Λίγο πολύ όλοι διαβάσαμε σαν τίτλο τα βασικά σημεία της ομιλίας του Α. Ενρία στο Ευρωκοινοβούλιο. Ο επικεφαλής του εποπτικού βραχίονα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, του γνωστού μας SSM, παραδέχτηκε ότι τα πιστωτικά ιδρύματα ξεπέρασαν την καταιγίδα του πανδημίας με επιτυχία, υπερθεμάτισε όμως όσον αφορά τους κινδύνους που αυξάνονται στον ισολογισμό τους.
Ούτε λίγο ούτε πολύ ο Α. Ενρία υποστήριξε ότι μπορεί οι τράπεζες να αναμένουν ότι ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων δανείων προς το σύνολο των δανείων θα συνεχίσει να μειώνεται και το 2022, εντούτοις υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο οι προβλέψεις των τραπεζών για τη μείωση των κόκκινων δανείων να αποδειχτούν υπερ –αισιόδοξες. Γι’αυτό ο επικεφαλής του SSM έδωσε καθαρή σύσταση για πιο αντικειμενικές και διορατικές προβλέψεις για την κάλυψη πιθανών απωλειών.
Πόσο παρατήρησαν όμως ότι ο Ενρία μίλησε και γενικότερα για την επιδείνωση της ποιότητας αρκετών στοιχείων του ενεργητικού των τραπεζών;
Βλέπετε, και οι τράπεζες αναζητούν υψηλές αποδόσεις στις επενδύσεις τους σε έναν κόσμο χαμηλών και αρνητικών επιτοκίων. Όπως λοιπόν και το μεγαλύτερο ποσοστό του χρηματοοικονομικού χώρου, σε πολλές περιπτώσεις έχουν αναλάβει πολύ μεγαλύτερο ρίσκο από ό,τι είθισται, προκειμένου να εξασφαλίσουν πιο καλές αποδόσεις.
Προφανώς, η υπόθεση του Archegos σαφέστατα και έχει απασχολήσει τον SSM, ενώ υπάρχουν φόβοι ότι κάθε άλλο παρά μεμονωμένη περίπτωση είναι.
Οι ανησυχίες αυξάνονται σιγά - σιγά καθώς από το πρώτο τρίμηνο του 2021 οι πτωχεύσεις άρχισαν να αυξάνονται σε ορισμένους τομείς, αν και ακόμα πολλές προβληματικές επιχειρήσεις παραμένουν πίσω από τα οχυρά των μέτρων στήριξης που δόθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Είναι θέμα χρόνου όμως τα μέτρα αυτά να αποσυρθούν εντελώς. Τι θα ακολουθήσει μετά;
«Φουσκώνει» η αγορά ακινήτων, «φουντώνει» το ρίσκο
Στον SSM μεταξύ άλλων φοβούνται για τις επιπτώσεις που θα αντιμετωπίσει το τραπεζικό σύστημα αν οι τιμές στην αγορά των ακινήτων αποδειχθούν φούσκα.
Και δεν είναι οι μόνοι. Στην ετήσια μελέτη που πραγματοποιεί το τμήμα Wealth της UBS Management, επισημαίνεται ότι, κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, αυξήθηκε τόσο ο κίνδυνος της φούσκας στην αγορά ακινήτων όσο και ο βαθμός σοβαρότητας μιας ενδεχόμενης διόρθωσης των τιμών σε πολλές από τις πόλεις που παρακολουθεί ο δείκτης της ελβετικής τράπεζας.
Η Φρανκφούρτη, το Τορόντο το Χονγκ Κονγκ, το Μόναχο, η Ζυρίχη, το Βανκούβερ, η Στοκχόλμη το Άμστερνταμ και το Παρίσι βρίσκονται στην κορυφή των πόλεων που η αγορά ακινήτων τους διατρέχει τον κίνδυνο να χαρακτηριστεί φούσκα.
Ανάμεσα στους λόγους της εκτίναξης των τιμών των ακινήτων είναι η χαλάρωση των προϋποθέσεων δανεισμού για τους αγοραστές κατοικιών και φυσικά τα εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια.
Τα νοικοκυριά όμως δανείζονται ολοένα και μεγαλύτερα χρηματικά ποσά προκειμένου να ανταποκριθούν στις όλο και υψηλότερες τιμές των ακινήτων.
Όπως πολύ σωστά επισημαίνει η UBS ο ρυθμός αύξησης των ανεξόφλητων ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων έχει επιταχυνθεί σχεδόν παντού τα τελευταία τρίμηνα και οι δείκτες χρέους - εισοδήματος έχουν ανέβει.
Όσο τα επιτόκια παραμένουν χαμηλά οι παρατηρήσεις αυτές έχουν απλά θεωρητική αξία.
Όταν όμως τα επιτόκια θα αρχίσουν να ανεβαίνουν – αν και όχι επιθετικά - και υιοθετηθούν αυστηρότεροι όροι δανεισμού, τότε το πιο πιθανό είναι να σταματήσει ο χορός των αυξήσεων των τιμών στις περισσότερες αγορές ακινήτων και να υπάρξει μια σχετική αναταραχή.
Αν και δεν αναμένεται η αναταραχή αυτή να έχει την ισχύ ενός ωστικού κύματος, εντούτοις θα επηρεάσει τους… απρόσεκτους. Αυτός είναι και ο λόγος που ο SSM σε κάθε ευκαιρία καλεί τις τράπεζες για διορατικότητα στο θέμα των κόκκινων δανείων και των προβλέψεων.
Πώς «κουμπώνουν» οι παρατηρήσεις της Moody’s
Μιας και έχει ξεκινήσει ο κύκλος των αποτελεσμάτων η στήλη θα ήθελε να υπενθυμίσει κάποιες σημαντικές παρατηρήσεις της Moody’s όσον αφορά τόσο την κερδοφορία όσο και τους κινδύνους που κρύβονται στους ισολογισμούς των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Για να κατανοήσουμε τις παρατηρήσεις της Moody’s, υπενθυμίζουμε ότι η ΕΚΤ ως μέρος του πακέτου στήριξης έναντι της πανδημίας, μείωσε το επιτόκιο δανεισμού TLTRO σε -100 μονάδες βάσης τον Μάρτιο του 2020 επιτρέποντας έτσι στις τράπεζες να κερδίζουν χρήματα επανακαταθέτοντας δάνεια TLTRO στην ΕΚΤ με το επιτόκιο καταθέσεων στις -50 μονάδες βάσης.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Moody’s, αυτή η στρατηγική θα δημιουργήσει έσοδα άνω των 20 δισ. ευρώ για τις τράπεζες της ευρωζώνης του ευρώ το 2021.
Προκύπτει λοιπόν το ερώτημα: Mήπως το κίνητρο της ενίσχυσης της κερδοφορίας είναι αυτό που οδηγεί τις τράπεζες σε αυξανόμενη χρήση των TLTRO και όχι η χρηματοδοτική στήριξη; Αυτό το κίνητρο άλλωστε ίσως να είναι η «μήτρα» και άλλων κινδύνων.
Αν προσθέσουμε στο κάδρο την άνεση της άφθονης ρευστότητας χάρη στην αύξηση των καταθέσεων -λόγω των μέτρων στήριξης σε συνδυασμό με τα lockdowns- τότε μπορούμε να κατανοήσουμε τις ανησυχίες της Moody’s για τον κίνδυνο ουκ ολίγες τράπεζες να έχουν υποκύψει στον πειρασμό όχι μόνο να αναβάλλουν τις απαραίτητες αναδιάρθρωσεις, αλλά και να αναλάβουν πρόσθετους κινδύνους προκειμένου να βελτιώσουν την κερδοφορία τους.
Οι προβληματισμοί όμως δεν τελειώνουν εδώ. Η Moody’s όπως και πολλοί αναλυτές αλλά και αξιωματούχοι του SSM φοβούνται ότι τα δάνεια TLTRO ίσως να έχουν στρεβλώσει την πραγματική εικόνα των τραπεζών.
Βλέπετε, οι τράπεζες που δανείζονται χρήματα από την ΕΚΤ αποκλειστικά για να τα επανακαταθέσουν - και όχι να χρηματοδοτούν την πραγματική οικονομία - διογκώνουν τους ισολογισμούς τους και οδηγούν σε υψηλότερα ενσώματα τραπεζικά περιουσιακά στοιχεία (TBAs). Επιπλέον η εκτεταμένη χρήση της διευκόλυνσης του TLTRO έχει ως αποτέλεσμα άφθονα ποσά ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα, εκτοξεύοντας έτσι τους δείκτες ρευστότητας.
Ως επενδυτές λοιπόν θα πρέπει να περνάμε από «κόσκινο» και τη χρήση των TLTRO αν θέλουμε να ξεχωρίσουμε -για άλλη μια φορά - την ήρα από το στάρι.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.