Ο μύθος της Γιάλτας
Γιάννης Στεφανίδης

Ο μύθος της Γιάλτας

Του Γιάννη Στεφανίδη

Έναν από τους πλέον ανθεκτικούς μύθους στον δημόσιο περί Ιστορίας λόγο αποτελεί η περίπτωση της Γιάλτας, όπου σαν σήμερα, πριν από 75 χρόνια, ο Στάλιν υποδεχόταν τους Ρούζβελτ και Τσώρτσιλ για να συζητήσουν τις πάμπολλες εκκρεμότητες που άφηνε η διαφαινόμενη ήττα του ναζισμού.

Έκτοτε, πάμπολλοι έχουν αναφερθεί στη «Συμφωνία» (κατ’ άλλους «Συνθήκη») της Γιάλτας, με βάση την οποία η Ευρώπη (αν μη και ο κόσμος) χωρίστηκαν τότε σε δύο σφαίρες επιρροής. Ο χωρισμός αυτός, υποτίθεται, σημάδεψε την γηραιά ήπειρο καθ’ όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου και ο απόηχός του φθάνει μέχρι της μέρες μας.

Τι πραγματικά, όμως, συνέβη τους τελευταίους μήνες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου; Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά.

Το παιχνίδι των σφαιρών επιρροής ξεκίνησε με το περιβόητο Σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότοφ, τον Αύγουστο του 1939 (αυτό που εκλεγμένοι εκπρόσωποί Έλληνες διστάζουν να καταδικάσουν ρητά μαζί τους συναδέλφους τους στο Ευρωκοινοβούλιο).

Τότε ο Στάλιν ζήτησε και ο Χίτλερ δέχτηκε να ενταχθούν στη σοβιετική σφαίρα επιρροής ολόκληρες χώρες (Φινλανδία, Βαλτικές Δημοκρατίες) ή τμήματα χωρών (της Πολωνίας και της Ρουμανίας). Αυτά τα κέρδη τέθηκαν εν αμφιβόλω όταν ο Χίτλερ εισέβαλε στην ΕΣΣΔ τον Ιούνιο του 1941.

Εν συνεχεία, και καθώς η πλάστιγγα στο Ανατολικό Μέτωπο έγειρε υπέρ του Κόκκινου Στρατού, ο Στάλιν επιδίωξε να ενθυλακώσει εκ νέου τα κέρδη του Συμφώνου του με τον Χίτλερ, αυτή τη φορά με τη συγκατάθεση των καινούριων, δυτικών του εταίρων· πόσο μάλιστα που τώρα διέθετε υπέρ αυτού ένα ακαταμάχητο επιχείρημα: την προέλαση του Κόκκινου Στρατού, και μάλιστα σε εδάφη πέραν της σοβιετικής σφαίρας επιρροής του 1939.

Τόσο οι Βρετανοί όσο και οι Αμερικανοί είχαν διάφορους λόγους ν’ αντιδρούν αρνητικά στις απαιτήσεις του Στάλιν. Αν μη τι άλλο, η Βρετανία είχε μπει στον πόλεμο χάριν της Πολωνίας, μερίδιο της οποίας αξίωνε τώρα ο Σοβιετικός δικτάτορας. Αλλά και οι Ηνωμένες Πολιτείες μετείχαν τώρα στον δεύτερο κατά σειράν παγκόσμιο πόλεμο χάριν υψηλών ιδεωδών, όπως η αυτοδιάθεση των εθνών και το δικαίωμά τους να επιλέγουν ελεύθερα τον τρόπο που θα κυβερνώνται.

Εν τέλει, επικράτησε η λεγόμενη Realpolitik: Χάριν της αντιχιτλερικής συμμαχίας, το Λονδίνο και η Ουάσιγκτον ενέδωσαν στις αξιώσεις της Μόσχας.

Ως «παλιά καραβάνα», ο Τσώρτσιλ φρόντισε να εξασφαλίσει ότι ο Στάλιν θα άφηνε την Ελλάδα έξω από τους σχεδιασμούς του. Η συμφωνία έκλεισε στο Κρεμλίνο, στις 9 Οκτωβρίου 1944. Σε αντάλλαγμα για την παραμονή της χώρας μας στη βρετανική σφαίρα επιρροής, ο Τσώρτσιλ επικύρωσε το σοβιετικό προβάδισμα στη Ρουμανία και τη Βουλγαρία, με, θεωρητικά όπως αποδείχθηκε, ίσο μερίδιο στη Γιουγκοσλαβία και την Ουγγαρία.

Αυτή υπήρξε η λεγόμενη «συμφωνία των ποσοστών» – η οποία μάλλον συγχέεται με τη «Γιάλτα». Οι Αμερικανοί δεν συμμετείχαν και δεν ενημερώθηκαν πλήρως για τους όρους της. Αν και άτυπη (φέρεται ότι καταρτίστηκε πάνω σε ένα απλό χαρτί ή χαρτοπετσέτα), αποδείχτηκε εξαιρετικά ανθεκτική, τόσο όταν οι Βρετανοί ανενόχλητοι κατέπνιξαν την εξέγερση των κομμουνιστών στην Αθήνα, τον Δεκέμβριο του 1944, όσο και όταν οι Σοβιετικοί επέβαλαν μια σειρά από φιλοσοβιετικά καθεστώτα στα κράτη που έλεγχε ο Κόκκινος Στρατός.

Τότε, τι συνέβη στο ανάκτορο Λιβάντια, στη Γιάλτα της Κριμαίας; Αν κάτι μοιράστηκε εκεί, αυτό ήταν το Γ΄ Ράιχ, που χωρίστηκε σε τέσσερις ζώνες κατοχής προορισμένες για τους τρεις «Μεγάλους» συν τη Γαλλία, και σε ένα πέμπτο κομμάτι που προοριζόταν για την Πολωνία, ως αντιστάθμισμα του εδαφικού της ακρωτηριασμού προς όφελος της ΕΣΣΔ.

Συστάθηκε επίσης ένα Συμβούλιο Διασυμμαχικού Ελέγχου με σκοπό τη συνεργασία των τεσσάρων δυνάμεων κατοχής σε Γερμανία και Αυστρία. Συμφωνήθηκε επίσης ότι οι όποιες γερμανικές επανορθώσεις θα καταβάλλονταν σε είδος, όχι σε χρήμα.

Τέλος, χάρη στην επιμονή του Ρούζβελτ, οι τρεις «Μεγάλοι» εξέδωσαν μια «διακήρυξη για την απελευθερωμένη Ευρώπη». Το χαρμόσυνο αυτό κείμενο αναγνώριζε «το δικαίωμα όλων των λαών να επιλέγουν το είδος διακυβέρνησης με το οποίο επιθυμούν να ζήσουν» και υποσχόταν βοήθεια για να εγκαθιδρυθούν παντού αντιπροσωπευτικές και ελεύθερα εκλεγμένες κυβερνήσεις.

Τι είπατε; Οι υποσχέσεις αυτές δεν τηρήθηκαν; Βεβαίως και όχι! Όπως εξήγησε ο Στάλιν στον υπαρχηγό του Τίτο, τον Μίλοβαν Τζίλας: «Αυτός ο πόλεμος δεν είναι όπως παλιά· όποιος καταλαμβάνει ένα έδαφος επιβάλλει και το δικό του κοινωνικό σύστημα». Έτσι κι έγινε.

Και τότε πώς η Γιάλτα έβγαλε «κακό όνομα»; Cherchez l’absent, που θάλεγαν οι φίλοι μας οι Γάλλοι. Πράγματι, οι Γάλλοι δεν προσκλήθηκαν σε καμιά από τις διασκέψεις των «Μεγάλων» του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Αυτό πλήγωσε βαθύτατα τον ηγέτη τους Charles de Gaulle, ο οποίος ανταπέδωσε υπαινισσόμενος ότι οι εταίροι του επιδίδονταν σε ανίερες μοιρασιές ερήμην της Γαλλίας.

Είναι καιρός λοιπόν η «Γιάλτα» να βγει από το λεξιλόγιό μας ως συνώνυμο της διαίρεσης σε σφαίρες επιρροής, οι οποίες πράγματι υπήρξαν χωρίς ποτέ να έχουν διακηρυχθεί δημόσια. Άλλωστε, σύμφωνα με φράση που αποδίδεται στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, στην πολιτική υπάρχουν πράγματα που λέγονται αλλά δεν γίνονται και πράγματα που γίνονται αλλά δεν λέγονται.


*Ο κ. Γιάννης Στεφανίδης είναι καθηγητής Διπλωματικής Ιστορίας στη Νομική του Α.Π.Θ.