Το χαμηλό (0,2%) επιτόκιο στο πενταετές ελληνικό ομόλογο επικυρώνει τρία αλληλένδετα στοιχεία της οικονομίας που θα μας συντροφεύουν τα επόμενα τρία - τέσσερα χρόνια.
Πρώτον, η επεκτατική νομισματική πολιτική θα συντηρήσει την παροχή ρευστότητας σε οικονομία και αγορές και θα αμβλύνει τα προβλήματα που προέκυψαν από την κρίση της πανδημίας. Οι ανεξάρτητες κεντρικές τράπεζες έχουν κατανοήσει το σημαντικό τους ρόλο στις οικονομικές κρίσεις και έχουν ξεπεράσει τα στεγανά των συντηρητικών κύκλων που περιόριζαν το ρόλο τους στη ρύθμιση του επιτοκίου. Ως εκ τούτου, οι κεντρικές τράπεζες παίζουν το σημαντικότερο ρόλο για την επιστροφή στην οικονομική κανονικότητα.
Δεύτερον, η Ελλάδα βρίσκεται σε μια περίοδο «λογικών οικονομικών πολιτικών». Τα οικονομικά υπουργεία και ιδιαίτερα αυτά των οικονομικών, εργασίας και κοινωνικών υποθέσεων και ψηφιακής διακυβέρνησης, δίνουν το σήμα των μεταρρυθμίσεων σε κρίσιμους τομείς, αντιμετωπίζοντας χρονίως λιμνάζοντα προβλήματα που αδυνατούσε να επιλύσει το πολιτικό σύστημα. Ελπίδα μας είναι να ακολουθήσουν και άλλα υπουργεία στο πλαίσιο των μεταρρυθμίσεων που πρότεινε η επιτροπή Πισσαρίδη.
Τρίτον, τα ευρωπαϊκά κονδύλια που θα εισρέουν στην ελληνική οικονομία, εφόσον αξιοποιηθούν σε επενδύσεις με αναπτυξιακές προοπτικές, συμπεριλαμβανομένων των σοβαρών θεσμικών αλλαγών που απαιτούνται σε τομείς όπως η δικαιοσύνη και η παιδεία, θα προσδώσουν νέα αναπτυξιακή δυναμική σε ακόμη πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Τα τρία αυτά αλληλένδετα στοιχεία πρακτικά σημαίνουν ότι η Ελλάδα θα μεγεθύνεται με μέσο ρυθμό τουλάχιστον 4% τα επόμενα τέσσερα χρόνια (υπό κανονικές συνθήκες), επιτυγχάνοντας παράλληλα πρωτογενή πλεονάσματα. Το χαμηλό επιτόκιο δανεισμού που προκύπτει από αυτά τα τρία βασικά στοιχεία σηματοδοτεί, λοιπόν, μια τεράστια ευκαιρία.
Να πετύχουμε τη μετατροπή της ελληνικής οικονομίας σε οικονομία υψηλής παραγωγικότητας μέσω των κατάλληλων στρατηγικών επενδύσεων, να μειώσουμε το δημόσιο χρέος, να χρηματοδοτήσουμε επιτέλους τον εκδημοκρατισμό των πολύπαθων θεσμών μας, αλλά και να πετύχουμε ισομερή κατανομή του πλούτου δίνοντας το δικαίωμα στους ταλαντούχους νέους μας να εργαστούν στη χώρα τους.
* Ο Μάνθος Ντελής είναι καθηγητής Χρηματοικονομικής στο Montpellier Business School