαγής ηγεσίας στην Άγκυρα.

Αυτοί είναι επιτακτικοί λόγοι για τους ηγέτες της Δύσης, ειδικά στην Ευρώπη, να προετοιμαστούν για την υπόθεση μιας τέτοιας πολιτικής αλλαγής, καταλήγει η ανάλυση του Carnegie Europe.

Διαβάστε επίσης

Τουρκία: Ο μέσος όρος 10 δημοσκοπήσεων προβλέπει νίκη Κιλιτσντάρογλου

Η πραγματικότητα, ο μεγάλος αντίπαλος του Ερντογάν

Τουρκία: Επίθεση σε ΗΠΑ για τη Γενοκτονία των Αρμενίων με το βλέμμα στις κάλπες