Όταν σκεφτόμαστε ποιες βιομηχανίες έχουν βλαβερές συνέπειες για το περιβάλλον, σκεφτόμαστε πρώτα πρώτα τον κατασκευαστικό κλάδο, τον ενεργειακό, τις μεταφορές, ακόμη και την παραγωγή τροφίμων.
Η τελευταία Διάσκεψη του ΟΗΕ για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη- UNCTAD -ανέδειξε ότι η βιομηχανία της μόδας είναι υπεύθυνη για περισσότερες από όλες τις εκπομπές άνθρακα που προέρχονται από τις διεθνείς πτήσεις και τη θαλάσσια ναυτιλία μαζί. Αυτό την κατατάσσει ως την δεύτερη πιο ρυπογόνο βιομηχανία στον κόσμο.
Για να μιλήσουμε με νούμερα, η παγκόσμια παραγωγή ενδυμάτων και υποδημάτων παράγει το 8%-10% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και καθώς η παραγωγή είναι συγκεντρωμένη στην Ασία, ο κλάδος εξαρτάται κυρίως από τον λιθάνθρακα και το φυσικό αέριο.
Αν η βιομηχανία της μόδας συνεχίσει την προσέγγιση του «business-as-usual», οι εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου από την λειτουργία της αναμένεται να αυξηθούν κατά 50% περίπου μέχρι το 2030.
Το εξωφρενικό κόστος που πληρώνει η μητέρα φύση εξαιτίας της βιομηχανίας της μόδας, μπορούμε να το διαπιστώσουμε αν αναλογιστούμε το εξής: χρειάζονται περίπου 7.500 λίτρα νερού για να δημιουργηθεί ένα μόνο τζιν. Αυτό ισοδυναμεί με την ποσότητα νερού που καταναλώνει ο μέσος άνθρωπος για περίοδο επτά ολόκληρων ετών.
Σύμφωνα με την UNCTAD, περίπου 93 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού -αρκετά για να καλύψουν τις ανάγκες πέντε εκατομμυρίων ανθρώπων- χρησιμοποιούνται από τη βιομηχανία της μόδας ετησίως και περίπου μισό εκατομμύριο τόνοι μικροϊνών, που ισοδυναμούν με τρία εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου, φτάνει πλέον στους ωκεανούς κάθε χρόνο.
Πώς η Fast mode σκοτώνει τον πλανήτη
Το κυρίαρχο επιχειρηματικό μοντέλο του τομέα της μόδας είναι αυτό της «ταχείας μόδας», όπου σχεδιαστές και κατασκευαστές ρούχων αλλάζουν τις συλλογές τους ανά τακτά χρονικά διαστήματα και δεδομένου ότι η παραγωγή γίνεται σε χώρες με πολύ φτηνό εργατικό δυναμικό και με υλικά χαμηλής ποιότητας, τα προωθούν σε πολύ οικονομικές τιμές.
Στον κλάδο της γρήγορης μόδας ανήκουν όλες οι προσιτές φίρμες με τα αναρίθμητα καταστήματα ανά τον πλανήτη.
Αυτή η τάση ενθαρρύνει τους καταναλωτές να αγοράζουν και να απορρίπτουν συχνά τα ρούχα και πολλοί εμπειρογνώμονες, συμπεριλαμβανομένου του ΟΗΕ, αναγνωρίζουν ότι είναι υπεύθυνη για πληθώρα αρνητικών κοινωνικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
Τα νούμερα είναι αφοπλιστικά ανησυχητικά.
Μεταξύ 2000 και 2014, η παραγωγή ειδών ένδυσης διπλασιάστηκε και η ζήτηση για ρούχα αναμένεται να αυξάνεται κατά 2% ετησίως.
Το πρόβλημα μεγιστοποιείται καθώς ο μέσος άνθρωπος όχι μόνο αγοράζει 60% περισσότερα είδη ρουχισμού απ' ό,τι πριν από 15 χρόνια, αλλά τα κρατά μόνο για το μισό διάστημα, σύμφωνα με την έκθεση «2019 State of Fashion» της εταιρείας συμβούλων McKinsey.
Το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα του ΟΗΕ -UNEP- μας δίνει ακόμα πιο δυσοίωνα στοιχεία καθώς αποκαλύπτει ότι μόνο το πλύσιμο των ρούχων μας, απελευθερώνει πλαστικές μικροΐνες και άλλους ρύπους στο περιβάλλον, μολύνοντας τους ωκεανούς μας και το πόσιμο νερό, με έναν εκτιμώμενο αριθμό 1,4 εκατομμυρίων τρισεκατομμυρίων πλαστικών ινών.
Επιπλέον περίπου το 20% της παγκόσμιας βιομηχανικής ρύπανσης των υδάτων προέρχεται από τη βαφή και την υφαντική επεξεργασία.
Το UNEP αναφέρει ότι η προώθηση της αλλαγής των τρόπων κατανάλωσης, μέσω ενεργειών όπως η καλύτερη φροντίδα των ρούχων, τα προγράμματα ανακύκλωσης και επιστροφής, μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο. Επιπλέον ο διπλασιασμός του χρόνου που χρησιμοποιούμε κάθε είδους ρούχα, θα μπορούσε να μειώσει κατά το ήμισυ τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου της βιομηχανίας μόδας.
Για να συμβεί όμως αυτό, τόσο οι έμποροι όσο και οι καταναλωτές θα πρέπει να συμφωνήσουν για χάρη του πλανήτη σε έναν τελείως διαφορετικό τρόπο παραγωγής, κατανάλωσης και ανακύκλωσης.
Ενοικίαση ρούχων από την Η&Μ
Η Hennes & Mauritz - H&M- είναι μια από τις χαρακτηριστικές εκπροσώπους της «Fast Mode» και ως εκ τούτου έχει δεχθεί έντονη κριτική για την συμμετοχή της στην δημιουργία αποβλήτων και επομένως για το μερίδιό της στην κλιματική αλλαγή.
Αναγνωρίζοντας την περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση ως τη νέα συνισταμένη του επιχειρηματικού της πλάνου, η διοίκηση της εταιρείας κάνει κάθε χρόνο νέα βήματα προς την κατεύθυνση ενός διαφορετικού τρόπου παραγωγής, ανακύκλωσης αλλά και κατανάλωσης.
Μετά το πρόγραμμα ανακύκλωσης, το επόμενο βήμα ήταν η απόφαση για εφαρμογή μιας νέας υπηρεσίας ενοικίασης ρούχων.
Οι καταναλωτές λοιπόν μπορούν από σήμερα να νοικιάζουν ρούχα έναντι 37 δολαρίων την εβδομάδα, στο ανακαινισμένο κατάστημα της πλατείας Sergels Torg στο κέντρο της Στοκχόλμης. Το κατάστημα θα παρέχει επίσης υπηρεσίες επισκευής ρούχων, καφετέρια και μπαρ ομορφιάς.
Η υπηρεσία ενοικίασης της H&M προς το παρόν περιορίζεται σε μία συλλογή 50 ενδυμάτων και παρέχεται στα μέλη της εταιρείας στο πλαίσιο του προγράμματος ανταμοιβής πελατών.
Η εταιρεία θα αξιολογήσει το εγχείρημα σε τρεις μήνες από τώρα και αν το δείγμα γραφής είναι θετικό, θα το επεκτείνει και σε άλλες περιοχές.
Να αναφέρουμε πάντως ότι υπάρχουν πιθανότητες επιτυχίας, καθώς η Banana Republic και Urban Outfitters, παρέχουν ήδη αντίστοιχες υπηρεσίες αξιοποιώντας μία νέα αγορά, που το 2018 ανήλθε σε 1 δισ. δολάρια.
Παρά ταύτα, ο αναλυτής της Credit Suisse, Simon Irwin υποστήριξε ότι διατηρεί αμφιβολίες για το πλάνο, καθώς θεωρεί ότι το κόστος που περιλαμβάνει ένα μοντέλο μίσθωσης σε αυτά τα επίπεδα τιμών, δεν έχει πιθανότατα νόημα.
Ανεξαρτήτως πάντως από την έκβαση του νέου εγχειρήματος, η H&M έχει σαν στόχο μέχρι το 2040, να έχει «αρνητικές» εκπομπές ρύπων, πράγμα που σημαίνει ότι θα αντισταθμίσει περισσότερο από ό,τι παράγει.
* Αποποίηση Ευθύνης: Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή, ή προτροπή για αγορά ή πώληση των αναφερομένων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται, βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δεν δίνεται ότι είναι ακριβείς ή πλήρεις και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.