Του Kai Weiss
Σαν σήμερα πριν από εκατόν είκοσι χρόνια, στις 8 Μαΐου 1899 γεννήθηκε στη Βιέννη ο Friedrich August von Hayek. Ο νομπελίστας οικονομικών το 1974 επρόκειτο να ζήσει μια, όπως τη χαρακτηρίζει ο Peter Boettke στην πρόσφατη έκδοση της σειράς Great Thinkers, συναρπαστική ζωή:
«Μια ζωή γεμάτη με τη στενή εμπειρία της απανθρωπιάς των ανθρώπων στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, της οικονομικής καταστροφής της Μεγάλης Ύφεσης και ενός παγκόσμιου παιχνιδιού επικίνδυνου ανταγωνισμού ως προς τον ίδιο τον δυτικό πολιτισμό, με την άνοδο του φασισμού και του κομμουνισμού τις δεκαετίες του 1930 και 1940.
Στο τέλος, θα αναγνωριζόταν ως ένας από τους πιο επιδραστικούς στοχαστές του αιώνα, παρέχοντας το διανοητικό οπλοστάσιο σε πολιτικούς όπως η Μάργκαρετ Θάτσερ, ο Ρόναλντ Ρήγκαν και ο Λούντβιχ Έρχαρντ, και ως ήρωας για τους κλασικούς φιλελεύθερους και τους συντηρητικούς ανά τον κόσμο. Ομοίως ήταν ένας από τους βασικούς ενορχηστρωτές της δημιουργίας ενός κινήματος υπέρ των κλασικών φιλελεύθερων ιδεών, προσπαθώντας να φέρει κοντά συχνά ανταγωνιστικές σχολές σκέψεις όπως οι Αυστριακοί, οι οικονομολόγοι της Σχολής του Σικάγο και οι Γερμανοί ορντοφιλελεύθεροι, ιδίως μέσα από τη δημιουργία της Mont Pelerin Society.
Παρ' όλα αυτά, οι περισσότεροι άνθρωποι σήμερα δεν γνωρίζουν καν ποιος είναι ο Χάγιεκ ή ποια είναι τα βασικά του διδάγματα. Ακόμη πιο ενοχλητικό είναι το γεγονός ότι κάποια μέρη του κινήματος που συνέβαλε να δημιουργηθεί τον θεωρούν στη χειρότερη περίπτωση ως «σοσιαλιστή» - έναν καλό νομισματικό οικονομολόγο ίσως, αλλά όχι χρήσιμο στα υπόλοιπα ζητήματα - και στην καλύτερη περίπτωση ως έναν ήσσονα Λούντβιχ φον Μίζες, ως έναν αντιγραφέα που εντέλει έκλεψε το βραβείο Νόμπελ του μέντορά του. Όλα αυτά είναι τραγικά. Ιδίως στον σημερινό κόσμο - που εγείρει κυριολεκτικές απειλές στις ελευθερίες μας δεξιά και αριστερά - το απίστευτα βαθύ σύστημα σκέψης του Χάγιεκ, που εκτείνεται στα οικονομικά, το δίκαιο, τον πολιτισμό, την πολιτική και τη φιλοσοφία, έχει κομβική σημασία.
Οι ιδέες του συγκεντρωτισμού είναι σήμερα περισσότερο δημοφιλείς στη Δύση απ' ό,τι σε οποιοδήποτε άλλο χρονικό σημείο μετά την πτώση του τελευταίου υπερσυγκεντρωτικού κράτους, της Σοβιετικής Ένωσης, το 1989. Μπορεί κανείς να υποθέσει ότι ο 20ος αιώνας κατέδειξε με ηχηρό τρόπο ότι τα υπερκράτη και ο κολλεκτιβισμός κάθε είδους δεν λειτουργούν. Παρ' όλα αυτά, αυτά τα ουτοπικά όνειρα έχουν επιστρέψει για μια ακόμη φορά τα τελευταία χρόνια.
Ο συγκεντρωτισμός δεν λειτουργεί
Στην αριστερά, ο Μπέρνι Σάντερς και η Αλεξάντρια Οκάζιο-Κόρτεζ στις ΗΠΑ, ο Τζέρεμι Κόρμπιν στο Ηνωμένο Βασίλειο και ακτιβιστές σε ολόκληρη την Ευρώπη χαιρετίζουν το όνειρο του σοσιαλισμού, την ίδια ακριβώς ώρα που το πιο εξέχον σοσιαλιστικό παράδειγμα στον πραγματικό κόσμο, η Βενεζουέλα, καταστρέφεται μπροστά στα μάτια τους.
Ο ηγέτης της νεολαίας του κεντροαριστερού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος στη Γερμανία πρότεινε μόλις την προηγούμενη εβδομάδα την κρατικοποίηση των επιχειρήσεων όπως η BMW παρά το γεγονός ότι ένα άλλο σοσιαλιστικό πείραμα, η Ανατολική Γερμανία, καταστράφηκε μπροστά στα μάτια του (είναι γεννημένος στο Δυτικό Βερολίνο). Όλες αυτές οι καταστροφές βεβαίως θεωρούνται από τους σοσιαλιστές πως δεν αφορούν τον «πραγματικό» σοσιαλισμό (ποτέ δεν συμβαίνει αυτό), οι οποίοι διατείνονται πως η επόμενη προσπάθεια σίγουρα θα πετύχει - για να νικήσουμε την απληστία της ελεύθερης αγοράς, χρειάζεται να την αντικαταστήσουμε από ένα ισχυρό κράτος.
Η δεξιά δεν είναι πολύ καλύτερη σ' αυτό. Εθνικιστές από ολόκληρη την Ευρώπη, από τη Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία μέχρι τον Ματέο Σαλβίνι στην Ιταλία, βάλλουν εναντίον του καπιταλισμού με την ίδια δριμύτητα όπως και η αριστερά. Σε αντίθεση όμως με τον σοσιαλισμό, γι' αυτούς η οικονομία δεν είναι ιδιαίτερα σημαντική. Το διακύβευμα εδώ είναι το ίδιο το έθνος, και όλα πρέπει να παραμερίσουν μπροστά στην επιβίωσή του - είτε μιλάμε για το ελεύθερο εμπόριο, για τους μετανάστες ή ακόμη και για τη νομοκρατία, όπως συμβαίνει στην Ουγγαρία.
Σε όλα αυτά είναι εύκολο να ξεχάσει κανείς πως ούτε το σημερινό πολιτικό κατεστημένο δεν υποστηρίζει την ατομική ελευθερία και την οικονομία της αγοράς. Η μεγαλύτερη συγκέντρωση είναι ιδιαίτερα δημοφιλής, για παράδειγμα στους θεσμούς της ΕΕ στις Βρυξέλλες αλλά και πολύ πέρα από τη βελγική πρωτεύουσα. Για μια ακόμη φορά το ισχυρό κράτος προβάλλεται ως η απάντηση στα προβλήματα.
Το έργο του Χάγιεκ δίνει μια ισχυρή απάντησε σε όλα αυτά τα διαφορετικά αιτήματα που ακούγονται τόσο επικίνδυνα παρόμοια μεταξύ τους. Ο μεγαλύτερος συγκεντρωτισμός δεν μπορεί να είναι η απάντηση, ανεξάρτητα του ποιος τον προτείνει. Ο Jonah Golberg σε ένα πρόσφατο άρθρο του εύστοχα καλεί τους συντηρητικούς να ξαναδιαβάσουν τον Χάγιεκ:
«Στη δεξιά, οι νέοι υποστηρικτές του 'οικονομικού εθνικισμού' δεν πιστεύουν πλέον ότι οι ελίτ δεν μπορούν να διοικούν την οικονομία - μόνο οι φιλελεύθερες ελίτ και οι «παγκοσμιοποιητές» δεν μπορούν να τη διοικούν. Αυτή η θέση πηγάζει εν μέρει από τη συχνά παρανοϊκή πεποίθηση ότι οι φιλελεύθερες ελίτ έχουν έξυπνα πειράξει το σύστημα προς όφελός τους. Εφόσον λοιπόν αυτοί μπόρεσαν να το κάνουν αυτό, σκέφτονται στη δεξιά, μπορούμε να το κάνουμε κι εμείς. Δεν δουλεύει όμως έτσι το πράγμα».
Η δύναμη του πραγματικού φιλελευθερισμού
Το αίτημα για ένα ισχυρό κράτος, υπεύθυνο για όλες τις πτυχές της ζωής, παραγνωρίζουν τον κόσμο στον οποίο ζούμε. Για αιώνες, από τότε που η εκβιομηχάνιση έβαλε τον φιλελευθερισμό πλήρως στο προσκήνιο, ο κόσμος μας έχει γίνει πιο περίπλοκος. Κυρίως τοπικά οργανωμένες οικονομίες έχουν εξελιχθεί στη σημερινή παγκόσμια οικονομία, όπου ο καθένας μπορεί να συναλλάσσεται με τον οποιονδήποτε άλλον (αρκεί να μην παρεμβαίνουν τα κράτη).
Ο Χάγιεκ ονόμαζε αυτόν τον διεθνή κόσμο «Μεγάλη Κοινωνία». Και ενώ αυτή η εκτεταμένη τάξη σίγουρα επέφερε σημαντικές αλλαγές στις κοινότητες και τις ταυτότητες και πάντα επέφερε (πρόσκαιρες) αρνητικές οικονομικές συνέπειες για κάποιους, απέδωσε επίσης τον τεράστιο πλούτο και την ευημερία που απολαμβάνουμε σήμερα.
Είναι δύσκολο να κατανοήσουμε ότι αυτή η τάξη είναι τόσο περίπλοκη που κανένας νους δεν μπορεί να την κατευθύνει. Καθώς δισεκατομμύρια άνθρωποι αλληλεπιδρούν σε αποστάσεις χιλιάδων χιλιομέτρων κάθε μέρα, και εμπλέκονται σε οικονομικές διαδικασίες στις οποίες προϊόντα δημιουργούνται από εκατομμύρια ανθρώπους χωρίς αυτοί να γνωρίζονται μεταξύ τους, αυτή η τάξη είναι δύσκολο να κατανοηθεί. Αλλά είναι η καθημερινή μας πραγματικότητα.
Ποιος είναι αυτός που θα μπορούσε να το αναλάβει όλο αυτό μόνος του χωρίς να καταστρέψει αυτή τη δομή; Ποιος θα μπορούσε να ξέρει όλες τις λεπτομέρειες του πεδίου, να ξέρει τι σκέφτεται και τι κάνει ανά πάσα στιγμή το κάθε άτομο, από τον αγρότη, στον εργοστασιακό εργάτη μέχρι τον μηχανικό της Σίλικον Βάλεϊ; Αυτή η περίπλοκη τάξη, αν αφεθεί μόνη της, μπορεί να φροντίσει την λειτουργία της. Όλα αυτά τα μικρά μέρη του δικτύου συνεργάζονται μεταξύ τους, και αν κάποιο καταστραφεί, τότε αντικαθίσταται από κάποιο άλλο. Μπορεί όμως ένας άνθρωπος από μόνος του να το αναλάβει όλο αυτό (ή εδώ που τα λέμε έστω να παραγάγει κάτι τόσο απλό όσο ένα μολύβι);
Ένας αγαθός δικτάτορας - ή ένας πρόεδρος ή ακόμη κι ένα κοινοβούλιο - θα επιχειρούσε να οργανώσει όλες αυτές τις δραστηριότητες. Όμως θα αποτύγχανε. Και μαζί του, θα χανόταν και αυτή η περίπλοκη τάξη. Θα ήταν αδύνατο να συνεχίσει να λειτουργεί αυτόνομα την στιγμή που θα δεχόταν διαρκώς εισβολές. Τα άτομα δεν θα μπορούσαν πια να κάνουν αυτά που θέλουν να κάνουν. Μόνο ο σοφός άνδρας ή η σοφή γυναίκα θα αποφάσιζε. Και το αποτέλεσμα θα ήταν η φτώχεια και η σημαντική απώλεια ελευθεριών.
Αποτελέσματα εναντίον προθέσεων
Ναι, οι προθέσεις των αρμοδίων μπορεί να είναι καλές κι αγαθές, αλλά οι πράξεις τους θα αποδεικνύονταν καταστροφικές. Αν ο Μπέρνι Σάντερς προσπαθούσε να βοηθήσει τους φτωχούς στις ΗΠΑ θα τους φτώχεναι ακόμη περισσότερο μαζί με τους πλουσίους του 1%, αφαιρώντας απ' αυτούς όλα τα μέσα ευημερίας.
Αν η Μαρίν Λεπέν αναλάμβανε να προστατεύσει το γαλλικό έθνος, θα δημιουργούσε μια τελείως διαφορετική, αυτάρκη Γαλλία που από το σημείο εκείνο, απλώς θα ακολουθούσε τον δρόμο προς τη δουλεία, μέχρι ο απολυταρχισμός να κυριαρχήσει εντέλει πλήρως καθώς στο μυαλό της οτιδήποτε δεν προάγει τη Γαλλία θα πρέπει να εξαλειφθεί.
Όπως έγραφε ο Χάγιεκ: «Από την στιγμή που αποδεχθεί κάποιος ότι το άτομο είναι απλώς ένα μέσο για την εξυπηρέτηση των σκοπών μιας ανώτερης οντότητας που λέγεται κοινωνία ή έθνος, τα περισσότερα χαρακτηριστικά των ολοκληρωτικών καθεστώτων που μας φρίττουν θα ακολουθήσουν αναγκαστικά».
Αντιθέτως, υποστηρίζει ο Χάγιεκ, πρέπει να εγκαταλείψουμε αυτά τα όνειρα. Θα πρέπει να υιοθετήσουμε στη θέση τους την ιδέα ότι μια κοινωνία που βασίζεται στην ελευθερία των μελών της να πετύχουν τους δικούς τους σκοπούς στη ζωή τους. Αντί για τον κεντρικό σχεδιασμό του ενός, θα κυριαρχήσει τότε ο ατομικός σχεδιασμός του κάθε μέλους της κοινωνίας που συναρμόζεται με τους άλλους. Ο Χάγιεκ έβλεπε τον ρόλο του κράτους ως προς αυτό σαν έναν Άγγλο κηπουρό, που θέτει το πλαίσιο και εμποδίζει κάθε σαφή και βλαπτική παραβίαση της συνολικής δομής αλλά δεν παρεμβαίνει ενεργά στις διαδικασίες της, ούτε προσπαθεί να τη σχεδιάσει πλήρως από μόνος του.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η οικονομία θα πρέπει απλώς να κάνει οτιδήποτε θέλει η ίδια. Όπως επισημαίνει ο Χάγιεκ, μια ελεύθερη οικονομία χρειάζεται επίσης την ηθική θεμελίωση που την συμπληρώνει και την εμποδίζει από το να παραστρατίσει. Οι κοινωνικοί θεσμοί, τα ήθη, οι παραδόσεις και τα έθιμα που αναπτύσσονται για δεκαετίες και αιώνες όχι από το κράτος αλλά από τις δράσεις ίδιων των ανθρώπων που συναναστρέφονται, λειτουργούν ως έλεγχος έναντι των αποτελεσμάτων της αγοράς που δεν μας αρέσουν. Έτσι, μια ελεύθερη κοινωνία χρειάζεται μια υγιή κοινωνία των πολιτών δίπλα σε μια ελεύθερη οικονομία.
Σ' αυτό το σημείο πολλοί από τους τους σημερινούς κλασικούς φιλελεύθερους μπορούν να μάθουν κάτι από τον Χάγιεκ. Μια κοινωνία στην οποία δεν επιτρέπεται κανείς να εξετάσει κριτικά τα αποτελέσματα του οικονομικού πεδίου, ακόμη κι αν υπάρχουν σαφείς αρνητικές συνέπειες σε άλλα πεδία της κοινωνίας, όπως μια περαιτέρω διάλυση των κοινωνικών θεσμών, θα αποτύχει πλήρως - και μπορεί αυτό ήδη να συμβαίνει.
Αυτό δεν χρειάζεται να γίνει. Ο φιλελευθερισμός μπορεί να επιβιώσει. Είναι αυτό που ο Χάγιεκ ονόμασε «πραγματικό ατομισμό», που βασίζεται στην ιδέα ότι τα ελεύθερα άτομα γεννιούνται σε μια κοινωνία, μια οικογένεια και άλλους θεσμούς και ότι οι ανθρώπινες σχέσεις επηρεάζουν τα άτομα σε κάθε σημείο της ζωής τους ενώ ταυτόχρονα τα ίδια τα άτομα επηρεάζουν το περιβάλλον τους. Οι άνθρωποι είναι κοινωνικά όντα, όχι όντα ορθολογιστικά που επιδιώκουν τη μεγιστοποίηση του οικονομικού τους οφέλους.
Αυτός ο ατομισμός βασίζεται στην πεποίθηση ότι η τάξη δημιουργείται αυθόρμητα και όχι συγκεντρωτικά, και ότι οι παραδόσεις, οι κοινωνικοί κανόνες και ο θεσμοί - δηλαδή ο πολιτισμός - έχει σημασία. Και ότι οι άνθρωποι, ως κοινωνικά όντα, μερικές φορές ιεραρχούν άλλα πράγματα στη ζωή περισσότερο από τα απλά οικονομικά. Ότι έχουν μια εγγενή ανάγκη να αισθάνονται ότι ανήκουν κάπου, για μια ταυτότητα που τα υπερβαίνει και για ισχυρές κοινότητες που μπορούν να βοηθήσουν σε στιγμές προσωπικής κρίσης. Βασίζεται όμως επίσης στη συνειδητοποίηση ότι μια ελεύθερη οικονομία, ανενόχλητη από τη διαρκή κρατική παρέμβαση, είναι ένας ισχυρός μοχλός δυναμισμού για την κοινότητα ή τη χώρα του καθενός αλλά και για την ανθρωπότητα συνολικά, καθώς και για κάθε μέλος της κοινωνίας.
Αποκέντρωση και τοπικότητα από τη μια μεριά, η αγορά και η παγκοσμιότητα από την άλλη. Μπορεί αυτά να φαίνονται αντιφατικά σε πρώτη όψη. Αλλά αυτό που κατέδειξε ο Χάγιεκ είναι ότι με το σωστό μείγμα αυτών των δύο, αποδεικνύονται ιδιαίτερα αποτελεσματικά. Κι αυτός ο φιλελευθερισμός είναι ταυτόχρονα ελκυστικός και βιώσιμος. Και είναι ο φιλελευθερισμός που χρειαζόμαστε σήμερα.
--
Ο Kai Weiss είναι ερευνητής στο Austrian Economics Center και μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Hayek Institute.