Του Γιώργο Φιντικάκη
Δεν ξεπερνούν τα 30 όλα κι όλα τα μικρά δεξαμενόπλοια, γνωστά ως "σλέπια" ή "μπάρτζες", που τροφοδοτούν με ναυτιλιακό καύσιμο τα πλοία στην Ελλάδα, και παρ' όλα αυτά, η πολιτεία αδυνατεί να ελέγξει το λαθρεμπόριο.
Δεν έχει καταφέρει από το Φεβρουάριο 2012 οπότε και ψηφίστηκε ο νόμος (ν. 4093) για τη καταπολέμηση του λαθρεμπορίου, μέχρι και σήμερα, να εγκαταστήσει συστήματα εντοπισμού θέσης, δηλαδή GPS, πάνω στα 30 αυτά πλοία, παρ' ότι κατατάσσονται στους βασικούς υπόπτους για την παρανομή διακίνηση καυσίμων.
Διαρροές στη πολιτική βούληση των κυβερνήσεων που σχετίζονται με τις βαθιές ρίζες των λαθρεμπορικών κυκλωμάτων στη κρατική μηχανή, εμποδίζουν τη πολιτεία να εφαρμόσει μια απόφαση που ψηφίστηκε πριν από πεντέμισι χρόνια.
Αν ο στόλος των εφοδιαστικών πλοίων στην Ελλάδα ήταν μερικές χιλιάδες, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι το έργο του κρατικού μηχανισμού είναι τιτάνιο, και ότι εμπάσει περιπτώσει, η δυστοκία σχετίζεται με το μέγεθος του εγχειρήματος. Αλλά εδώ μιλάμε για 30 πλωτά δεξαμενόπλοια, που φορτώνουν το ναυτιλιακό καύσιμο από τα διυλιστήρια, παρουσία του ΣΔΟΕ.
Αν για παράδειγμα τέτοια συστήματα ενοπισμού θέσης, είχαν τοποθετηθεί πάνω στο Αγία Ζώνη ΙΙ, για τον ιδιοκτήτη του οποίου είχαν διατυπωθεί στο παρελθόν υπόνοιες ότι εμπλέκεται σε υποθέσης λαθρεμπορίας, πάντα ωστόσο αθωωνόταν, ίσως το πλοίο να είχε πάψει να ταξιδεύει. Ισως το οικολογικό έγκλημα στο Σαρωνικό να είχε αποφευχθεί.
Με τα… αν όμως δουλειά δε γίνεται. Ας μείνουμε στα γεγονότα σύμφωνα με τα οποία, μόλις τον Αύγουστο του 2017 εκδόθηκε κοινή υπουργική απόφαση που υπογράφουν οι Παπανάτσιου, Χαρίτσης, Κουρουμπλής και Σπίρτζης, που ορίζει ότι όλα τα πλωτά εφοδιαστικά και μεταφορικά μέσα υποχρεούνται έως τις 31 Οκτωβρίου 2017 να έχουν εγκαταστήσει ηλεκτρονικό σύστημα εντοπισμού θέσης (GPS).
Ακόμη και αυτό το χρονοδιάγραμμα συνοδεύεται από μια σειρά αιρεσιμότητες, καθώς η απόφαση αναφέρει ότι "μετά την εγκατάσταση των συστημάτων και μετά την ανακοίνωση της διαθεσιμότητας της κεντρικής βάσης δεδομένων, ακολουθεί δοκιμαστική λειτουργία 2 μηνών, οπότε και άρχεται η παραγωγική λειτουργία, όπου αποστέλλονται τα στοιχεία, σε συνεχή βάση".
Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα ακόμη deadline που θα χαθεί. Η αιτία λέγεται "προχειρότητα", αφού η υποχρέωση προμήθειας GPS θα έπρεπε να συνοδεύεται και από την απόφαση για τις προδιαγραφές τους, ώστε οι συσκευές να είναι συμβατές με τη βάση που θα λαμβάνει τα στοιχεία. Ομως η δεύτερη αυτή απόφαση, παρ' ότι θα έπρεπε να είχε προηγηθεί της πρώτης, ακόμη αγνοείται. Δεν είναι γνωστά δηλαδή τα τεχνικά χαρακτηριστικά (software-hardware), που θα επιτρέψουν στα GPS να συνεργάζονται με το σύστημα περισυλλογής των στοιχείων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων. Δίχως όμως γνωστές τις προδιαγραφές, γιατί κάποιος να σπεύσει να προμηθευτεί GPS;
Ακούγονται σουρεαλιστικά τα παραπάνω, εντούτοις είναι πραγματικότητα. Ακόμη πιο σκανδαλώδης είναι η περίπτωση της εγκατάστασης συστήματος εισρών-εκροών σε όλη την εφοδιαστική αλυσίδα, δηλαδή το κατ' εξοχήν μέτρο καταπολέμησης του λαθρεμπορίου. Κόστισε πάνω από 100 εκατ ευρώ σε πρατηριούχους και Δημόσιο (συγχρηματοδοτήθηκε από δημόσιους πόρους), δίχως μέχρι σήμερα να έχει αξιοποιηθεί στο ελάχιστο. Τα στοιχεία με τις καθημερινές πωλήσεις αποστέλλονται κανονικά στη ΓΓΠΣ, εκείνη ωστόσο δεν τα αξιοποιεί, επικαλούμενη έλλειψη προσωπικού, αλλά και μια σειρά συμπληρωματικών αποφάσεων που ακόμη εκρεμμούν. Διότι όσο και αν ακούγεται τρελό, πεντέμισι χρόνια μετά το 2012, εκρεμμεί ακόμη η κοινή υπουργική απόφαση (ΚΥΑ) για το τρόπο, το χρόνο, το είδος και τη συχνότητα αποστολής των δεδομένων του συστήματος εισορών-εκροών προς την ΓΓΠΣ. Τέτοιο χάος επικρατεί ώστε η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων προβλέπει ότι η ανάλυση και αξιοποίηση των στοιχείων, δεν θα έχει ολοκληρωθεί πριν τις 31 Δεκεμβρίου 2018! Με άλλα λόγια μέχρι και το τέλος του 2018-αρχές 2019, το πάρτυ του λαθρεμπορίου μπορεί να συνεχιστεί ανενόχλητο!
Κάπως έτσι, πέντε χρόνια μετά την ψήφιση του σχετικού νόμου, οι λαθρέμποροι κυκλοφορούν ανάμεσά μας ανενόχλητοι, ένα περιβάλλον ασυλίας επικρατεί, η παραβατικότητα καλά κρατεί, και η κυβέρνηση δεν ασχολείται στα σοβαρά με το θέμα.
Δυόμισι χρόνια πριν δια του τότε αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Δημήτρη Μάρδα υποσχόταν ότι θα εισπράξει 1,5 δισ ευρώ από τη καταπολέμηση του λαθρεμπορίου σε πετρέλαιο και καπνικά. Τελικά, όχι μόνο δεν εισέπραξε τίποτα, αλλά κατέληξε να βάλει και 500 εκατ. ευρώ νέους φόρους στα καύσιμα.
Φωτογραφία: Sooc