Την πληρωμή του ενοικίου υποχρεωτικά μέσω τραπέζης, είτε ηλεκτρονικά είτε στο γκισέ, σχεδιάζει το οικονομικό επιτελείο προκειμένου να περιορίσει τα φαινόμενα φοροδιαφυγής. Το σχέδιο προβλέπει ότι ο ενοικιαστής θα καταθέτει το μίσθωμα που αναγράφεται στο συμβόλαιο σε λογαριασμό του ιδιοκτήτη, σύμφωνα με την «Καθημερινή».
Σε διαφορετική περίπτωση δηλαδή εάν κάποιος συνεχίσει να πληρώνει με μετρητά θα προβλεφθούν αυστηρά πρόστιμα τόσο για τον ενοικιαστή όσο και για τον ιδιοκτήτη.
Η κίνηση αυτή βοηθάει και τους ιδιοκτήτες ακινήτων οι οποίοι στην περίπτωση που «πέσουν» πάνω σε έναν κακοπληρωτή θα εμφανίζεται μέσω του τραπεζικού τους λογαριασμού ότι δεν τα έχουν εισπράξει και ως εκ τούτου δεν θα είναι υποχρεωμένοι να τα δηλώσουν και να φορολογηθούν για αυτά.
Στελέχη του υπουργείου Οικονομικών εκτιμούν ότι με την πληρωμή των ενοικίων μέσω του τραπεζικού συστήματος (στο ταμείο ή με e-banking ) θα περιοριστεί σημαντικά η φοροδιαφυγή στις τάξεις των ιδιοκτητών ακινήτων αρκετοί από τους οποίους αποκρύβουν τα εισοδήματα από ακίνητα καθώς οι φόροι είναι τσουχτεροί.
Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι θα λυθεί το μεγάλο πρόβλημα της φοροδιαφυγής. Και αυτό καθώς στην πράξη ιδιοκτήτης και ενοικιαστής συμφωνούν μεταξύ τους στην αναγραφή ενός χαμηλότερους τιμήματος στο μισθωτήριο συμβόλαιο και στην καταβολή του υπολοίπου με μετρητά στα χέρια του ιδιοκτήτη. Ο τελευταίος δηλώνει στη φορολογική του δήλωση μόνο το μίσθωμα που φαίνεται στο μισθωτικό συμφωνητικό.
Τα ίδια στελέχη υποστηρίζουν ότι με τις πολλαπλές διασταυρώσεις στα εισοδήματα τόσο από τις αποδοχές όσο και από την ακίνητη περιουσία θα εντοπιστούν περιπτώσεις μεγάλης κυρίως φοροδιαφυγής. Ταυτόχρονα σημειώνουν ότι αρκετοί θα φοβηθούν μήπως πέσουν τα δίχτυα της εφορίας με αποτέλεσμα να σταματήσουν τις πρακτικές απόκρυψης εισοδημάτων από ενοίκια.
Οι σκέψεις για την υποχρεωτική καταβολή των μισθωμάτων μέσω τραπεζικών λογριασμών ξεκίνησαν μετά την αποκάλυψη από την ΑΑΔΕ απόκρυψη φορολογητέας ύλη στη Μύκονο τόσο από τον ιδιοκτήτη πολυτελούς ακινήτου όσο και από τον ενοικιαστή. Συγκεκριμένα η έρευνα κατέδειξε ότι τον Απρίλιο του 2018, είχε υποβληθεί στο TAXIS δήλωση μίσθωσης του πολυτελούς ακινήτου στη Μύκονο , η οποία και έγινε αποδεκτή από τον μισθωτή εννέα ημέρες αργότερα. Πρόκειται για επαγγελματική/εμπορική μίσθωση, με μηνιαίο μίσθωμα 1.666,67 ευρώ, με δωδεκαετή περίοδο ισχύος. Μάλιστα, αναφέρεται ότι, για τα τέσσερα τελευταία χρόνια, το μίσθωμα τριπλασιάζεται. Ο ιδιοκτήτης του ακινήτου, όμως, δεν δηλώνει εισόδημα από μίσθωση ακινήτου και δεν υποβάλει έντυπο Ε2, με το εν λόγω ακίνητο να εμφανίζεται ως δευτερεύουσα κατοικία. Επιπλέον, ο μισθωτής του ακινήτου δεν δηλώνει εισόδημα από εκμετάλλευση ακινήτου, ούτε έχει κάνει έναρξη επιτηδεύματος ως όφειλε, παρ΄ όλο που οι καταθέσεις των πελατών, που μισθώνουν τη βίλα, γίνονται σε δικό του τραπεζικό λογαριασμό.
Προκειμένου λοιπόν να αποφευχθούν φαινόμενα μεγάλης φοροδιαφυγής η κυβέρνηση σχεδιάζει να προχωρήσει στο ανωτέρω μέτρο, ενώ σε βάθος χρόνου και εφόσον τα έσοδα από την μίσθωση ακινήτων αυξηθούν, θα προχωρήσει στον εξορθολογισμό της κλίμακας φορολόγησης τους. Να σημειωθεί πως σήμερα το εισόδημα από ακίνητη περιουσία φορολογείται αυτοτελώς ως εξής:
0-12.000 ευρώ με 15%
12.001-35.000 ευρώ με 35%
35.001 ευρώ και πάνω με 45%.
Στις προθέσεις του οικονομικού επιτελείου είναι ο δεύτερος συντελεστής να διαμορφωθεί εντός της τετραετίας στο 20% ή 25%.
Δεν αποκλείεται πάντως να καταργηθεί η σχετική κλίμακα και να φορολογηθούν τα εισοδήματα από ενοίκια με τη γενική κλίμακα φορολογίας εισοδήματος. Οι αλλαγές πάντως στον τρόπο φορολόγησης των εισοδημάτων από ενοίκια θα συζητηθούν σε δεύτερη φάση και δεν θα περιληφθούν στο τρέχον νομοσχέδιο που θα κατατεθεί προσεχώς στη Βουλή
Σημειώνεται ότι τα εισοδήματα από ενοίκια έχουν συρρικνωθεί σημαντικά τα χρόνια της κρίσης κάτι που οφέιλεται αφενό στην πτώση των τιμών ενοικίων, την αύξηση ων φόρων στα ακίνητα αλλά και στη φοροδιαφυγή. Οι ιδιοκτήτες εκμισθούμενων ακινήτων δήλωσαν συνολικά για το 2017 ποσόν εισοδήματος 6,192 δισ. ευρώ ενώ το 2010 είχαν δηλώει 8,87 δις. ευρώ. Οι φόροι από το 2010 μέχρι και το 2015 αυξήθηκαν κατά 600% και πλέον, ενώ την ίδια στιγμή τα εισοδήματα μειώθηκαν κατά 32%. Σύμφωνα με στοιχεία:
• Το 2010 το Δημόσιο εισέπραξε από τη φορολόγηση των ακινήτων 487 εκατ. ευρώ, ενώ το δηλoύμενο εισόδημα από ακίνητα ανερχόταν στα 8,87 δισ. ευρώ.
• Το 2011 οι φόροι των ακινήτων έφθασαν το 1,17 δισ. ευρώ, ενώ το δηλούμενο εισόδημα τα 7,98 δισ. ευρώ (1.584.059 φορολογούμενοι είχαν εισοδήματα από ακίνητα).
• Το 2012 οι φόροι των ακινήτων διαμορφώθηκαν στα 2,75 δισ. ευρώ, ενώ το εισόδημα από ακίνητα στα 6,8 δισ. ευρώ.
• Το 2013 οι φόροι των ακινήτων αυξήθηκαν περαιτέρω και διαμορφώθηκαν στα 2,991 δισ. ευρώ, με το δηλούμενο εισόδημα να μειώνεται στα 6,22 δισ. ευρώ.
• Το 2014 οι φόροι των ακινήτων έσπασαν το φράγμα των 3 δισ. ευρώ και συγκεκριμένα εισπράχθηκαν 3,474 δισ. ευρώ, με το δηλούμενο εισόδημα να περιορίζεται στα 6,08 δισ. ευρώ.
• Το 2015 οι φόροι στα ακίνητα ανήλθαν στα 3,18 δισ. ευρώ, με το δηλούμενο εισόδημα να υποχωρεί στα 6,05 δισ. ευρώ.
• Το 2016 οι φόροι στα ακίνητα ανήλθαν στα 3,53 δισ. ευρώ, με το δηλούμενο εισόδημα από ακίνητα να περιορίζεται και να φθάνει τα 6,1 δισ. ευρώ.
• Το 2017 οι φόροι στα ακίνητα διαμορφώθηκαν στα ίδια επίπεδα με το δηλούμενο εισόδημα από ακίνητα να φθάνει στα 6,19 δισ. ευρώ.