Του Αλέξανδρου Σκούρα
Χθες, 9 Οκτωβρίου, συμπληρώθηκαν 51 χρόνια από τον θάνατο του Ερνέστο “Τσε” Γκεβάρα, του Αργεντινού επαναστάτη που στιγμάτισε τη Λατινική Αμερική με την ακτιβιστική, πολιτική και στρατιωτική του δράση. Παραδόξως, η ιστορία μέχρι στιγμής του έχει φερθεί πολύ ευγενικά. Σύμβολο της νεολαίας, χολιγουντιανές ταινίες με πρωταγωνιστές όπως ο Μπενίτσιο ντελ Τόρο, ύμνοι από πολιτικούς ηγέτες και εικόνες του μέχρι και σε υπουργεία χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ας μη γελιόμαστε, ο Τσε εμπνέει την ποπ κουλτούρα σε τέτοιο βαθμό που οποιοδήποτε κατάστημα πουλάει κοντομάνικες μπλούζες θα πρέπει να έχει και σχέδια την εικονική του φωτογραφία.
Φυσικά, αυτά συμβαίνουν παρά το γεγονός ότι πλέον, με ένα απλό γκουγκλάρισμα, ο καθένας μας μπορεί να ανακαλύψει την πραγματικότητα για τον επαναστάτη Τσε. Οι μήνες που πέρασε ως επικεφαλής του στρατοπέδου Λα Καμπάνα, κατά την περίοδο της κουβανικής επανάστασης, του κέρδισαν το προσωνύμιο “Σφαγέας της Καμπάνα”. Σύμφωνα με δεκάδες πηγές, ο Τσε καταδίκασε εκατοντάδες ομοφυλόφιλους, καθολικούς, και απλούς αντιφρονούντες σε καταναγκαστική εργασία ενώ σύμφωνα με άλλες πηγές και μαρτυρίες, ο ίδιος εκτέλεσε σημαντικό αριθμό ανθρώπων χωρίς δίκη ή καταδίκη.
Ενώ σήμερα οι νέοι αντιμετωπίζουν τον Τσε ως έναν αθεράπευτα ρομαντικό επαναστάτη που δολοφονήθηκε από τις κακές δυνάμεις του ιμπεριαλισμού, ο ίδιος χαρακτηριζόταν από μία ψυχρή, κυνική στάση απέναντι στους συνανθρώπους του. Στο δοκίμιό του με τίτλο “Μήνυμα προς την Τριηπειρωτική” γράφει:
“Το μίσος ως παράγοντας της πάλης: το αδιάλλακτο μίσος ενάντια στον εχθρό, που ωθεί τον άνθρωπο πάνω και πέρα από τα φυσικά του όρια και τον μεταμορφώνει σε μια αποτελεσματική, βίαιη, επίλεκτη και ψυχρή φονική μηχανή. Έτσι πρέπει να είναι οι στρατιώτες μας. Ένας λαός χωρίς μίσος δεν μπορεί να εξολοθρεύσει έναν κτηνώδη εχθρό.”
Μία άλλη κληρονομιά που μας αφήνει ο Τσε είναι το καθεστώς της Κούβας, που τόσο έντονα και παθιασμένα στήριξε. Μία δικτατορία που διαρκεί από τη δεκαετία του ''50 μέχρι και σήμερα και που έχει αφήσει πίσω της χιλιάδες νεκρούς, αγνοούμενους, και φυλακισμένους. Ένα καθεστώς που για 50 χρόνια στερεί από τους πολίτες του την αξιοπρέπεια, την ελευθερία της έκφρασης, του συναθροίζεσθαι, του τύπου και της επιδίωξης της ευτυχίας.
Ο Τσε ήταν γνήσιος μαρξιστής. Υποστήριζε με πάθος την θυσία του ατόμου στο κοινωνικό σύνολο και πάλεψε για τα ιδανικά του μέχρι θανάτου. Παρά την τεράστια απέχθεια που προκαλεί στους ιδεολογικούς του εχθρούς ή τους συγγενείς των θυμάτων του και όσους γλίτωσαν από τα καθεστώτα που υποστήριξε, ουδείς ισχυρίστηκε ότι δεν ήταν γνήσιος. Αυτό μπορούμε να του το αναγνωρίσουμε.
Όμως, οι άνθρωποι που αγαπούν την ελευθερία, τη φιλελεύθερη δημοκρατία, το δικαίωμα του καθενός μας να επιδιώξει την ευτυχία του με τον δικό του τρόπο και όχι σύμφωνα με τις προσταγές της γενικής γραμματείας του τοπικού κομμουνιστικού κόμματος, ο Τσε δεν ήταν ούτε ήρωας, ούτε ρομαντικός, ούτε άνθρωπος του οποίου τη μνήμη θα πρέπει να τιμούμε. Όμως, αντί να εξαγριωνόμαστε (δικαιολογημένα) με την δημοτικότητά του, μπορούμε - τουλάχιστον μέχρι να ολοκληρωθεί η αποκαθήλωση της ιδεολογικής ηγεμονίας της αριστεράς - να γελάσουμε σιωπηλά αναλογιζόμενοι ότι για κάθε t-shirt του Τσε που κυκλοφορεί, κάποιος έξυπνος επιχειρηματίας αποκόμμισε κέρδος από την πώληση και την εμπορευματοποίηση του αγαπημένου επαναστάτη του μαρξισμού.