Τι κρύβεται πίσω από την παρέμβαση Γέλεν στο Eurogroup

Τι κρύβεται πίσω από την παρέμβαση Γέλεν στο Eurogroup

Οι πιέσεις που ασκεί εδώ και καιρό η Ουάσινγκτον στις Βρυξέλλες και η έκτακτη συμμετοχή της Τζάνετ Γέλεν στη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, φαίνεται πως έπιασαν τόπο. Η Ευρώπη αναβάλλει για τον Οκτώβριο την παρουσίαση του σχεδίου για την επιβολή ψηφιακού φόρου, ο οποίος θα έπληττε τα αμερικανικά τεχνολογικά μεγαθήρια που δραστηριοποιούνται στην Ευρώπη, όπως η Amazon και η Google.

Αυτός ήταν ο βασικός στόχος του ταξιδιού της Αμερικανίδας υπουργού Οικονομικών στη Γηραιά Ήπειρο και όπως όλα δείχνουν η αποστολή της στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία. Η Γέλεν, μετέφερε, επίσης, δύο σημαντικά για τις σχέσεις Ευρώπης-ΗΠΑ μηνύματα, εκ των οποίων το ένα αφορά άμεσα την Ουάσιγκτον και το άλλο θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στην πορεία της ελληνικής οικονομίας.

Επισήμως, η Γέλεν ζήτησε από τους Ευρωπαίους να μην αποσύρουν πρόωρα τα μέτρα στήριξης της οικονομίας και να συμφωνήσουν το ταχύτερο δυνατό στην επιβολή ενός παγκόσμιου ελάχιστου εταιρικού φόρου στο 15%, τον οποίο ενέκρινε νωρίτερα μέσα στο Σαββατοκύριακο το G20.

Όμως το… βαθύτερο νόημα της επίσκεψης Γέλεν κρύβεται στις ανεπίσημες επαφές με τους υπεύθυνους χάραξης δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής. Η Αμερικανίδα αξιωματούχος, άλλωστε, γνωρίζεται καλά και με την Κριστίν Λαγκάρντ, καθώς διετέλεσε πρόεδρος της Fed την περίοδο 2013-2018, όταν η νυν επικεφαλής της ΕΚΤ βρισκόταν στο τιμόνι του ΔΝΤ.

Η βασική επιδίωξη των ΗΠΑ είναι η Ευρώπη να συνεχίσει να αποτελεί μία ελκυστική και πάνω απ’ όλα «ανοιχτή» αγορά για τις αμερικανικές επιχειρήσεις όλων των κλάδων. Για να γίνει όμως αυτό, θα πρέπει η Ευρώπη να αναθεωρήσει τα σχέδιά της για την επιβολή ψηφιακού φόρου στους αμερικανικούς τεχνολογικούς κολοσσούς που δραστηριοποιούνται στην ΕΕ.

Η Κομισιόν λέγεται ότι έχει καταλήξει σε φόρο 0,3% επί των προϊόντων και υπηρεσιών που πωλούνται διαδικτυακά από εταιρείες με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 50 εκατ. ευρώ. Ο εν λόγω φόρος είναι γενικότερος και δεν αφορά μόνο τους αμερικανικούς κολοσσούς της τεχνολογίας.

Μάλιστα, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν είχε δεσμευτεί να παρουσιάσει το σχέδιο για τον ψηφιακό φόρο μέσα στον Ιούλιο, στο πλαίσιο του γενικότερου πλάνου εξασφάλισης εσόδων για τη χρηματοδότηση των αναγκών που προκάλεσε η πανδημία. Η αναβολή για τον Οκτώβριο υποδεικνύει ότι η Ευρώπη έχει δεύτερες σκέψεις.

Όπως ανέφερε χθες εκπρόσωπος της Κομισιόν, η ΕΕ θα εστιάσει πρώτα στην τελική έγκριση του παγκόσμιου εταιρικού φόρου και το φθινόπωρο να επανεξετάσει τον ψηφιακό φόρο.

Παρά τη συμμετοχή αρκετών ευρωπαϊκών χωρών στο G20 και την υπογραφή της συμφωνίας προχθές στη Βενετία, χώρες όπως η Ουγγαρία αντιτίθενται στην επιβολή του παγκόσμιου εταιρικού φόρου 15% που έχει στόχο να αποτρέψει τη μεταφορά της έδρας μεγάλων επιχειρήσεων σε φορολογικούς παραδείσους και την φοροαποφυγή. Μέσα στις επόμενες εβδομάδες η ΕΕ θα πρέπει να έχει καταλήξει σε μία ενιαία γραμμή έτσι ώστε να επικυρωθεί ο νέος παγκόσμιος φόρος το φθινόπωρο.

Κατά τα λοιπά, το ζήτημα που αφορά την Ελλάδα και φαίνεται ότι η Ουάσιγκτον θα προσπαθήσει να ασκήσει επιρροή (για δικούς της βέβαια λόγους) είναι το πλαίσιο των δημοσιονομικών κανόνων που θα ισχύσει μετά το 2022. Και πάλι επισήμως η κουβέντα γίνεται… λίγο πιο δίπλα.

Επίσημα, στο Eurogroup συζητήθηκε το θέμα της αναστολής των κανόνων και το 2022, ωστόσο η πραγματική διαπραγμάτευση γίνεται για τα επόμενα χρόνια. Όσο και αν το Βερολίνο δεν θέλει -και δεν μπορεί εξαιτίας της προεκλογικής περιόδου- να δείξει ότι συζητά την πιθανότητα αναθεώρησης του Δημοσιονομικού Συμφώνου, το θέμα βρίσκεται στο τραπέζι.

Και τι τους νοιάζει τους Αμερικανούς; Η Ουάσιγκτον ανησυχεί για την πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας και ότι ένα σφικτό πλαίσιο κανόνων μπορεί να εμποδίσει την ταχεία ανάκαμψη, παρά τον πακτωλό επενδύσεων που προβλέπονται μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης.

Και επειδή η ευρωπαϊκή οικονομία των 450 εκατ. καταναλωτών αποτελεί τον σημαντικότερο «πελάτη» των αμερικανικών επιχειρήσεων, αν οι κανόνες για το έλλειμμα και το χρέος επιβραδύνουν την ανάπτυξη στην Ευρώπη, θα μειωθούν και τα έσοδα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.