«Παιδιά είναι, θα κάνουν και φασαρία» ή «Έλα μωρέ, ακροδεξιά (ή δεν ξέρω τι άλλο) βρωμόπαιδα, με λίγο ξύλο θα στρώσουν». Λάθος συμπέρασμα και στις δυο περιπτώσεις για τις ομάδες εφήβων που βιαιοπραγούν αρπάζοντας κινητά και χαρτζιλίκια, χτυπώντας μικρότερους, παρενοχλώντας σεξουαλικά εκφοβίζοντας, ή απαξιώνοντας τους καθηγητές εν ώρα μαθήματος.
Όλα αυτά, δεν είναι δείγματα ορμονών που τρελαίνονται και εφηβικής ανοησίας. Είναι δείγματα μιας κοινωνίας που σύρεται σε ακόμα πιο βαθιά αποσύνθεση, αποδεχόμενη στην ουσία και την εφηβική βία. Μέχρι να συμβεί κάτι μοιραίο. Τότε θα πεταχτούμε από τους καναπέδες μας και θα πάμε να πέσουμε από τα σύννεφα.
Ποιος έχει τον βαρύτερο ρόλο για τη σωστή συμπεριφορά των παιδιών; Το σχολείο, ή η οικογένεια; Ή μήπως, πάνω από αυτούς τους «πυρηνικούς» πόλους αιωρείται πρωτίστως η ευθύνη του κράτους; Και οι τρεις πυλώνες στηρίζουν την ανθρώπινη διαπαιδαγώγηση και τον ενστερνισμό ηθικών αξιών. Το σχολείο με τη διδασκαλία, η οικογένεια με τις διδαχές και το κράτος με τη λήψη όποιων μέτρων χρειάζονται. Στην περίπτωσή μας, πρώτα και πάνω απ’ όλα με τη μόνιμη τοποθέτηση ψυχολόγων ή κοινωνικών λειτουργών σε κάθε σχολείο, κάθε μέρα, όλο τον χρόνο.
Η τωρινή κατάσταση κάθε άλλο παρά ικανοποιητική είναι, κρίνοντας εκ του αποτελέσματος. Όσο η βία αυξάνεται τόσο πιο αναγκαίοι γίνονται οι ειδικοί εκείνοι επιστήμονες που θα παρατηρήσουν και θα παρέμβουν. Μία επίσκεψη ψυχολόγου την εβδομάδα σε κάθε σχολείο, ελάχιστα πράγματα προσφέρει. Αν πέσει κάτι στην αντίληψή του, αν κάποιος αισθανθεί την ανάγκη να μιλήσει, αν υπάρχει χρόνος… πολλά τα «αν». Εδώ όμως μιλάμε για τρυφερές ηλικίες και σκληρά φαινόμενα. Έχουμε, νομίζετε, περιθώριο να εξελιχθούν κι άλλο όλα;
Σε αυτή τη χώρα, ποτέ δεν βλέπουμε τα προειδοποιητικά σημάδια, πότε δεν αναγνωρίζουμε ότι υπάρχουν ευθύνες, όλα εμφανίζονται ξαφνικά μπροστά στα μάτια μας, σαν να έχουν μόλις υπάρξει. Ενώ έχουμε την μπόχα τους με διάφορα συμβάντα, χρόνια πριν. Ένας λαός πεφτοσυννεφάκηδων, που πάντοτε καταπλήσσεται και ποτέ δεν προλαμβάνει. Διότι η πρόληψη είναι η μεγαλύτερη θεραπεία, σύμφωνα με τους προγόνους μας. Αρκεί, να εξαλείφεις ό,τι πρέπει, πριν να γίνει δυνατό.
Καθόλου καινούργιο δεν είναι το φαινόμενο της εφηβικής βίας. Στη χώρα μας έχει ξεκινήσει εδώ και τουλάχιστον είκοσι χρόνια, ενώ σε κάποιες χώρες του εξωτερικού, όπως στις ΗΠΑ, κάνει θραύση. Όπως όλα τα φαινόμενα, οι εκφάνσεις του είναι χαμηλής σημασίας στην αρχή, έως ότου επεκταθεί. Και τότε, είναι αδύνατον να ελεγχθεί μόνο με την καταστολή.
«Δάσκαλε σου έφερα το παιδί μου να το κάνεις άνθρωπο, παρ’ το και κάνε ότι νομίζεις» έλεγε η γενιά των γονιών μου στους δασκάλους μας. Ακραία θέση, σαφώς προβληματική. Υπό αυτή τη λογική, που απέτρεπε κάθε διαφορετικότητα, ενώ καλλιεργούσε φόβο απέναντι στην «εξουσία» του δασκάλου- και του γονιού- και μίμηση πειθαρχίας, δεν είναι να απορεί κανείς που οι επόμενες γενιές πήγαν στο αντίθετο άκρο.
Από το «κάνε ό,τι νομίζεις», φτάσαμε στους διαπληκτισμούς με τους διδάσκοντες, στις απειλές και στις μηνύσεις. Δεν αναφέρομαι στην αποτρόπαια όσο και απίστευτη πράξη απαγωγής διευθυντή σχολείου από αντιεμβολιαστές. Αναφέρομαι στις καθημερινές πράξεις κάποιων γονιών που δεν έχουν βάλει όρια στα παιδιά τους, δεν τα έχουν μάθει να σέβονται και δεν δέχονται ότι ο δάσκαλος πρέπει και όρια να βάλει και σεβασμό να τα διδάξει. Επομένως, στην ουσία ακυρώνουν την παιδαγωγική διαδικασία, διότι… ποιος είναι αυτός που θα πει «στοπ» και «όχι» στο δικό τους παιδί; Ενώ, βεβαίως, πρώτοι θα έπρεπε να το κάνουν οι ίδιοι όποτε χρειάζεται.
Γιατί «ξεφεύγει» ένα παιδί; Επειδή θέλει να νιώθει δυνατό και να έχει τον έλεγχο, για να αντιμετωπίσει τον θυμό ή τη δυστυχία που κρύβει μέσα του, γιατί, ίσως έχει λίγη ενσυναίσθηση για τους άλλους, γιατί δεν έχει αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση. Κάνει σε άλλους ό,τι δεν θα ήθελε να του κάνουν, ακολουθεί μια γραμμή συμπεριφοράς που θα τη λέγαμε «αντιδραστική».
Η λύση δεν είναι να πεταχτεί κάποιος «μάγκας» γονιός στη μέση. Δεν είναι να τιμωρηθούν οι ατακτούντες χωρίς να διαπαιδαγωγηθούν. Ούτε είναι να συμπεριφερόμαστε σαν να μη συμβαίνει τίποτα για να μην παίρνει αέρα ο «νταής». Η λύση είναι η συνεργασία της οικογένειας με το σχολείο- και το ανάποδο. Να εντοπισθούν, να ελεγχθούν και να απομονωθούν οι παραβατικοί. Ακόμα και αν σε αυτούς ανήκει το δικό σας παιδί. Δεν υπάρχει δικαιολογία.
Ποιος είναι ο πλέον εκπαιδευμένος να συστήσει μέτρα; Ακόμα και η Αστυνομία, αν χρειαστεί- φοβάμαι όμως πως καθόλου δεν την έχουμε εκπαιδεύσει σχετικά. Ο ειδικός που προαναφέραμε, ο οποίος έχει εκπαιδευθεί να ξεχωρίζει το προβληματικό παιδί, να το αντιμετωπίζει και να βοηθά και αυτόν που έχει πρόβλημα και αυτόν που το υφίσταται.
Σε κάθε περίπτωση, η αγάπη, η αφοσίωση και η ενασχόληση με τα παιδιά, είναι εκ των ων ουκ άνευ. Αλλά μαζί με τον αγιασμό, ας κρατάει η κυβέρνηση και καμιά γάτα, οργανώνοντας εκδηλώσεις σε χώρους όπου συχνάζει η νεολαία και προσλαμβάνοντας όποιους πρέπει. Αλλιώς, ξέρουμε από τις άλλες χώρες τι μας περιμένει. Μόνο να μην πούμε πως δεν είχαμε καταλάβει…
Θα κλείσω υπενθυμίζοντας τους στίχους από το υπέροχο τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου που ερμήνευσε ο Παύλος Σιδηρόπουλος: «και όταν θα 'ρθουν οι καιροί/ που θα ‘χει σβήσει το κερί/ στην καταιγίδα/ υπερασπίσου το παιδί/
γιατί αν γλιτώσει το παιδί/ υπάρχει ελπίδα».