Το σύνθημα «κάτω τα χέρια από τα συνδικάτα» που κυριάρχησε στην πορεία της ΑΔΕΔΥ (των δημοσίων δηλαδή υπαλλήλων) δεν είχε σχέση με τα περί κατάργησης του 8ωρού που υποτίθεται πως είναι και η αιτία της απεργίας. Άλλωστε οι αλλαγές στα εργασιακά δεν αφορούν τον δημόσιο τομέα.
Αναδεικνύουν όμως την αίτια της αντίδρασης που υπάρχει στο νομοσχέδιο και στις ριζικές τομές που προωθούνται προκειμένου να δοθεί τέλος στους εργατοπατέρες, οι οποίοι με διάφορες σημαίες ευκαιρίες αντιδρούν σε κάθε μεταρρύθμιση που θα αφαιρούσε προνόμια τα οποία βαπτίζουν κεκτημένα.
Η ανάκαμψη της χώρας και της οικονομίας δύναται να μετουσιωθεί σε πράξη μόνο μέσα από ριζικές τομές και μεταρρυθμίσεις με το εργασιακό νομοσχέδιο να μετατρέπεται σε προμετωπίδα της εφαρμογής του κυβερνητικού προγράμματος αφού ουσιαστικά παίρνει από τα χέρια των επαγγελματιών συνδικαλιστών τη δυνατότητα να καθορίζουν την ίδια τη λειτουργία του κράτους.
Είναι αυτό ακριβώς στο οποίο αντιδρούν και βάζουν στο στόχαστρο την Κυβέρνηση και είναι αυτή η τομή που ανοίγει τον δρόμο για την προώθηση των μεταρρυθμίσεων που ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει θέσει ως απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου να μετασχηματιστεί το κράτος αφενός η ίδια η οικονομία αφετέρου χωρίς σκοπέλους και μηχανισμούς που μετατρέπονται σε τροχοπέδη της όποιας εξελικτικής πορείας.
«Το νέο εργασιακό νομοσχέδιο προστατεύει τους εργαζόμενους, ενισχύει τα δικαιώματά τους» ανέφερε χθες σε ανάρτησή του ο πρωθυπουργός» προσθέτοντας πως «δίνει δύναμη στον εργαζόμενο» και είναι ακριβώς αυτό το σημείο πέραν των καθαρά εργασιακών ζητημάτων που αναμορφώνει το οποίο αποκτά σημασία δεδομένου ότι αλλάζει τους συσχετισμούς ώστε να αποφασίζει η πλειοψηφία των εργαζομένων και όχι η μειοψηφία των επαγγελματιών συνδικαλιστών.
Και προχωρά ένα βήμα παραπάνω ορίζοντας ως υποχρεωτική τη λειτουργία και των δημοσίων υπηρεσιών με ένα ποσοστά ασφαλείας προκειμένου να αποφευχθεί η επανεμφάνιση φαινομένων τύπου ΔΕΗ όπου οι συνδικαλιστές κατέβαζαν στο παρελθόν τους διακόπτες ή τύπου συγκοινωνιών όπου οι εργατοπατέρες ταλαιπωρούσαν και ταλαιπωρούν χιλιάδες εργαζόμενους.
Ουσιαστικά αποκόπτεται ο ομφάλιος λώρος, ο οποίος επέτρεπε τη δημιουργία μηχανισμών εκβιασμού. Οι παλαιότεροι θα θυμούνται επεισόδια αρχισυνδικαλιστών για παράδειγμα στην Ολυμπιακή Αεροπορία όπου έλυναν και έδεναν ανεβοκατεβάζοντας διοικήσεις ακόμη και υπουργούς οδηγώντας την άλλοτε κραταιά εταιρεία στο κλείσιμο (χωρίς να ήταν αυτή η μοναδική αιτία).
- Χαρακτηριστικές οι διατάξεις σύμφωνα με τις οποίες:
- Προβλέπεται ελάχιστη εγγυημένη υπηρεσία σε κλάδους κοινής ωφέλειας κατά τη διάρκεια της απεργίας.
Διασφαλίζεται τουλάχιστον το ένα τρίτο της συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίας κατά τη διάρκεια απεργίας σε επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας, στους κλάδους: υγείας, ύδρευσης, ηλεκτροδότησης, διύλισης πετρελαίου, μεταφορών, τηλεπικοινωνιών, αποκομιδής απορριμμάτων, φορτοεκφόρτωσης και αποθήκευσης εμπορευμάτων στα λιμάνια, Πολιτικής Αεροπορίας, μισθοδοσίας στο Δημόσιο (συντάξεις). Οι κλάδοι που εντάσσονται στη ρύθμιση προσδιορίζονται από το νόμο 1264/1982.
Ακόμη πιο εμφατική αυτή που αναφέρει πως «Απαγορεύεται η παρεμπόδιση εργαζομένων που επιθυμούν να εργασθούν κατά τη διάρκεια της απεργίας. Παράβαση αυτής της υποχρέωσης οδηγεί στη διακοπή της απεργίας με δικαστική απόφαση»
Στις παραπάνω θα πρέπει να προστεθούν και οι εξής προβλέψεις:
- Απαγορεύεται η ενίσχυση συνδικαλιστικών οργανώσεων από εργοδότες και κόμματα
- Εγγραφή συνδικαλιστικών και εργοδοτικών οργανώσεων σε ηλεκτρονικό μητρώο στο ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ: καταστατικό, έδρα, αριθμός μελών
- Εγγραφή στο μητρώο που καθίσταται απαραίτητη προϋπόθεση για συλλογική διαπραγμάτευση, κήρυξη απεργίας ή ακόμη και υπογραφή συλλογικής σύμβασης εργασίας.
- Προϋπόθεση για κήρυξη απεργίας και την εκλογή Διοικητικού Συμβουλίου είναι η ύπαρξη διαθέσιμου συστήματος ηλεκτρονικής ψηφοφορίας.
Με λίγα λόγια η τάξη που μπαίνει μέσα από το νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας στη γενικότερη λειτουργία συνδικαλιστικών φορέων και συνδικάτων είναι η γενεσιουργός αιτία για τις αντιδράσεις και τις φωνές ακόμη και των δημοσίων υπαλλήλων για το 8ωρο που και δεν καταργείται και ουσιαστικά στον ιδιωτικό τομέα θωρακίζεται μέσα από την ηλεκτρονική κάρτα εργασίας.
Αξίζει να σημειωθεί δέ πως το τελευταίο το έχει χαιρετίσει και η ΓΣΕΕ αποτελεί κύριο αίτημά της ενώ και εκπρόσωποί της έχουν επισημαίνει το εξής: Η Ελλάδα είναι η τρίτη ευρωπαϊκή χώρα που το προωθεί.
Η ενόχληση των εργατοπατέρων μεγάλη, σε αυτή ποντάρουν και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία σημειωτέον στηλιτεύουν επίσης εκπρόσωποι των εργαζομένων εκτιμωντας πως τα μικροκομματικά τους ελατήρια δημιουργούν προβλήματα καθώς και οι κραυγές θα μπορούσαν να μετατραπούν σε εποικοδομητική κριτική για την διαμόρφωση ενός ακόμη πιο ισχυρού πλαισίου προστασίας της εργασίας και των εργαζομένων συνολικά.
Ουδείς αμφισβητεί το δικαίωμα στην απεργία, αμφισβητείται όμως η εκβιαστική λογική των συνδικαλιστικών που θα έπρεπε να επιδιώκουν πλειοψηφίες ισχυρές για να υποστηρίζουν τις διεκδικήσεις του. Όπως αμφισβητείται και η λογική των «χορηγιών» προς τις συνδικαλιστικές οργανώσεις από εργοδότες του ιδιωτικού και κυρίως του δημοσίου τομέα. Άλλωστε θα έπρεπε να το διεκδικούν οι ίδιοι ώστε να μην υπάρχουν σκιές στον τρόπο και για τον λόγο που δραστηριοποιούνται.
Σε κάθε περίπτωση τα σημεία που αναδεικνύονται από το εργασιακό νομοσχέδιο εγείρουν ερωτήματα για τη στάση συνδικαλιστών και διαφόρων, μικροκομματικά υποκινούμενων, υποστηρικτών. Καθιστούν ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη μεταρρυθμίσεων ανοίγοντας δρόμο για παρεμβάσεις σε άλλους τομείς άμεσα συνδεδεμένους επίσης με την ανάταξη της χώρας και την ανάκαμψη της οικονομίας όπως αυτός της δικαιοσύνης ειδικά σε ό,τι αφορά στην ταχύτητα απονομής που μετατρέπεται επίσης σε τροχοπέδη για επίδοξους επενδυτές.
Η ανάρτηση του πρωθυπουργού αναδεικνύει τη στήριξη που υπάρχει στις προωθούμενες αλλαγές και δείχνει το δρόμο που πρέπει να ακολουθεί και την ανάγκη να «σπάσουν αβγά» όσο κλισέ και αν θεωρείται η φράση αυτή.
Πρέπει να τονιστεί άλλωστε πως η επιτυχής έκβαση του σχεδίου που απαιτείται να εφαρμοστεί στη μετά covid εποχή εξαρτάται ακριβώς από τις προθέσεις του πρωθυπουργού, της κυβέρνησης και της κυβερνώσας παράταξης με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να επισημαίνει στη συνάντηση που είχε χθες με τον επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ ότι η Ελλάδα προωθεί σημαντικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις όπως η μείωση των φόρων, η εξυγίανση των τραπεζών και τον ψηφιακό μετασχηματισμό προσθέτοντας ότι:
«Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ποτέ δε σταματήσαμε να εφαρμόζουμε μεταρρυθμίσεις για να διασφαλίσουμε μια βιώσιμη ανάκαμψη, χωρίς αποκλεισμούς, στην περίοδο μετά την πανδημία».