Ξεπέρασε τα 2 δισ. ευρώ η καθαρή χρηματοδότηση ιδιωτικών επιχειρήσεων την άνοιξη, κατά το κρίσιμο τρίμηνο δηλαδή Μαρτίου, Απριλίου και Μαΐου, χωρίς να περιλαμβάνεται στα στοιχεία αυτά ο δανεισμός τραπεζών και ασφαλιστικών επιχειρήσεων. Ο συνολικός καθαρός δανεισμός έφτασε τα 2,12 δισ. ευρώ.
Το διάστημα είναι κρίσιμο γιατί περιλαμβάνει τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία μέχρι τον μήνα Μάιο από την Τράπεζα της Ελλάδος και ξεκινά από τον Μάρτιο, δηλαδή περίπου μία εβδομάδα μετά την έναρξη της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, που αλλάζει τα δεδομένα για την ευρωπαϊκή και τη διεθνή οικονομία και φυσικά για την ελληνική οικονομία.
Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν την αντίληψη τραπεζικών στελεχών, ότι και το δεύτερο τρίμηνο της χρονιάς ήταν καλό, χάρη κυρίως στα επιχειρηματικά δάνεια που συνέβαλαν σημαντικά στην τραπεζική δραστηριότητα και ενίσχυσαν την ανάπτυξη της οικονομίας στο συγκεκριμένο διάστημα.
Η επέκταση του δανεισμού φέτος έρχεται κυρίως από τον επιχειρηματικό κλάδο, όπου οι επιχειρήσεις ζητούν χρηματοδότηση «για τους σωστούς λόγους», σύμφωνα με υψηλόβαθμο τραπεζικό στέλεχος.
Δηλαδή για επενδύσεις, καθώς και για την τροφοδοσία με πρώτες ύλες, ειδικά σε περιπτώσεις όπου χρειάστηκε να αναζητήσουν εναλλακτικές πηγές, καθώς υπάρχουν καθυστερήσεις και προβλήματα. Οι επιχειρήσεις με τη σειρά τους θέλουν να διατηρήσουν και να αυξήσουν όπου είναι δυνατόν, αγορές και μερίδια και να συντηρήσουν την τάση στη δραστηριότητά τους.
Στεγαστικά δάνεια
Μετά την έναρξη του πολέμου και με δεδομένη την αύξηση του πληθωρισμού από τους πρώτους μήνες, παρατηρήθηκε διστακτικότητα των υποψήφιων δανειοληπτών στα στεγαστικά δάνεια.
Αποδείχθηκε λανθασμένη ειδικά για αγοραστές με σταθερό εισόδημα και απασχόληση ή για εισοδήματα που δεν είχαν να φοβηθούν την αύξηση των επιτοκίων. Οι τιμές ήταν (και παραμένουν) ιδιαίτερα ευνοϊκές, ενώ οι τράπεζες έδιναν και θα συνεχίσουν φυσικά να δίνουν δάνεια με σταθερά επιτόκια.
Η διαφορά είναι ότι οι τράπεζες αναμένοντας αύξηση επιτοκίων που θα κλιμακωθεί στη συνέχεια, θα αναπροσαρμόσουν τα επιτόκιά τους αναλόγως και επομένως οι αναποφάσιστοι έχασαν την ευκαιρία να «κλειδώσουν» δάνεια με φθηνότερα σταθερά επιτόκια.
Σε κάθε περίπτωση, η αγορά εκτιμά, ότι ο αρχικός στόχος που είχε τεθεί για φέτος για συνολική άνοδο των δανείων για στέγη κατά 30% από πέρυσι, δεν πρόκειται να πραγματοποιηθεί, λόγω των συνθηκών που έχουν επικρατήσει, αλλά τίποτα δεν μπορεί να αποκλεισθεί, δεδομένων των φθηνότερων τιμών ακινήτων στην Ελλάδα.
Ας σημειωθεί ότι τα μικρά συγκριτικά ποσοστά δανεισμού για στέγη που παρατηρείται γεωγραφικά σε όλο τον Ευρωπαϊκό Νότο, έχει συγκρατήσει τις τιμές στα ακίνητα με καθυστέρηση μεν στην επαναφορά τους σε πιο ρεαλιστικές αποτιμήσεις, ωστόσο έχει δύο θετικά στοιχεία:
- Πρώτον έχουν αποφευχθεί φαινόμενα «φούσκας» που είχαν παρατηρηθεί στα ευρωπαϊκά ακίνητα,
- Δεύτερον, προβλήματα από «σκάσιμο» της φούσκας, αλλά και νέου κύματος «κόκκινων δανείων», ανάλογα με αυτά που φοβούνται στην Ευρώπη με την αύξηση των επιτοκίων, δεν αναμένονται. Αντίθετα οι ακόμα φθηνές τιμές των ακινήτων, ενδέχεται να κάνουν την ελληνική αγορά ακινήτων ανταγωνιστική λόγω της διαφοράς στη φάση ανάπτυξης, μεταξύ διεθνών αγοραστών που έχουν τη ρευστότητα.
Επιπλέον, ο δανεισμός σε επιχειρήσεις έχει συνολικά μεγαλύτερο αποτύπωμα στην οικονομία και την απασχόληση και ισχυρότερη αναπτυξιακή χροιά.
Καταναλωτικά δάνεια και εμπορικές επιχειρήσεις
Σύμφωνα με τις ίδιες εκτιμήσεις, με το τέλος Μαϊου η σκυτάλη έχει περάσει στον τουρισμό και τα καταναλωτικά δάνεια, τα οποία παραμένουν μεγάλο ερωτηματικό με πιθανό θετικό πρόσημο και έκπληξη από τον τομέα των μικρών γρήγορων δανείων που δίνουν οι τράπεζες μέσω web.
Αν και ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος, τα επιτόκια των δανείων αυτών είναι κυμαινόμενα και δίνουν τη δυνατότητα αυξητικών αναπροσαρμογών, καθώς το euribor στο οποίο βασίζονται συνεχίζει το ράλι και ανεβαίνει διαρκώς, αν και παραμένει ακόμα σε αρνητικό έδαφος. Ωστόσο τα επιτόκια θα ακριβαίνουν συνεχώς, απλά επειδή τα ποσά των δανείων είναι μικρά, οι επιβαρύνσεις δεν θα είναι σημαντικές.
Συγκεκριμένες κατηγορίες καταναλωτικών δανείων αναμένεται να κινηθούν στη συνέχεια επίσης ενισχύοντας και το τζίρο των εμπορικών επιχειρήσεων, μέσω των προγραμμάτων για αγορές σύγχρονων ηλεκτρικών συσκευών με μικρότερη κατανάλωση, που κινούνται τώρα στην αγορά.
Με αυτά εκτιμάται ότι θα μειωθεί σημαντικά αν δεν ξεπεραστεί κιόλας, το κενό των εσόδων από χρηματοδοτήσεις στην αγορά αυτοκινήτου, που ήταν παραδοσιακά, η «ατμομηχανή», των καταναλωτικών δανείων. Τα δάνεια στον κλάδο υστερούν μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, λόγω της πτώσης στην παραγωγή νέων αυτοκινήτων, που οφείλεται σε δυσχέρειες στην αλυσίδα τροφοδοσίας υλικών και ανταλλακτικών.
Η αλυσίδα έχει διαταραχθεί και δεν έχει επανέλθει πλήρως παρά την ύφεση του Covid αφενός γιατί παρουσιάζονται κατά καιρούς νέα κρούσματα στην Κίνα και αφετέρου λόγω του πολέμου, που προκάλεσε νέες δυσκολίες.