Η Γαλλία έχει τις τρίτες μεγαλύτερες δαπάνες συντάξεων στην Ευρώπη (14% του ΑΕΠ), με πρώτη την Ελλάδα και δεύτερη την Ιταλία.
Η συνταξιοδοτική τραγωδία της Γαλλίας
AP Photo/Lewis Joly
AP Photo/Lewis Joly

Η συνταξιοδοτική τραγωδία της Γαλλίας

Η Γαλλία έχει τις τρίτες μεγαλύτερες δαπάνες συντάξεων στην Ευρώπη (14% του ΑΕΠ), με πρώτη την Ελλάδα και δεύτερη την Ιταλία.

Η πύρρειος νίκη του Μακρόν απέναντι στην πρόταση μομφής για το συνταξιοδοτικό, του επιτρέπει να προχωρήσει στη μεταρρύθμισή του, ωστόσο είναι τέτοιες οι αντιδράσεις που υπονομεύουν στην πράξη την υλοποίηση των ίδιων των αλλαγών και ευρύτερα την μεταρρυθμιστική του ατζέντα. 

Η εξέλιξη δείχνει πόσο δύσκολο είναι για μια χώρα, όπως η Γαλλία στην καρδιά της Ευρώπης, αλλά με παλαιές αντιλήψεις, να κοιτάξει κατάματα την πραγματικότητα, δηλαδή ότι η οικονομία της δεν είναι πλέον σε θέση να στηρίζει τόσο γενναιόδωρες παροχές σε μια κοινωνία με τόσο δυσοίωνες δημογραφικές προβλέψεις.

Στην πράξη, εδραιώνεται για τα καλά, η συμμαχία των ακραίων απόψεων στη Γαλλία, δηλαδή του παρά φύση πολυσυλλεκτικού κόμματος του Μελανσόν και του καθαρόαιμου ακροδεξιού κόμματος της Λε Πεν, δημιουργώντας ένα γόνιμο έδαφος για μια συνεργασία στα πλαίσια του ριζοσπαστικού ευρωσκεπτικισμού. Αντί να λειτουργήσουν ως υπεύθυνες δυνάμεις, εξηγώντας στους Γάλλους ότι είναι αδιανόητο η χώρα να έχει την 3η μεγαλύτερη δαπάνη για συντάξεις στην ΕΕ και φροντίζοντας για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας και της γεωπολιτικής ισχύος της χώρας, αποσκοπούν απλά στην ενθυλάκωση πρόσκαιρων πολιτικών ωφελειών.

Τα εμπόδια αυτά έχει να αντιμετωπίσει ο πρόεδρος Μακρόν στην προσπάθεια του να μεταρρυθμίσει το Γαλλικό σύστημα συντάξεων, το οποίο αποτελείται από 42 διαφορετικά Ταμεία, τα οποία καλύπτουν αντίστοιχες ομάδες του πληθυσμού.

Οι πρόσφατες λαϊκές κινητοποιήσεις δεν είναι μοναδικές. Το ίδιο έγινε το 1995, όταν οι κινητοποιήσεις ανάγκασαν την κυβέρνηση σε αναδίπλωση σχετικά με την προσπάθεια ανασυγκρότησης των Ταμείων συντάξεων του Δημόσιου τομέα. Το 2010 οι αντιδράσεις αφορούσαν στην αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης στα 62 έτη. Το 2014 νέες αντιδράσεις των πολιτών απέτρεψαν νέες μεταρρυθμίσεις. 

Στην πρώτη θητεία του Προέδρου Μακρόν έγινε μια συστηματική προσπάθεια για τη δημιουργία ενός ενιαίου συστήματος συντάξεων, με τη σταδιακή εναρμόνιση των προϋποθέσεων ασφάλισης και λήψης των παροχών και για τα 42 Ταμεία συντάξεων. Όπως είπε ο Πρόεδρος Μακρόν: «η πληρωμή ασφαλιστικής εισφοράς ενός ευρώ, θα απέφερε την ίδια παροχή για όλους τους ασφαλισμένους, άσχετα από το Ταμείο». Με το ξέσπασμα της Πανδημίας του Covid-19, ο σχεδιασμός αυτός εγκαταλείφθηκε. 

Στην αρχή της δεύτερης θητείας του Μακρόν, η μεταρρύθμιση του συστήματος συντάξεων περιορίστηκε, κυρίως, στην αύξηση της ηλικίας πρόωρης συνταξιοδότησης από τα 62 στα 64 έτη. Το 70% των πολιτών αντιδρά στη ρύθμιση αυτή και γενικευμένες κινητοποιήσεις λαμβάνουν χώρα επί μήνες σε όλη την Γαλλία. 

Η Γαλλία έχει τις τρίτες μεγαλύτερες δαπάνες συντάξεων στην Ευρώπη (14% του ΑΕΠ), με πρώτη την Ελλάδα και δεύτερη την Ιταλία. Συγκριτικά, η Γερμανία έχει 10%, οι ΗΠΑ 7%, και η Μ. Βρετανία 6%. 

Επίσης, η Γαλλία έχει τον μεγαλύτερο αριθμό συνταξιούχων κάτω των 65 ετών στην Ευρώπη. Το σχετικό ποσοστό είναι 42% στη Γαλλία, 14% στη Γερμανία, και 26% ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ελλάδα βρίσκεται στον Ευρωπαϊκό μέσο όρο, με περίπου 500.000 συνταξιούχους κάτω των 65 ετών, που λαμβάνουν ετησίως συντάξεις που ανέρχονται σε 6 δισ. ευρώ. 

Στο πλαίσιο αυτό, η πρόταση της Γαλλικής κυβέρνησης είναι να αυξηθεί σταδιακά η ηλικία πρόωρης συνταξιοδότησης από τα 62 έτη στα 64 έτη μέχρι το 2030. Ενώ θα παραμείνει η ηλικία των 67 ετών για τη λήψη πλήρους σύνταξης άσχετα από τα χρόνια ασφάλισης. Οι αναλογιστικές εκτιμήσεις δείχνουν ότι εάν δεν γίνει η προτεινόμενη αλλαγή, τότε το σύστημα συντάξεων θα παρουσιάσει ετήσιο έλλειμμα 14 δισ.ευρώ μετά το 2030, σε σύνολο ετησίων παροχών 340 δισ. ευρώ. Αλλά, ο Πρόεδρος Μακρόν έχει συνδέσει την επίτευξη του στόχου αυτού με τη δημοσιονομική πολιτική για πρωτογενή ελλείμματα κάτω του 3% μετά το 2023. Ενώ η δεξιά αντιπολίτευση (Λεπέν) και η αριστερά (Μελανσόν) έχουν από κοινού ζητήσει τη μείωση της ηλικίας συνταξιοδότησης στα 60 έτη. 

Βέβαια, η προτεινόμενη ρύθμιση θα επιφέρει ανεπιθύμητες επιπτώσεις στην ανεργία των ηλικιωμένων εργαζόμενων. Διότι η ανεργία στην ομάδα των εργαζομένων ηλικίας 55-64 ετών είναι 6,3% στη Γαλλία, διπλάσια από την αντίστοιχη στη Γερμανία. Επομένως, η κυβέρνηση της Γαλλίας έχει την πρόθεση να ζητά τη δημοσιοποίηση εκ μέρους των επιχειρήσεων των ποσοστών απασχόλησης ατόμων 55-65 ετών, ούτως ώστε να πιέσει για την αύξηση της απασχόλησης στην ομάδα αυτή. 

Η πρόσφατη απόφαση του Μακρόν να θεσπίσει την εν λόγω διάταξη με Προεδρικό Διάταγμα, παρακάμπτοντας την Βουλή (η ρύθμιση ψηφίστηκε στη Γερουσία) έχει προκαλέσει την μεγαλύτερη ένταση των κινητοποιήσεων. Είναι πολύ πιθανό ότι οι εξελίξεις αυτές θα υπονομεύσουν τις προοπτικές μεταρρυθμίσεων στην παιδεία και στην υγεία, τις οποίες είχε προαναγγείλει ο Πρόεδρος Μακρόν πριν την Πανδημία. 

Το συμπέρασμα από την παραπάνω ανάλυση είναι ότι η Γαλλία είναι ο αντιπροσωπευτικός τύπος χώρας του «μεσογειακού μοντέλου» στο σύστημα συντάξεων, το οποίο χαρακτηρίζεται από την πολυδιάσπαση των φορέων ασφάλισης, τις γενναιόδωρες παροχές, και τις ευνοϊκές ρυθμίσεις για συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού. Η Γαλλία, μαζί με την Ελλάδα και την Ιταλία δεν έκαναν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις εγκαίρως, στην δεκαετία του 1990, και τώρα διαπιστώνουν ότι είναι πλέον πολύ αργά, για να ξεπεραστούν οι λαϊκές αντιδράσεις. Και στις τρεις χώρες δεν επετεύχθη εγκαίρως μια διακομματική συναίνεση, σε αντίθεση με τις περισσότερες αναπτυγμένες χώρες. 

Η Ελλάδα, η οποία είχε το πιο προβληματικό σύστημα συντάξεων στην Ευρώπη, υπέστη τη μεγαλύτερη πτώχευση συστήματος συντάξεων στη μεταπολεμική περίοδο σε όλο τον αναπτυγμένο κόσμο. Μέσω των διαδοχικών Μνημονίων οι παροχές μειώθηκαν από 15% (για τους χαμηλοσυνταξιούχους) μέχρι 60% (για τους υψηλοσυνταξιούχους). Ακόμα και μετά από αυτό το γεγονός, η κρατική χρηματοδότηση των συντάξεων ανέρχεται σε 17-19 δισ.ευρώ ετησίως. Και αυτό δεν απασχολεί την δημοσιονομική πολιτική, Ενώ ένα ετήσιο έλλειμμα 14 δισ. ευρώ στη Γαλλία, με δεκαπλάσιο ΑΕΠ σε σχέση με την Ελλάδα, θεωρήθηκε μη αποδεκτό για τη μακροχρόνια δημοσιονομική ισορροπία της χώρας. 

Τουλάχιστον από τον Μακρόν. Η ίδια η Γαλλία, όπως και μέρος της Ευρώπης, συμπεριφέρεται σαν να μην λέει να καταλάβει σε τι κόσμο πορεύεται. Έχει το 0,8% του παγκόσμιου πληθυσμού, παράγει το 2,7% του παγκόσμιου ΑΕΠ και χορηγεί στον πληθυσμό της ένα πολύ μεγάλο ποσοστό των παγκόσμιων κοινωνικών δαπανών. Ως πότε μπορεί να συνεχιστεί αυτό;

*Ο Μιλτιάδης Νεκτάριος είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς