Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία άλλαξε δραστικά τα δεδομένα της παγκόσμιας αγοράς ενέργειας, καθώς πλέον η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας LNG στον κόσμο. Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2022, η ΕΕ εισήγαγε πάνω από 65 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (bcm) LNG, αξίας άνω των 60 δισεκατομμυρίων ευρώ. Η Γαλλία ήταν ο μεγαλύτερος εισαγωγέας LNG στην ΕΕ, και ακολουθούν η Ισπανία και το Βέλγιο.
Ο παγκόσμιος ανταγωνισμός για το LNG αναμένεται να γίνει πιο έντονος τα επόμενα χρόνια, καθώς έχουν ήδη υπογραφεί όλα τα συμβόλαια για την παράδοση του καυσίμου μέχρι το 2026. Πρόκειται για τις σημαντικότερες συμβάσεις, καθώς είναι αυτές που συνάπτουν οι χώρες και οι εταιρείες με τους μεγάλους παραγωγούς του καυσίμου και οι οποίες προσφέρουν σταθερές τιμές και ασφαλή προμήθεια για αρκετά χρόνια. Εν ολίγοις, οι μόνες διαθέσιμες ποσότητες καυσίμων είναι αυτές που διατίθενται στην ανοικτή διεθνή αγορά (spot), όπου ο ανταγωνισμός είναι επιθετικός και οι προμηθευτές επιλέγουν τον αγοραστή που είναι διατεθειμένος να πληρώσει την υψηλότερη τιμή.
Ως εκ τούτου, η αύξηση των εισαγωγών LNG είναι ο βασικός τρόπος για τη διαφοροποίηση των προμηθευτών και των οδών που χρησιμοποιεί η ΕΕ για την προμήθεια φυσικού αερίου.
Η συνολική ικανότητα εισαγωγής LNG της ΕΕ είναι σημαντική (περίπου 157 δισ. κυβικά μέτρα σε επαναεριοποιημένη μορφή ετησίως) - αρκετή για να καλύψει περίπου το 40% της συνολικής ζήτησης φυσικού αερίου.
Ωστόσο, η πρόσβαση σε υποδομές LNG είναι άνιση στην ΕΕ. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, έχει προβλεφθεί ότι η ικανότητα επαναεριοποίησης στην Ευρώπη θα αυξηθεί κατά 5,3 δισ. κυβικά πόδια ημερησίως έως το τέλος του 2023 και άλλα 1,5 δισ. κυβικά πόδια έως το τέλος του 2024.
Η επιθυμία της Ευρώπης να απεξαρτηθεί από το ρωσικό φυσικό αέριο θα οδηγήσει την ήπειρο να επεκτείνει την ικανότητα εισαγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου κατά ένα τρίτο μέχρι το 2024 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2021, δίνοντας τον τόνο για την παρουσία του υγροποιημένου φυσικού αερίου στο ενεργειακό μείγμα τα επόμενα 5 έως 10 χρόνια.
Το βασικά εργαλεία που βρίσκονται στο τραπέζι της ΕΕ για την αντιμετώπιση των υψηλών τιμών στην αγορά του φυσικού αερίου είναι δύο:
- Ο μηχανισμός διόρθωσης που λόγω της υψηλής ανώτατης τιμής στα 275 ευρώ τη μεγαβατώρα και της πρόβλεψης μεγάλης διάρκειας της υψηλής τιμής σε συνδυασμό με απόσταση τουλάχιστον 50 ευρώ από την τιμή αναφοράς στο TTF , είναι εμφανώς ατελέσφορος και απαιτείται άμεση προσαρμογή του προκειμένου να έχει σημασία για την αγορά
-Η πλατφόρμα κοινών εθελοντικών παραγγελιών φυσικού αερίου που αναμένεται να ενεργοποιηθεί το 2023 για τις προμήθειες του επόμενου χειμώνα και βασίζεται στη δυνατότητα της ενιαίας αγοράς ως το μεγαλύτερο εισαγωγέα υγροποιημένου φυσικού αερίου στον κόσμο.
Μέχρι όμως να υλοποιηθεί η δυνατότητα των κοινών εθελοντικών προμηθειών, οφείλουμε να στραφούμε σε ad hoc συνέργειες με αξιόπιστους προμηθευτές προκειμένου να διασφαλίσουμε την ασφάλεια των προμηθειών βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα.
Οι περιπτώσεις της Αιγύπτου, του Αμπού Ντάμπι και της Νορβηγίας δείχνουν τον δρόμο:
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προσβλέπουν όλο και περισσότερο σε χώρες της Μέσης Ανατολής, όπως το Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, για μακροπρόθεσμες προμήθειες LNG που θα βοηθήσουν στην αντικατάσταση των ρωσικών προμηθειών φυσικού αερίου.
Η γερμανική κυβέρνηση έχει υπογράψει δύο μνημόνια κατανόησης με την Αίγυπτο για την ενίσχυση των συνεργασιών στον τομέα του LGN και του πράσινου υδρογόνου. Η συνεργασία, η οποία ανακοινώθηκε για πρώτη φορά τον Ιούλιο, προβλέπει ότι η Γερμανία υποστηρίζει την Αίγυπτο στην οικοδόμηση ενός βιώσιμου πράσινου τομέα υδρογόνου και στην αύξηση του εμπορίου LNG.
Η Abu Dhabi National Oil Company (Adnoc) υπέγραψε συμφωνία προμήθειας υγροποιημένου φυσικού αερίου με την αυστριακή OMV, καθώς η Αυστρία προσπαθεί να μειώσει την εξάρτησή της από τις ρωσικές ποσότητες τα επόμενα χρόνια.
Η συμφωνία της Adnoc με την OMV ακολουθεί συμφωνίες του περασμένου Σεπτεμβρίου με γερμανικές εταιρείες για την προμήθεια υγροποιημένου φυσικού αερίου και αμμωνίας χαμηλών εκπομπών άνθρακα τα επόμενα χρόνια.
Παράλληλα, η Ευρώπη πρέπει να δώσει έμφαση στην εσωτερική της δύναμη τη Νορβηγία.
Ο πρωθυπουργός της Νορβηγίας, Jonas Gahr, άφησε να εννοηθεί πριν από λίγες ημέρες ότι η χώρα του, θα μπορούσε να είναι ανοικτή σε εκπτώσεις στις τιμές του φυσικού αερίου για τα πεινασμένα από την ενέργεια ευρωπαϊκά έθνη. Είναι έξυπνη κίνηση, δεδομένου ότι το μέγεθος της έκπτωσης είναι λιγότερο σημαντικό από την χειρονομία.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και η οπλοποίηση των προμηθειών φυσικού αερίου ώθησαν τα κράτη μέλη της ΕΕ να αναπτύξουν περαιτέρω τις υποδομές τους σε LNG. Ορισμένες προγραμματισμένες επενδύσεις πρόκειται να αντιμετωπιστούν ως έργα κοινού ενδιαφέροντος της ΕΕ, τα οποία επωφελούνται από απλουστευμένες διαδικασίες και, σε ορισμένες περιπτώσεις, από συγχρηματοδότηση μέσω του μηχανισμού "Συνδέοντας την Ευρώπη"(CEF).
Όσον αφορά τις υποδομές, η Ελλάδα και η Γερμανία διαδραματίζουν ήδη σημαντικό ρόλο.
Η γερμανική κυβέρνηση εγκαινίασε στις 15 Νοεμβρίου τον πρώτο πλωτό τερματικό σταθμό της, ο οποίος κατασκευάστηκε σε χρόνο ρεκόρ και προορίζεται για την υποδοχή LNG στο πλαίσιο του σχεδίου του Βερολίνου για την αντικατάσταση του ρωσικού φυσικού αερίου, ενώ το πρώτο πλοίο επαναεριοποίησης θα ελλιμενιστεί στα μέσα Δεκεμβρίου.
Μετά την επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία, τη διακοπή της προμήθειας φυσικού αερίου από την Gazprom και την επακόλουθη καταστροφή του αγωγού Nord Stream 1, η Γερμανία χάνει περίπου 50 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (bcm) φυσικού αερίου σε ετήσιες παραδόσεις.
Η εσπευσμένα κατασκευασμένη υποδομή για τη διευκόλυνση της εισαγωγής LNG είναι η διέξοδος του Βερολίνου.
Παράλληλα, η Ελλάδα αυξάνει την παρουσία της στη νοτιοανατολική Ευρώπη ως βασικός ενεργειακός παίκτης για την επόμενη δεκαετία:
Μια άλλη ενεργειακή υποδομή δρομολογήθηκε από τον Διαχειριστή του Ελληνικού Συστήματος μεταφοράς Φυσικού Αερίου ΔΕΣΦΑ. Ο νέος σταθμός φόρτωσης φορτηγών LNG στη Ρεβυθούσα προσφέρει μια ευέλικτη λύση για την οδική μεταφορά σημαντικών ποσοτήτων ενέργειας, προσομοιάζοντας έναν εικονικό αγωγό, σε περιοχές εκτός δικτύου και χρήστες, μέσω της φόρτωσης ειδικά σχεδιασμένων φορτηγών LNG.
Ειδικότερα, μέσω της συγκεκριμένης εφαρμογής, καθίσταται δυνατή η τροφοδότηση βιομηχανικών καταναλωτών, πρατηρίων καυσίμων οχημάτων που χρησιμοποιούν φυσικό αέριο, καθώς και οικιακών και εμπορικών καταναλωτών σε περιοχές που δεν είναι συνδεδεμένες με το δίκτυο μεταφοράς του ΔΕΣΦΑ, με σημαντικά οφέλη.
Ταυτόχρονα, το FSRU της Αλεξανδρούπολης, εισέρχεται στην τελική ευθεία ως ένα έργο που πρόκειται να αποτελέσει μια νέα ενεργειακή πύλη, ενώ διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην ενεργειακή ασφάλεια και ανεξαρτησία της Ελλάδας και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Η ευρωπαϊκή ταξινομία (taxonomy) συμβάλει στη διασφάλιση της ροής κεφαλαίων σε έργα και υποδομές καθαρής ενέργειας, ενώ παράλληλα απομακρύνει επενδύσεις από τα ορυκτά καύσιμα με μεγάλη ένταση εκπομπών. Στο πεδίο αυτό μια συμπληρωματική πράξη για την επιλεξιμότητα του LNG ως τεχνολογίας-γέφυρας θα συνέβαλε σημαντικά στην προβλεψιμότητα των επενδύσεων για τη συγκεκριμένη μορφή καυσίμου ως το 2035.
Είναι επιτακτική ανάγκη οι υπό δημιουργία υποδομές να είναι έτοιμες για υδρογόνο, προκειμένου να υποστηριχθεί η επόμενη ημέρα στην ΕΕ.
Η πρόσφατη ανακοίνωση της Προέδρου της Κομισιόν στην ολομέλειας μας στο Στρασβούργο, για τη δημιουργία της Τράπεζας Υδρογόνου συνδέεται με επενδύσεις 3 δισ. ευρώ για ανανεώσιμο υδρογόνο. Στο πλαίσιο αυτό, θα είναι εφικτή η δημιουργία και η ομαδοποίηση έργων σχετικά με τη μελλοντική αγορά υδρογόνου που θα συμβάλει στην υλοποίηση της ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό ότι με τον όρο τράπεζα εννοούμε τη συγκέντρωση έργων για την καλύτερη και αμεσότερη υλοποίηση της τελευταίας, καθώς, σύμφωνα με τα λόγια της Ούρσουλα φόνο ντερ Λαινεν «το υδρογόνο μπορεί να αλλάξει τα πράγματα για την Ευρώπη και τη στρατηγική της απεξάρτηση από το φυσικό αέριο» .
Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, οι Ευρωπαίοι αγοραστές γνωρίζουν ότι χρειάζονται φυσικό αέριο τώρα, αλλά οι ανάγκες τους μετά το 2025 είναι αβέβαιες.
Αυτό οφείλεται στο ρυθμό της ενεργειακής μετάβασης και στην αυξανόμενη αναγνώριση ότι οι τρέχουσες υψηλές τιμές του φυσικού αερίου θα μπορούσαν να μειώσουν σημαντικά τη ζήτηση μακροπρόθεσμα.
Σε αυτό το πλαίσιο το LNG λειτουργεί ως αξιόπιστο ενδιάμεσο εργαλείο και ως ευκαιρία για την επιτάχυνση της μετάβασης προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Σύμφωνα με τον ευρωπαϊκό στόχο το 2030 το 45% του ενεργειακού μείγματος σε επίπεδο ΕΕ οφείλει να προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές. Οφείλουμε να κινηθούμε ταχύτατα με σχεδιασμό , παρέχοντας προβλεψιμότητα στις επενδύσεις. Τα δύσκολα μαθήματα που μας παρέχει η ενεργειακή κρίση αρκούν για να μην επαναληφθεί.
* Η Μαρία Σπυράκη είναι ευρωβουλευτής συμπρόεδρος του Intergroup για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη και την Κλιματική Αλλαγή