Αισιόδοξες σε… ανησυχητικό βαθμό ήταν οι εκτιμήσεις του Γιάννη Στουρνάρα στη συνέντευξη που παραχώρησε χθες στο Politico. Ούτε λίγο ούτε πολύ, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος χαρακτήρισε εφικτή τη μεγέθυνση του ελληνικού ΑΕΠ στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών, και παράλληλα «προεξόφλησε» τη μόνιμη ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο QE.
Ας ξεκινήσουμε από την ανάπτυξη. Ο Έλληνας κεντρικός τραπεζίτης εξέφρασε την πεποίθησή του ότι η Ελλάδα θα εμφανίσει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, της τάξης του 3,5% κατά μέσο όρο, για τα επόμενα 10 χρόνια. Αν επιβεβαιωθεί η πρόβλεψή του, το ελληνικό ΑΕΠ, από τα 168 δισ. ευρώ που υποχώρησε το 2020 μετά την τρομακτική ύφεση του 8,2%, θα φτάσει πάνω από τα 238 δισ. ευρώ μέσα στη δεκαετία, ξεπερνώντας τα 232 δισ. ευρώ του 2008, καταγράφοντας έτσι νέο ιστορικό υψηλό.
Ο Γ. Στουρνάρας πιστεύει πραγματικά ότι οι μεταρρυθμίσεις, σε συνδυασμό με τη βέλτιστη αξιοποίηση του Σχεδίου Ανάκαμψης, μπορούν να αλλάξουν επίπεδο την ελληνική οικονομία και ότι είναι πολύ πιθανό να μη χρειαστεί να περιμένουμε δέκα χρόνια. Η ΤτΕ αναμένεται να προχωρήσει σε νέα εκτίμηση για ανάπτυξη άνω του 6% το 2021, ενώ υψηλή ανάπτυξη αναμένεται και για το 2022. Όλα θα κριθούν στη συνέχεια, όταν θα αποδειχθεί αν οι ευρωπαϊκοί πόροι, τα επενδυτικά project και οι μεταρρυθμίσεις μπορούν να έχουν μόνιμο αντίκτυπο.
Αν επιτευχθεί η προβλεπόμενη αναπτυξιακή έκρηξη, θα έχουμε καταφέρει να ξεπεράσουμε και την κρίση χρέους που γκρέμισε το ΑΕΠ από τα 232 δισ. ευρώ του 2008 στα 175 δισ. ευρώ το 2016.
Όσον αφορά το φλέγον ζήτημα του φθηνού χρήματος, ο Έλληνας κεντρικός τραπεζίτης δεν παραβίασε κάποιον από τους επίσημους ή άτυπους κανόνες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Δεν αποκάλυψε ότι υπάρχει απόφαση να συνεχίσει η ΕΚΤ να αγοράζει ελληνικά ομόλογα ακόμη και μετά τον Μάρτιο του 2022 που είναι προγραμματισμένο να λήξει το πρόγραμμα PEPP, γνωστό και ως QE Πανδημίας. Αυτό που είπε είναι ότι κατά τη δική του εκτίμηση η ΕΚΤ θα συμπεριλάβει τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα APP, που είναι το παραδοσιακό QE που ξεκίνησε το 2015.
Την περασμένη εβδομάδα η Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε ότι το θέμα των ελληνικών ομολόγων θα αντιμετωπιστεί όταν έρθει η ώρα. Όπως επανειλημμένα έχει αναφέρει το liberal.gr από τον περασμένο Δεκέμβριο, δεν υπάρχει κανένας λόγος πλέον η ΕΚΤ να ξεχωρίζει την Ελλάδα από τις υπόλοιπες χώρες. Για να συμπεριληφθούν τα ελληνικά ομόλογα στο APP θα πρέπει να υπάρξει απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ. Το θέμα είναι νομικό, διότι επιλέξιμα για το APP είναι μόνο τα ομόλογα χωρών των οποίων το αξιόχρεο αξιολογείται με επενδυτική βαθμίδα.
Το βασικότερο σενάριο σήμερα είναι ότι το APP θα συνεχιστεί κανονικά μετά τον Μάρτιο, αποκτώντας ωστόσο ορισμένες από τις ευελιξίες του PEPP, όπως η κατ' εξαίρεση συμμετοχή της Ελλάδας. Ένα λιγότερο πιθανό σενάριο είναι να συνεχιστεί το PEPP για ολόκληρο το 2022 υπό το βάρος της πανδημίας και μέχρι τότε η Ελλάδα να έχει αναβαθμιστεί. Γι’ αυτό το λόγο η Capital Economics, η Citi και άλλοι οίκοι προβλέπουν ότι το spread των ελληνικών ομολόγων θα υποχωρήσει περαιτέρω στο μέλλον, ακόμη και αν οι αποδόσεις κινηθούν φυσιολογικά προς τα πάνω.
Όπως είναι σε θέση να γνωρίζει το Liberal.gr, ο Γ. Στουρνάρας έχει θέσει το θέμα ατύπως σε διάφορα μέλη του συμβουλίου της ΕΚΤ και υπάρχει ανταπόκριση, ενώ αναμένεται να πιέσει ακόμη περισσότερο στο προσεχές διάστημα και έως την πολύ κρίσιμη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου.
Σε κάθε περίπτωση, είναι παράλογο η ΕΚΤ να «κόψει» μόνο την Ελλάδα από το φθηνό χρήμα, σε μία συγκυρία που η ρευστότητα είναι απαραίτητη για την τόνωση της ανάπτυξης και επίσης σε μία εποχή που στην Ελλάδα εφαρμόζονται μεταρρυθμίσεις και η χώρα έχει μπροστά της το πιο επιδραστικό Σχέδιο Ανάκαμψης στην Ευρώπη.
Αρκεί να σκεφτούμε την κερδοσκοπία που θα βλέπαμε στις αγορές γύρω από τα ελληνικά ομόλογα, αν η ΕΚΤ τα έκοβε τον ερχόμενο Μάρτιο και η Ελλάδα αναβαθμιζόταν στην επενδυτική βαθμίδα αργότερα μέσα στο ίδιο έτος. Αυτός είναι ο λόγος που ο διοικητής της ΤτΕ ανέφερε ότι το συμβούλιο της ΕΚΤ θα διασφαλίσει ότι δεν θα υπάρξει κατακερματισμός της νομισματικής πολιτικής.
Και για να καταλάβουμε ότι τόσα χρόνια έβρεχε φθηνό χρήμα κι εμείς κρατούσαμε ομπρέλα, η ΕΚΤ μέσω των προγραμμάτων της κατέχει σήμερα κρατικό χρέος που ανέρχεται σε περίπου 4,4 τρισ. ευρώ αλλά μόνο 30 δισ. ευρώ ελληνικών ομολόγων.