Το cultured meat ή αλλιώς cell – based meat δεν είναι ένα «κουλτουριάρικο» κρέας, όπως θα μπορούσε να φανταστεί κάποιος μετά το αρχικό σοκ του ακούσματος του όρου.
Είναι – στην κυριολεξία – ένα εργαστηριακά καλλιεργούμενο κρέας. Με βάση δείγματα κυττάρων από ιστούς ζωντανών ζώων, τα οποία δεν ταλαιπωρούνται καθόλου, αρχίζει μία διαδικασία αναπαραγωγής τους, μέσω της οποίας σταδιακά μεγαλώνει η ποσότητα κρέατος και φθάνει για την παρασκευή ενός μπιφτεκιού ή τον σχηματισμό μίας μπριζόλας.
Η αρχική ιδέα για αυτή την μέθοδο αποδίδεται σε έναν Ολλανδό επιστήμονα, τον Mark Post, ο οποίος το 2013 παρουσίασε, τηγάνισε και έφαγε (όχι μόνος του) το πρώτο μπιφτέκι από «καλλιεργημένο» κρέας, το οποίο κόστισε πάνω από 250.000 δολάρια (αλήθεια) και χρειάστηκε πολλούς μήνες για να παρασκευαστεί. Ο Post, που έχει σπουδάσει ιατρική, άντλησε την έμπνευσή του από την εμπειρία του στην «ανάπτυξη» ιστών που χρησιμοποιούνται ως μοσχεύματα σε επεμβάσεις στο ανθρώπινο σώμα. Χρηματοδότης του πανάκριβου μπιφτεκιού ήταν ο συνιδρυτής της Google, Sergey Brin, ενώ ο Post προχώρησε την ίδια χρονιά, μαζί με άλλους, στην ίδρυση της εταιρείας Mosa Meat.
Δεν χρειάζεται να περιγράψουμε το τι κάνει η Mosa Meat, αξίζει όμως να πούμε πως η εταιρεία υποστηρίζει πως σύντομα, το κόστος ενός μπιφτεκιού που μπορεί να αποτελέσει την βάση ενός χάμπουργκερ θα πέσει κάτω από τα 10 δολάρια.
Το επενδυτικό ενδιαφέρον για την εκκολαπτόμενη βιομηχανία του καλλιεργούμενου κρέατος είναι πολύ μεγάλο. Κάθε χρόνο επενδύονται όλο και περισσότερα χρήματα στις διάφορες εταιρείες start – up που προσπαθούν να κατεβάσουν το κόστος παραγωγής και να βελτιώσουν την όψη και τη γεύση των προϊόντων τους.
Οι χρηματοδότες αυτών των νέων επιχειρήσεων επένδυσαν πάνω από 300 εκατομμύρια δολάρια μέσα στο 2020, ενώ φέτος προβλέπεται να ξεπεράσουν κατά πολύ το περσινό ρεκόρ. Κάποιοι από τους χρηματοδότες είναι εταιρείες που έχουν ήδη σχέση με τη βιομηχανία τροφίμων, όπως η Tyson Foods και η Archer Daniels Midland, άλλοι είναι γνωστοί επιχειρηματίες όπως ο Brin και ο Richard Branson, άλλοι είναι μεγάλα ονόματα όπως η Softbank και η ημικρατική Temasek από τη Σιγκαπούρη και βέβαια πολύ ανήκουν στον χώρο του venture capital. Τι βλέπουν άραγε όλοι αυτοί και επενδύουν όλο και περισσότερα χρήματα στο εργαστηριακά παραγόμενο κρέας;
Για άλλη μια φορά, όπως και στην περίπτωση του κρέατος που παράγεται από φυτικές πρώτες ύλες (Beyond Meat: Η vegan βιομηχανία φυτικού κρέατος που θέλει να γίνει η Tesla της διατροφής | Liberal Markets) και στην περίπτωση του γάλακτος από βρώμη (Οι επενδυτές διψάνε για γάλα βρώμης - Πως έδωσαν αξία 13 δισ. ευρώ στην Oatly | Liberal Markets), όλα έχουν σχέση με τη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής και την ηθική συμπεριφορά απέναντι στα ζώα.
Οι «οπαδοί» του περιγράφουν μία περίπου ιδανική κατάσταση, όπου το τελικό προϊόν μοιάζει – και συγγενεύει – περισσότερο με κρέας απ’ ότι οι φυτικής προέλευσης «ανταγωνιστές», επιβαρύνει ελάχιστα το περιβάλλον λόγω της μηδενικής ανάγκης για ζωοτροφές και της δραστικής μείωσης των αναγκών για μεταφορά του προϊόντος, και κάνει τους καταναλωτές να μην έχουν τύψεις αφού ούτε εκτρέφονται ούτε σφάζονται ζώα. Οι ίδιοι θεωρούν πως αυτό το κρέας είναι πολύ πιο φιλικό προς το περιβάλλον από το φυτικής προελεύσεως που παράγουν η Beyond Meat και οι ανταγωνιστές της.
Η «επέλαση» του cultured meat στα σούπερ μάρκετ και τα εστιατόρια δε θα γίνει αύριο το πρωί, αλλά δε θα αργήσει και πολύ. Τον Δεκέμβριο που μας πέρασε η αμερικανική Eat Just πήρε την έγκριση των αρχών της Σιγκαπούρης για τη διάθεση του «καλλιεργημένου κοτόπουλου» που παρασκευάζει, μέσα από τα εστιατόρια της πόλης.
Η διαδικασία έγκρισης πήρε δύο χρόνια, καθώς οι τοπικές αρχές εξέτασαν πάνω απ’ όλα την ασφάλεια του προϊόντος. Πραγματικά, λίγο πριν τα Χριστούγεννα, το 1880, πολύ γνωστό εστιατόριο της πόλης, μόνο για μέλη, σέρβιρε το κοτόπουλο της Eat Just, χρεώνοντας 23 δολάρια Η.Π.Α. την μερίδα.
Δεν έχουμε ακούσει ακόμα για άλλη χώρα που ενέκρινε την κατανάλωση τέτοιου «κρέατος», ξέρουμε όμως πως πριν μερικούς μήνες ο πρώην πρωθυπουργός του Ισραήλ δοκίμασε το μοσχάρι της Aleph Farms στις εγκαταστάσεις της εταιρείας, ενώ λίγο έξω από το Τελ Αβίβ, η τοπική Super Meats έχει ξεκινήσει το πειραματικό εστιατόριο που σερβίρει μόνο καλλιεργημένο κοτόπουλο, με το πολύ ...πρωτότυπο όνομα «The chicken».
Μία άλλη ισραηλινή start – up, η Future Meat, έχει ξεκινήσει τη διαδικασία για να λάβει την έγκριση των αρχών των Η.Π.Α. για τη διάθεση των προϊόντων της σε αμερικανικά εστιατόρια και σούπερ μάρκετ, ελπίζοντας πως θα τα καταφέρει μέχρι το τέλος του 2022. Η Future Meat εγκαινίασε πριν λίγο καιρό, στην πόλη Rehovot του Ισραήλ, την πρώτη βιομηχανικού χαρακτήρα εγκατάσταση παραγωγής καλλιεργούμενου/εργαστηριακού κρέατος, στο οποίο αναμένεται να παράγονται 500 κιλά ημερησίως.
Δεν ξέρουμε πότε τελικά θα ξεκινήσει η μαζική διάθεση της νέας αυτής μορφής κρέατος, λογικά όμως δεν θα αργήσει πολύ. Βλέποντας τις όλο και αυξανόμενες επενδύσεις και την συνεχή έρευνα που λαμβάνει χώρα στον τομέα, και ακούγοντας τις προβλέψεις ερευνητών σύμφωνα με τις οποίες η αγορά καλλιεργούμενου κρέατος θα φθάσει μέχρι το 2030 την τάξη των πολλών δεκάδων ή και εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως, δεν έχουμε αμφιβολία πως πριν δούμε στο σούπερ μάρκετ τις εργαστηριακές μπριζόλες, θα δούμε τις μετοχές των εταιρειών να οδεύουν προς τα χρηματιστήρια.
Αυτή τη στιγμή μόνο μία πολύ μικρή εταιρεία του κλάδου είναι εισηγμένη, η ισραηλινή MeaTech 3D (MITC NASDAQ), η οποία ξεκίνησε τη χρηματιστηριακή ζωή της πριν περίπου 3 μήνες, αλλά προς το παρόν δεν έχει ενθουσιάσει τις αγορές, ίσως λόγω του μικρού μεγέθους και του σημαντικού επενδυτικού κινδύνου. Κάτι μας λέει όμως, πως μέσα στο επόμενο δωδεκάμηνο η Meatech 3D θα αποκτήσει και παρέα.
Μπορεί να είναι μία από τις εταιρείες που αναφέραμε παραπάνω, ή κάποια άλλη, όπως η Upside Foods, η Blue Nalu που ασχολείται με την καλλιέργεια ψαριών, η Meatable, η Because Animals που θέλει να φτιάξει φαγητό για κατοικίδια ζώα και η Integriculture που έχει φτιάξει ήδη φουά γκρα.
Αν έχουμε δίκιο, η ακόμα μεγαλύτερη χρηματοδότηση που θα πάρουν με την εισαγωγή τους σε κάποιο χρηματιστήριο, θα επιταχύνει ακόμα πιο πολύ την, ήδη ταχύτατη, μείωση του κόστους παραγωγής και θα φέρει ακόμα πιο κοντά την μαζική παραγωγή και πώληση του εργαστηριακού κρέατος.
Πριν τρία χρόνια ελάχιστοι φαντάζονταν πως σήμερα τα χρηματιστήρια θα ήταν γεμάτα με εταιρείες που φιλοδοξούν να κινήσουν φορτηγά με υδρογόνο, ποιος ξέρει, σε τρία χρόνια από τώρα μπορούμε να λέμε το ίδιο για τις εταιρείες που καλλιεργούν κρέας.