Του Αλέξανδρου Σκούρα
Εδώ περίπου και ένα μήνα λειτουργεί στη χώρα μας το πρώτο Κέντρο Αποτέφρωσης Νεκρών στη Ριτσώνα. Μάλιστα, το κέντρο αυτό είναι ιδιωτικό και δημιουργήθηκε πέντε χρόνια μετά την ψήφιση νόμου που έδινε στους Δήμους και τα νομικά τους πρόσωπα το μονοπώλιο σε αυτή την υπηρεσία.
Το τι θα γίνει με το σώμα μας μετά το θάνατό μας είναι ζήτημα με πολλές παραμέτρους: είναι ζήτημα μεταφυσικό, πολιτικό, και ζήτημα ελευθερίας και δικαιωμάτων. Στη φιλελεύθερη δημοκρατία τα δικαιώματά μας δεν είναι σχεδόν ποτέ απόλυτα διότι αρκετά συχνά συγκρούονται με τα δικαιώματα άλλων ανθρώπων. Για παράδειγμα, μπορεί να έχουμε ελευθερία του λόγου, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μπορώ να χρησιμοποιώ την ελευθερία αυτή για να ανατρέψω το πολίτευμα, να φωνάξω “φωτιά” σε έναν γεμάτο κινηματογράφο ή να διαδώσω ψεύδη εν γνώσει μου με σκοπό να πλήξω κάποιον που αντιπαθώ. Αντίστοιχα, το θέμα της διαχείρισης του σώματός μου μετά τον θάνατό μου δεν είναι ένα απόλυτο δικαίωμα καθώς υπάρχουν επιλογές που θα μπορούσαν να θέσουν την υγεία των συμπολιτών μου σε κίνδυνο.
Η αποτέφρωση, από αυτή την πλευρά, είναι πλέον μία ασφαλής διαδικασία που γίνεται με συγκεκριμένες προδιαγραφές ώστε ούτε η δημόσια υγεία, ούτε το περιβάλλον να κινδυνεύουν. Από αυτή την έννοια, το γεγονός ότι στη χώρα μας οι πολίτες έχουν πλέον αυτή την επιλογή είναι ένα κεκτημένο που αυξάνει τις επιλογές των πολιτών σε ένα θέμα ευαίσθητο και οδυνηρό.
Οι αντιδράσεις που προκαλεί αυτή η επιλογή είναι αναμενόμενες από ανθρώπους που θεωρούν ότι η αποτέφρωση αντιτίθεται στην ηθική, τη θρησκεία, ή τις παραδόσεις τους. Επαρκούν όμως αυτοί οι λόγοι για να περιοριστεί αυτό το δικαίωμα; Σαφώς και όχι. Αν εγώ επιθυμώ η σορός μου να αποτεφρωθεί, δεν περιορίζω τις ελευθερίες κανενός. Αν όμως το κράτος προσπαθήσει να επιβάλλει τον σεβασμό της επιλογής μου, επιβάλλοντας στην εκκλησία να τελέσει την νεκρώσιμη ακολουθία μου, τότε υπάρχει σαφής σύγκρουση δικαιωμάτων.
Οι κληρικοί της Ιεράς Μητρόπολης Θηβών και Λεβαδείας δημοσίευσαν ένα ψήφισμα που αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής: «Θέλοντας να παραμείνουμε πιστοί στα δόγματα, την εκκλησιαστική παράδοση αιώνων, τους ιερούς κανόνες διατρανώνουμε την πλήρη αντίθεσή μας στην καινοφανή, αντιπαραδοσιακή και αντιχριστιανική πρακτική της καύσης των νεκρών και δεσμευόμαστε ότι δεν μπορούμε να δεχθούμε να τελέσουμε νεκρώσιμη ακολουθία (κηδεία), υπέρ αναπαύσεως της ψυχής ατόμου, το οποίο αποφάσισε και ζήτησε, το ίδιο ή το οικογενειακό περιβάλλον του, την καύση και όχι την ταφή του νεκρού σώματός του».
Είναι πιθανό αρκετοί φιλελεύθεροι άνθρωποι που διαβάζουν αυτή την παράγραφο να θεωρήσουν ότι η στάση των κληρικών είναι κατακριτέα. Όμως, στην περίπτωση αυτή οι κληρικοί δεν επιδιώκουν τον περιορισμό κανενός δικαιώματος των ανθρώπων που επιλέγουν την αποτέφρωση. Ο κύριος λόγος είναι ότι δεν υφίσταται δικαίωμα στη νεκρώσιμη ακολουθία. Αντίθετα, το προνόμιο αυτής της λειτουργίας το απολαμβάνουν όσοι θεωρούνται από την εκκλησία αντάξιοι των προσευχών και της ευλογίας με την οποία συνεπάγεται η νεκρώσιμη ακολουθία. Η υποχρέωση της εκκλησίας για την τέλεση νεκρώσιμης ακολουθίας για κάθε συμπολίτη μας δεν προκύπτει από πουθενά. Παράλληλα, η ίδια η εκκλησία έχει το δικαίωμα να αποβάλλει από τους κόλπους της όποιον θέλει, σύμφωνα με τους κανόνες λειτουργίας της. Επομένως, αν το ψήφισμα των κληρικών γίνει αποδεκτό από τους θεσμικούς εκφραστές της Εκκλησίας της Ελλάδος, τότε θα μπορούσε να πει κανείς ότι όχι μόνο δεν περιορίζεται η ελευθερία κανενός, αλλά αντίθετα εκφράζεται η ελευθερία των κληρικών να αρνηθούν την τέλεση της νεκρώσιμης ακολουθίας σε άτομα που η ίδια η εκκλησία θεωρεί ότι με τις επιλογές τους την απέρριψαν.
Κερδισμένοι από τη διαδικασία βγαίνουν όλοι. Όσοι επιλέγουν την αποτέφρωση θα μπορούν να περάσουν τις τελευταίες τους στιγμές γνωρίζοντας ότι οι μεταθανάτιες επιθυμίες τους θα γίνουν σεβαστές χάρη στη νομιμοποίηση της διαδικασίας αυτής. Οι κληρικοί, επίσης, θα είναι ήσυχοι ότι δεν θα τους ζητηθεί να τελέσουν νεκρώσιμη ακολουθία σε ανθρώπους που κατά τη γνώμη τους δεν τη δικαιούνται. Αυτό είναι το win-win της ελευθερίας των επιλογών στην πράξη.