Σε πολλές χώρες το εταιρικό τοπίο είναι γεμάτο επιχειρήσεις που φυτοζωούν, καταχρεωμένες και πολύ περισσότερο ανίκανες για καινοτομία, δυναμισμό και ανανέωση. Με το ξέσπασμα της πανδημίας, οι κυβερνήσεις παρενέβησαν στην οικονομία, σε τεράστια κλίμακα, για να μετριάσουν την οικονομική καταστροφή και να κρατήσουν τις επιχειρήσεις ζωντανές.
Το πρόβλημα τώρα, όμως, είναι ότι τα μέτρα που πάρθηκαν ενέχουν τον κίνδυνο να παρατείνουν τη ζωή επιχειρήσεων που, αν είχαν αφεθεί, θα είχαν «πεθάνει» εδώ και καιρό. Η αγωνία για την οικονομία της πανδημίας θα μπορούσε να οδηγήσει τις κυβερνήσεις να κρατάνε στη ζωή επιχειρήσεις που δεν το αξίζουν, δημιουργώντας έτσι σοβαρό κίνδυνο για τη μακροπρόθεσμη οικονομική ανάκαμψη, μειώνοντας τη δυναμική και τις προοπτικές των υγειών επιχειρήσεων και ναρκοθετώντας τον ανταγωνισμό.
Το φαινόμενο των επιχειρήσεων «ζόμπι» δεν είναι καινούργιο. Η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS) εκτιμά ότι στις αναπτυγμένες οικονομίες το ποσοστό των εταιρειών «ζόμπι» αυξήθηκε από 4% στα μέσα της δεκαετίας του 1980 σε 15% το 2017. Σχεδόν μία στις έξι εισηγμένες εταιρείες θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «ζόμπι» πριν από την πανδημία. Τη δεκαετία του 1980 ήταν η μία στις 20.
Ως τέτοιες θεωρούνται επιχειρήσεις που δεν δημιουργούν αρκετά έσοδα για να καλύπτουν τις πληρωμές των τόκων στα δάνειά τους κι έχουν χαμηλή αποτίμηση. Αυτές οι επιχειρήσεις λειτουργούν παρασιτικά εις βάρος των άλλων. Ο ΟΟΣΑ, μάλιστα, εκτιμά ότι οι περισσότερες επιχειρήσεις «ζόμπι» βρίσκονται στην Ελλάδα και την Ιταλία.
Σύμφωνα με περσινή έκθεση της PricewaterCooper, το 26% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα είναι μη βιώσιμες. Συγκεκριμένα, υπήρχαν 745 μεγάλες εταιρείες «ζόμπι», επιχειρήσεις δηλαδή με μη βιώσιμο δανεισμό, που παρουσιάζουν σοβαρή συρρίκνωση εσόδων και μηδενική ή αρνητική κερδοφορία. Από αυτές τις εταιρείες, οι 312 ήταν στην ίδια κατηγορία και το 2009, ενώ σε επιχειρήσεις «ζόμπι» βρίσκονταν παγιδευμένα 8,7 δισ. δανείων και 10 δισ. υποχρεώσεων προς προμηθευτές.
Τα ελληνικά «ζόμπι», μάλιστα, παρουσιάζουν και εξαιρετική ανθεκτικότητα, αφού επιβίωσαν ακόμα κι από την κρίση της προηγούμενης δεκαετίας. Τα δάνειά τους αγγίζουν πλέον τα 15 δισ. ευρώ και οι οφειλές προς τρίτους είναι ύψους 10 δισ. ευρώ. Η εικόνα αυτή, σύμφωνα με την έκθεση της Pricewater Cooper, οφείλεται στο ότι «Το οικονομικό μοντέλο της Ελλάδας, όπως αυτό διαμορφώθηκε τα χρόνια της κρίσης, δεν συνάδει με συστηματική ανάπτυξη. Δεν παρακινείται από την κατανάλωση, καθώς οι εξαγωγές δεν μπορούν να χρηματοδοτηθούν. Δεν παρακινείται ούτε από τις επενδύσεις, καθώς οι περισσότερες επιχειρήσεις δεν θέλουν να επενδύσουν ή δεν είναι σε θέση να ενσωματώσουν καινοτόμες ιδέες. Το κράτος δεν υποστηρίζει την οικονομία, δεν επενδύει, δεν διευκολύνει την ιδιωτική οικονομία και καταναλώνει περισσότερο απ’ όσο θα έπρεπε. Επίσης, η οικονομία δεν μεταμορφώθηκε μετά το σοκ της κρίσης. Αντιθέτως, διατήρησε τη δομή της, αντιστάθηκε στις αλλαγές, οι επενδύσεις συρρικνώθηκαν και η τεχνολογική της βάση αποδυναμώθηκε και έχασε μέρος της αξίας της».
Οι βασικές μεταρρυθμίσεις
Η έκθεση συμπέραινε ότι για να πάρει μπροστά η ελληνική οικονομία και να αυξηθούν οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις, πρέπει να υλοποιηθούν, ταυτόχρονα, οι εξής τρεις βασικές μεταρρυθμίσεις:
• Πρώτον, πρέπει να εκκαθαρίσει το οικονομικό τοπίο από τις εταιρείες «ζόμπι» και γρήγορα.
• Δεύτερον, πρέπει να πραγματοποιηθεί μία καλά οργανωμένη προσπάθεια ανάπτυξης της εμπιστοσύνης με ένα σαφές και πειστικό πλάνο για το μέλλον.
• Τρίτον, ως αποτέλεσμα των επενδύσεων, η οικονομία θα ξαναβρεί την ισορροπία προς υπηρεσίες και προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας, αλλά και θα επεκταθεί σε καινούργιες αγορές.
Ολα αυτά πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας και πριν τα οικονομικά μέτρα που ενέχουν τον κίνδυνο -αν υπάρξει αδράνεια- να διατηρήσουν ή ακόμα και να μεγαλώσουν τον «βραχνά» των μη βιώσιμων επιχειρήσεων.
Το… βαρίδι
Το να επιτρέπεται σε βαριά «πάσχουσες» επιχειρήσεις να συνεχίζουν να «σέρνονται» επ’ αόριστον υπονομεύει τη ζωντάνια κάθε οικονομίας. Οσο λιγότερες επιχειρήσεις βγαίνουν από την αγορά τόσο λιγότερες καινούργιες δημιουργούνται. Αναπόφευκτα, οι νεότερες επιχειρήσεις προσλαμβάνουν λιγότερους υπαλλήλους και οι εργαζόμενοι δεν έχουν όσες ευκαιρίες θα μπορούσαν για νέες δουλειές. Και η στόχευση των πόρων προς τις πιο παραγωγικές επιχειρήσεις, διαδικασία που έτσι κι αλλιώς θα πάρει χρόνο, αργεί ακόμα περισσότερο.
Έρευνες δείχνουν ότι οι επιχειρήσεις «ζόμπι» βλάπτουν τον δυναμισμό και τις προοπτικές της οικονομίας με διάφορους τρόπους:
1. Επενδύουν και καινοτομούν πολύ λιγότερο από τις υπόλοιπες.
2. Σε κάποιες περιπτώσεις παραγκωνίζουν υγιείς επιχειρήσεις, που δυσκολεύονται να προσελκύσουν κεφάλαια κι επενδύουν λιγότερα.
Η διστακτικότητα των επιχειρήσεων να επενδύσουν σήμερα θα μεταφραστεί σε λιγότερο παραγωγικό κεφάλαιο αύριο.
Σύμφωνα με την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, η αύξηση των εταιρειών «ζόμπι» κατά μία μόνο ποσοστιαία μονάδα σε παγκόσμια κλίμακα μεταφράζεται σε μείωση τουλάχιστον 1% των κεφαλαιακών δαπανών από τις υγιείς επιχειρήσεις. Η αύξηση της παραγωγικότητας μειώνεται κατά 0,3%.
Η παρασιτική λειτουργία των μη βιώσιμων εταιρειών «ζόμπι» έχει σοβαρές συνέπειες και στον ανταγωνισμό. Μη μπορώντας ή μη θέλοντας να υιοθετήσουν τις καλύτερες πρακτικές, υπάρχει λιγότερος ανταγωνισμός στην αγορά, πράγμα που καταλήγει σε χειρότερες υπηρεσίες για τους πελάτες.
Ο ρόλος της πανδημίας
Είναι βέβαιο ότι η πανδημία θα αυξήσει τις στρατιές των εταιρειών «ζόμπι» παγκοσμίως. Αν και πολλές, υγιείς κατά βάση, επιχειρήσεις θα δουν να κέρδη τους να μειώνονται λόγω της ύφεσης, υπάρχει τώρα και ένας καθοριστικός παράγοντας που θα κάνει τις συνθήκες ιδανικές για τον πολλαπλασιασμό των «ζόμπι»: Οι προσπάθειες από πολλές κυβερνήσεις να «παγώσουν» τις οικονομίες τους στη διάρκεια της πανδημίας. Να βάλουν, δηλαδή, ουσιαστικά ολόκληρη την οικονομία στην «κατάψυξη» για ένα διάστημα, ώστε να μην υπάρξουν απότομες μεγάλες αλλαγές και χρεοκοπίες-απολύσεις, προκειμένου να μην καταρρεύσει ξαφνικά όλο το σύστημα.
Τα μέτρα που πήραν πολλές κυβερνήσεις για να προστατέψουν την οικονομία από το χτύπημα της πανδημίας μπορεί να συνεισφέρουν σε μια αύξηση των επιχειρήσεων «ζόμπι», αν δεν υπάρξει προσοχή. Τα προγράμματα κάλυψης των μισθών και τα δάνεια με κρατική στήριξη επιτρέπουν και στις μη κερδοφόρες επιχειρήσεις να συνεχίζουν.
Τον Μάρτιο η Γερμανία επέτρεψε σε επιχειρήσεις να αναβάλουν την υποβολή αίτησης για χρεοκοπία. Στην Ινδία, η κεντρική τράπεζα επέτρεψε στις τράπεζες να αναβάλουν την αναγνώριση των επισφαλών δανείων, παρά το γεγονός ότι αυτά αυξάνονται.
Η νέα… φουρνιά
Τέτοια μέτρα πρόσφεραν σημαντική στήριξη και ρευστότητα, ειδικά την πρωτοφανή περίοδο των lockdowns. Όμως, η εφαρμογή τους αδιακρίτως και σε βάθος χρόνου απειλεί να δημιουργήσει μια καινούργια φουρνιά επιχειρήσεων «ζόμπι» της εποχής της πανδημίας, που θα προστεθεί στις παλαιότερες.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι μια τέτοια συσσώρευση άρχισε ήδη να συμβαίνει. Οι χρεοκοπίες το 2020, δεδομένης της καταβαράθρωσης των ΑΕΠ, αναμένονταν να είναι αυξημένες κατά 20%-40%, όπως υπολογίζει η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS). Ομως, σε πολλές χώρες είναι στην πραγματικότητα χαμηλότερες ακόμα και από τα προ της πανδημίας ποσοστά.
Ενδεικτικά, τον Αύγουστο 2020, οι χρεοκοπίες ήταν μειωμένες κατά 28% στις ΗΠΑ, κατά 35% στη Βρετανία και κατά σχεδόν 40% στη Γερμανία, συγκριτικά με το πρώτο επτάμηνο του έτους.
Πώς μπορεί να περιοριστεί
Είναι ζωτικής σημασίας να ελεγχθεί η αύξηση στις στρατιές των «απέθαντων» επιχειρήσεων για να μπορέσει να προχωρήσει η οικονομία.
1. Τα κρατικά δάνεια δεν μπορούν να μετακυλίονται επ’ αόριστον. Θα μπορούσαν να υπόκεινται σε σταδιακή αύξηση των πληρωμών τόκων, κάτι που θα ωθούσε εν τέλει τους δανειολήπτες να βασιστούν περισσότερο στην ιδιωτική χρηματοδότηση.
2. Προτεραιότητα θα πρέπει να είναι η αποφυγή μιας τραπεζικής κρίσης. Τράπεζες με αδύναμους ισολογισμούς έχουν κίνητρο να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν τους υπάρχοντες δανειολήπτες τους. Όμως, έτσι το πρόβλημα διογκώνεται με ακόμα περισσότερα δάνεια. Βραχυπρόθεσμα κάτι τέτοιο διευκολύνει την αποφυγή της αναγνώρισης απωλειών, αλλά μακροπρόθεσμα το κεφάλαιο διοχετεύεται σε επιχειρήσεις που απλώς το σπαταλάνε.
3. Οι κυβερνήσεις καλούνται πλέον να επεμβαίνουν πιο «χειρουργικά», έτσι ώστε να στηρίζουν τους εργαζομένους, αλλά όχι απαραίτητα δουλειές. Οταν τα προγράμματα αναπλήρωσης μισθού κρατάνε τους εργαζομένους «δεμένους» σε δουλειές που κανονικά θα είχαν κλείσει, θα ήταν καλύτερα να προσφέρουν αντ’ αυτού γενναία επιδόματα ανεργίας, εκτίμησε ο «Economist».
4. Η διαδικασία χρεοκοπίας πρέπει να γίνει πιο γρήγορη και ξεκάθαρη στις περισσότερες χώρες. Η αναστολή των πτωχεύσεων για μακρές περιόδους και χωρίς διακρίσεις είναι απλώς άρνηση της πραγματικότητας. Η πανδημία αποτελεί μοναδική παγκόσμια απειλή. Είναι η πρώτη επιδημία την οποία οι κυβερνήσεις αντιμάχονται τόσο ενεργά. Είναι διαφορετική και χειρότερη από την οικονομική κρίση του 2008 και έχει βάλει περισσότερες χώρες σε ύφεση από κάθε άλλη κρίση από τον καιρό της Μεγάλης Υφεσης. Η μαζικής κλίμακας βοήθεια χωρίς διακρίσεις ή εξαιρέσεις ήταν ένα μοναδικό γνώρισμα των οικονομικών διασώσεων φέτος.
Ποιες συνθήκες επέτρεψαν τον πολλαπλασιασμό
Οι οριακά και μετά βίας κερδοφόρες επιχειρήσεις ήταν από τις βασικές αιτίες της λεγόμενης «χαμένης δεκαετίας» στην Ιαπωνία (1990), όταν τράπεζες που δεν ήθελαν να αναγνωρίσουν απώλειες συνέχιζαν τις ροές της πίστωσης σε κατά τα άλλα αφερέγγυους δανειολήπτες. Τη δεκαετία του 2000 η εκκαθάριση του τραπεζικού τοπίου οδήγησε σε μια ταχεία μείωση των μη παραγωγικών επιχειρήσεων στη χώρα.
Γενικά, οι μη παραγωγικές επιχειρήσεις έχουν βρει διάφορους τρόπους να συνεχίζουν να υπάρχουν, ακόμα και σε μια κατάσταση… διασωλήνωσης. Το συγκεκριμένο φαινόμενο μπορεί να είναι ένα έμμεσο αποτέλεσμα της χαλαρής νομισματικής πολιτικής, κατά τον «Economist»: Το να δανείζουν χρήματα κάπου με κακή προοπτική είναι λιγότερο επώδυνο όσο το κόστος χρηματοδότησης είναι χαμηλό. Η τάση να καταγράφονται ως εξυπηρετούμενα τα προβληματικά δάνεια -evergreening στην τραπεζική διάλεκτο- προτιμάται ιδιαίτερα σε περιπτώσεις που η χρεοκοπία μιας εταιρείας συνεπάγεται μια μακρά και περίπλοκη διαδικασία. Συχνά η προοπτική ατέρμονων δικαστικών αντιπαραθέσεων, οι οποίες διαρκούν χρόνια μέχρι στο τέλος να μην έχει μείνει τίποτα με σημαντική αξία, είναι ο λόγος πίσω από την αδράνεια.
Ο πυρετός του δανεισμού σε σχεδόν παγκόσμια κλίμακα μέχρι πριν από κάποια χρόνια σήμαινε ότι πολλά δάνεια εκδίδονταν χωρίς να υπάρχουν ισχυροί όροι στις συμβάσεις τους που, σε περίπτωση παραβίασης, θα επέτρεπαν στον δανειστή να έχει λόγο στη διαχείριση μιας επιχείρησης. Κάτι που πρακτικά σήμαινε ότι ακόμα κι αν οι τράπεζες ή άλλοι πιστωτές ήθελαν να ωθήσουν τις σταθερά ζημιογόνες επιχειρήσεις σε αναδιάρθρωση ή εκκαθάριση, δεν είχαν τη δύναμη να το κάνουν.
…..tips…
-15% ήταν το ποσοστό των εταιρειών «ζόμπι» στις αναπτυγμένες οικονομίας το 2017
-4% ήταν οι εταιρείες «ζόμπι» στις αναπτυγμένες οικονομίες τη δεκαετία του ’80.
-26% των μεγάλων επιχειρήσεων στην Ελλάδα είναι μη βιώσιμες, σύμφωνα με περσινή έκθεση της PricewaterCooper
-28% μειωμένες ήταν οι χρεοκοπίες στις ΗΠΑ τον Αύγουστο συγκριτικά με το πρώτο επτάμηνο του έτους
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο που κυκλοφόρησε στις 3 Οκτωβρίου.