Ο Αλέξης Τσίπρας αναγνώρισε ως σφάλμα του την εισαγωγή της ολοσχερούς -πλην καθόλου «απλής» ως συνήθως αποκαλείται- αναλογικής. Και προέβλεψε πως επί δεκαετίες ουδείς θα τολμήσει να ξαναθέσει ζήτημα εισαγωγής αναλογικού συστήματος στη χώρα μας, ενός συστήματος τη λειτουργία του οποίου ούτε η πολιτική κουλτούρα μας ευνοεί ούτε η πολιτική ιστορία μας έχει δικαιώσει (όλες, τις 9 δηλαδή φορές, που έχει εφαρμοστεί τέτοιο σύστημα: 1926, 1932, 1946, 1950, Ιούνιος 1989, Νοέμβριος 1989, 1990, 2023).
Αχ να διάβαζε λιγάκι παραπάνω ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ: Επί δεκαετίες σε άρθρα, βιβλία και μελέτες, με ιστορικές αναφορές και συγκριτικά παραδείγματα, προειδοποιούσα για τις παρενέργειες ενός πλήρως αναλογικού εκλογικού συστήματος. Βέβαια, αυτός λυπάται για το κακό που έκανε η εν λόγω θεσμική καινοτομία στο κόμμα του. Ωστόσο, αυτή κακό έκανε και στη χώρα. Φοβάμαι δε πως θα συνεχίσει να κάνει και μετά τις εκλογές της 25ης Ιουνίου, έστω και αν τότε αναδειχθεί κοινοβούλιο με εκλογικό σύστημα τελείως διαφορετικής λογικής. Επεξηγώ…
Ένα εκλογικό σύστημα πριν καθορίσει την κατανομή των εδρών, καθορίζει -μέσα από την ανάδειξη των βασικών εκλογικών διακυβευμάτων- την κατανομή των ψήφων.
Σε όλα τα χρόνια της Μεταπολίτευσης, πλην της περιόδου 1989-90 και των εκλογών του Μαΐου του 2023, όλες οι εκλογικές αναμετρήσεις διεξήχθησαν με εκλογικό σύστημα πλειοψηφικής λογικής, με την έννοια πως ο μηχανισμός κατανομής των εδρών ως βασικό εκλογικό διακύβευμα αναδείκνυε το αν θα προκύψει αυτοδύναμη μονοκομματική κυβέρνηση και ποιου κόμματος θα ήταν.
Με ένα τέτοιο εκλογικό σύστημα λοιπόν, συμβατό προς την πολιτική κουλτούρα της Μεταπολίτευσης… Και χωρίς τη «μη λογική» της αναλογικής… Θα ήταν αδύνατον και αδιανόητο δύο κόμματα από το πουθενά, αντισυστημικά, αντίθετα σε πολλά consensus (πχ πως η χώρα είναι κράτος κοσμικό και δυτικόφιλο), δημοσκοπικά δε έως προχθές μη ανιχνεύσιμα, όπως η Νίκη και η Πλεύση Ελευθερίας, να αγγίξουν, σχεδόν να φτάσουν, το όριο το 3%.
Χωρίς δε τα ποσοστά αυτά, που μόνο με την αναλογική θα μπορούσαν να έχουν επιτευχθεί, θα ήταν αδιανόητη η -σήμερα λογικά επικείμενη και σχεδόν αναπόφευκτη, εκτός αν την αποτρέψουν την τελευταία στιγμή η αμετροέπεια της Ζωής και η στήριξη του Κασιδιάρη στους Σπαρτιάτες- είσοδος στο κοινοβούλιο ανύπαρκτων έως χθες κομματικών μορφωμάτων. Μορφωμάτων που θα λειτουργούν ως αντιπολίτευση στο «ιδεολογικό corpus συναίνεσης» που βλέπει τη χώρα μας ως δυτικόφιλο κοσμικό κράτος, μάλιστα δε με πραγματισμό στους διεθνοπολιτικούς προσανατολισμούς του.
Με άλλα λόγια: Η αναλογική ως θεσμικό υπόστρωμα των εκλογικών λειτουργιών εξαντλήθηκε στις 21 Μαΐου. Ως πολιτικό αποτύπωμα, όμως, θα ταλαιπωρεί τη δημόσια ζωή για αρκετά χρόνια. Εγκλωβίζοντας δε τα τρία συστημικά κόμματα, ιδιαίτερα μάλιστα τα δύο μεγαλύτερα που εμφανίζονται ως κόμματα εξουσίας, μεταξύ πολλών άλλων και καινοφανών πολιτικών παικτών, θα τους στερεί το οιονεί πολιτικό μονοπώλιο του κεντροδεξιού και του κεντροαριστερού αντίστοιχα πολιτικού ημισφαίριου του όλου συστήματος.
Μια τέτοια εξέλιξη, όμως, θα «εμπλουτίζει» μεν τον δημόσιο διάλογο με -αντισυστημική- «πολυφωνία», θα αποδυναμώνει ωστόσο τον δικομματισμό, άρα και τον πολιτικό πραγματισμό τον οποίο, έστω αφότου ωριμάσουν, τα κόμματα εξουσίας είναι υποχρεωμένα να υπηρετούν.
Επομένως, θα δυσκολεύει και την κυβερνησιμότητα του τόπου. Ή, έστω, αν η ηγεμονία της ΝΔ διατηρηθεί σε μεγάλο βάθος χρόνου, θα εμποδίζει την απαραίτητη σε κάθε δημοκρατία ενδοσυστημική εναλλαγή στην εξουσία, αυτή που επιτρέπει διορθώσεις και αποφορτίσεις στην πολιτική πραγματικότητα, χωρίς την υπονόμευση του αναγκαίου συναινετικού υποστρώματος της δημόσιας ζωής σε μια χώρα που θέλει να λειτουργεί ως ώριμη δυτική και δυτικοστραφή δημοκρατία… Νομίζω, πως μέσω Ζωής και Νίκης, θα πληρώνουμε για αρκετά ακόμη την ιστορική και πολιτική απαιδευσία του Τσίπρα…