Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Σε δύσβατα μονοπάτια εισέρχεται η ελληνική οικονομία το 2019 καθώς αφού κατάφερε να αναπτυχθεί – έστω με αναιμικό ρυθμό - για δύο συνεχόμενα έτη, μετά την τεράστια κατρακύλα της προηγούμενης δεκαετίας, βρίσκεται και πάλι αντιμέτωπη με… κατηφόρα και πλήρη οικονομική στασιμότητα.
Η κυβέρνηση πανηγυρίζει για την μεγέθυνση του ΑΕΠ κατά περίπου 2% το 2018 όμως οι δικές της επιλογές φαίνεται πως στέλνουν ξανά την ανάπτυξη στο μηδέν. Σύμφωνα με την Capital Economics, η ελληνική οικονομία θα τρέξει με τον… εκκωφαντικό ρυθμό του 1,5% το 2019 και με τον επίσης εντυπωσιακό ρυθμό του 0,5% το 2020, φέρνοντας τη χώρα μας ξανά σε δεινή θέση.
Όσο δεν επιλύονται τα προβλήματα των τραπεζών και η Ευρώπη επιβραδύνει, τόσο η οικονομία θα χάνει σε ορμή καθώς θα της λείπει «οξυγόνο» και ταυτόχρονα θα πλήττεται ο ελληνικός τουρισμός, καθιστώντας πολύ δύσκολη την επίτευξη πλεονασμάτων ύψος 3,5% τα επόμενα χρόνια.
Παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση ετοιμάζεται να… ξεπεράσει τον εαυτό της σε προεκλογικά «δώρα» και παροχές μήπως και καταφέρει να περιορίσει τις απώλειες στις επόμενες εκλογές, οι εκτιμήσεις των αναλυτών θέλουν την ανάπτυξη να «ξεφουσκώνει» αντί να εκτινάσσεται τα επόμενα δύο χρόνια, αυξάνοντας τον κίνδυνο να χρειαστεί ξανά η χώρα μας οικονομική βοήθεια.
Η πιθανότητα να μην καταφέρουμε να αποκαταστήσουμε τη σχέση μας με την επενδυτική κοινότητα πριν εξαντληθεί στο κεφαλαιακό «μαξιλάρι» των 26 δισ. ευρώ και η μη επίλυση των τραπεζικών προβλημάτων αφαιρούν από την πραγματική οικονομία τις «ανάσες» που χρειάζεται. Παράλληλα, οι τεράστιες καθυστερήσεις σε καίρια ζητήματα για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων περιορίζουν ακόμη περισσότερο τη… φόρα της ανάκαμψης.
Ειδικότερα στο θέμα των «κόκκινων» δανείων, τόσο η ΤτΕ όσο και οι ίδιες οι τράπεζες ζητούν την επιτάχυνση των διεργασιών για να εφαρμοστεί επιτέλους μία ενιαία φόρμουλα που μπορεί να μην δίνει οριστική λύση αλλά προσφέρει μία ευκαιρία στις τράπεζες να ανακάμψουν χωρίς το… μαχαίρι στο λαιμό.
Σύμφωνα, μάλιστα, με νέα έκθεση της Capital Economics, η ανάκαμψη των τελευταίων δύο ετών αναμένεται να χάσει σε momentum αφού η αναιμική ανάπτυξη θα επιβραδύνει την επόμενη διετία. Αποτέλεσμα θα είναι να αυξηθεί η πιθανότητα εμφάνισης νέων οικονομικών προβλημάτων εν μέρει εξαιτίας του υψηλού ποσοστού «κόκκινων» δανείων.
Ο οίκος προειδοποιεί ότι παρά τα ενθαρρυντικά στοιχεία για την οικονομία το 2018, όπως η ανάπτυξη του ΑΕΠ άνω του 2% στο γ' τρίμηνο και η ανάλογη εικόνα του δ' τριμήνου, η ελληνική οικονομία θα πατήσει φρένο μέσα στο 2019.
Η κυβέρνηση σχεδιάζει να ενισχύσει τα εισοδήματα των νοικοκυριών με φόντο τις εκλογές, δίνοντας έκτακτες παροχές και ελαφρύνσεις φόρων. Η προεκλογική αυτή κίνηση αναμένεται να στηρίξει την ανάπτυξη και την ίδια ώρα η έξοδος από τα μνημόνια δείχνει να βελτιώνει το επιχειρηματικό κλίμα.
Παρ' όλα αυτά, ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες καθώς η ελληνική οικονομία συνεχίζει να βρίσκεται αντιμέτωπη με σημαντικά εμπόδια τα οποία δεν μπορεί να ξεπεράσει με… επιδόματα. Η Capital Economics επισημαίνει ότι η επιβραδυνόμενη αύξηση της ζήτησης στην υπόλοιπη Ευρώπη θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στον ελληνικό τουρισμό. Την ίδια ώρα, οι εγχώριες επενδύσεις αναμένεται να συρρικνωθούν περαιτέρω λόγω των προβλημάτων του τραπεζικού κλάδου όπου το 45% των δανείων είναι «κόκκινα».
Μπορεί η Ελλάδα να έφτασε κοντά στους πολύ δύσκολους δημοσιονομικούς στόχους του περασμένου έτους, όμως με την ανάπτυξη να προβλέπεται χαμηλότερη από τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης, είναι πιθανό να μην καταφέρει να πετύχει και να διατηρήσει πλεονάσματα 3,5% τα επόμενα χρόνια. «Μαζί με τις καθυστερήσεις στις ιδιωτικοποιήσεις και την αργή πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις, αυτό ενδέχεται να αναγκάσει το Eurogroup να ακυρώσει τα σχέδια για την ελάφρυνση του χρέους», σημειώνουν οι αναλυτές του οίκου.
Όλα, λοιπόν, θα κριθούν από την ανάπτυξη. Όμως για να δοθεί η απαραίτητη ώθηση και όχι κάποιες μικρές «ενέσεις» έκτακτου χαρακτήρα, θα πρέπει να υπάρξει πραγματική λύση για τις τράπεζες. Διότι αυτό που ζούμε εδώ και δύο χρόνια είναι αυτό που προέβλεπε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στο αποκορύφωμα της κρίσης. Τότε, στις περιβόητες εκθέσεις του για την ελληνική οικονομία, το Ταμείο «έβλεπε» ανάπτυξη χωρίς τράπεζες, η οποία όπως αποδεικνύεται δεν μπορεί να είναι ισχυρή και σε καμία περίπτωση αυτή που χρειάζεται η χώρα.