Η συνεδρίαση του έκτακτου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, μια συνεδρίαση που, όταν αποφασίστηκε, τροφοδότησε πολλές ελπίδες, οι οποίες όμως στην πορεία ξεθώριασαν, όπως τουλάχιστον δείχνει η ατζέντα της. Μια ατζέντα που είναι ταυτόχρονα φιλόδοξη και άτολμη.
Είναι φιλόδοξη διότι βάζει στο τραπέζι μια σειρά από σημαντικά ζητήματα, αρχίζοντας από την Ουκρανία - μάλιστα όχι μόνο για τον πόλεμο και τις συνέπειές του αλλά και για την μετά τον πόλεμο ανοικοδόμησή της. Συνεχίζει δε με θέματα ευρωπαϊκής άμυνας - εδώ αναμένεται με ενδιαφέρον η τοποθέτηση του Εμανουέλ Μακρόν με τον αέρα του θριαμβευτικά επενεκλεγμένου προέδρου - περνά σε θέματα επισιτιστικής ασφάλειας, ενός προβλήματος που έχει υποτιμηθεί σε σχέση με τα υπόλοιπα αλλά θα το δούμε σύντομα απειλητικό μπροστά μας, και βέβαια προβλέπει συζήτηση του ιδιαίτερα οξυμένου προβλήματος της ενέργειας με έμφαση στην απεξάρτηση από τα ρωσικά καύσιμα και στη μετάβαση σε άλλες ενεργειακές πηγές. Σημαντικά όλα τα προτεινόμενα μέτρα που έχουν όμως το μειονέκτημα ότι θα χρειασθεί να περάσουν κάποια χρόνια μέχρι ο ευρωπαίος πολίτης να αισθανθεί τις ευεργετικές επιπτώσεις τους.
Είναι όμως και απογοητευτικά άτολμη η ατζέντα της συνόδου: Κατ’ αρχάς δεν τόλμησε, λόγω βέτο Όρμπαν, να κάνει καμία αναφορά στην απαγόρευση εισαγωγής ρωσικού πετρελαίου (αναφέρεται μόνο ως μελλοντική δυνατότητα στο σχέδιο συμπερασμάτων), ενώ οι δηλώσεις για τον συμβιβασμό που θεωρούν ότι θα κάμψει το βέτο του Όρμπαν - απαγόρευση του πετρελαίου που μεταφέρεται με πλοία, όχι όμως του μεταφερόμενου μέσω αγωγών - προκαλεί όχι μόνο θυμηδία αλλά και ανησυχία για την επάρκεια των υψηλά ισταμένων στην Επιτροπή που προβαίνουν απρονόητα σε θριαμβικές ανακοινώσεις χωρίς να έχουν εξασφαλίσει τη σύμφωνη γνώμη των 27.
Ίσως η Επιτροπή πέφτει θύμα της διχοτομίας μεταξύ δύο στρατοπέδων: Από τη μια πλευρά οι ΗΠΑ, οι Αγγλοσάξονες και οι Ανατολικοευρωπαίοι που θέλουν να ηττηθεί πάση θυσία ο Πούτιν και από την άλλη η Γερμανία, η Γαλλία και άλλοι που θέλουν να βρεθεί μια λύση που δεν θα οδηγεί στα άκρα. Παρά ταύτα, τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, υπάρχει αισιοδοξία για την εξεύρεση λύσης.
Η ατολμία της ατζέντας συνεχίζεται με το ότι περιορίζεται μόνο σε μια παρενθετική νύξη για τις υψηλές τιμές ενέργειας που «πλήττουν σκληρά τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις», όπως επί λέξει αναφέρει ο Σαρλ Μισέλ στην πρόσκλησή του προς τους ευρωπαίους ηγέτες, χωρίς όμως να προβλέπει συζήτηση για λήψη άμεσων μέτρων ανακούφισης, ενώ αυτό είναι το πρώτο που θα περίμενε να ακούσει ο ευρωπαίος πολίτης και η ευρωπαϊκή επιχείρηση.
Φιλόδοξο και ταυτόχρονα άτολμο είναι και το πρόγραμμα REPowerEU που ανακοίνωσε πρόσφατα η Επιτροπή και είναι προς συζήτηση στο τραπέζι της συνόδου κορυφής. Στο REPowerEU προτείνεται οικονομία στην κατανάλωση ενέργειας από τις επιχειρήσεις και τα μέσα μεταφοράς, διαφοροποίηση των προμηθευτών και ενισχυμένη προσφυγή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με ιδιαίτερη αναφορά στην ηλιακή ενέργεια (και με υποχρεωτική εγκατάσταση φωτοβολταϊκών στα νέα κτίρια), στις αντλίες θερμότητας και στην ευρωπαϊκή παραγωγή υδρογόνου, με την υλοποίηση σχεδόν όλων όμως να ολοκληρώνεται περί το 2030. Στην πρόταση αναγνωρίζεται ακόμη η χρησιμότητα/ανάγκη κοινής προμήθειας φυσικού αερίου, που αποτελεί κοινό αίτημα πολλών κρατών-μελών, αλλά η συγκεκριμενοποίηση του σχετικού μηχανισμού παραπέμπεται στο μέλλον.
Καμιά νύξη όμως για το περίφημο πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου, το οποίο, σύμφωνα με την πρόταση της Επιτροπής, θα μπορεί να επιλεγεί ως έσχατη λύση μόνο στην περίπτωση πλήρους διακοπής της εισαγωγής ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Ούτε βέβαια νύξη για μέτρα άμεσης ανακούφισης.
Η απογοήτευση ολοκληρώνεται με την πρόταση χρηματοδότησης του μεγάλου αυτού προγράμματος, που ανέρχεται, κατά την Επιτροπή στο εντυπωσιακό ύψος των 300 δισ. ευρώ. Όταν βέβαια εισχωρήσει κάποιος στα ενδότερα αυτού του ποσού θα διαπιστώσει ότι από τα χρήματα αυτά τα 225 δισ. ευρώ είναι «ξαναβαφτισμένα» αδιάθετα δάνεια – και όχι επιχορηγήσεις - του Ταμείου Ανάκαμψης, κάπου 35 δισ. ευρώ από πόρους ευρώ που έχουν ήδη προβλεφθεί για τα Διαρθρωτικά Ταμεία και τη Γεωργική Πολιτική, ενώ ως «φρέσκο χρήμα», δηλαδή ως νέες επιχορηγήσεις, προβλέπονται μόλις 20 δισ.ευρώ.
Από τις επιχορηγήσεις των 20 δισ. ευρώ εκτιμάται ότι στην Ελλάδα θα αναλογούν πόροι 1 δισ. και από τα δάνεια περί τα 7,5 δισ. ευρώ (με ανάλογη επιβάρυνση του ήδη υπερβεβαρυμένου δημοσίου χρέους της, αν αποφασίσει να κάνει χρήση αυτής της δυνατότητας). Με αυτά τα ποσά θα κληθεί η χώρα να καλύψει τις ανάγκες ενεργειακής μετάβασης και άλλων πρόσθετων επενδύσεων που προβλέπει το REPowerEU. Θα περισσέψουν χρήματα για μείωση των τιμών ηλεκτρικού και φυσικού αερίου; Και αν ναι, θα προβλέπεται κάτι τέτοιο από τις τελικές αποφάσεις ή θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε εθνικούς πόρους, όπως, απογοητευμένος μέχρι τώρα από τις ευρωπαϊκές προθέσεις, υπόσχεται ο πρωθυπουργός; Θα τολμήσει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να μετατρέψει μέρος των «αζήτητων» δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης σε επιχορηγήσεις του REPowerEU, μη επιβαρύνοντας έτσι περαιτέρω τα υπερχρεωμένα κράτη-μέλη;
Φαίνεται ότι ο ευρωπαϊκός νότος δεν έχει διάθεση να υποχωρήσει αποδεχόμενος αμαχητί την αντίδραση των «φειδωλών» χωρών και την ατολμία της Επιτροπής. Ο Ισπανός πρωθυπουργός δηλώνει ότι θα επιμείνει ότι η ΕΕ πρέπει να λάβει περισσότερα μέτρα στον τομέα της ενέργειας για τη μείωση του λογαριασμού του ηλεκτρικού ρεύματος. Μαζί και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, παρ’όλο που στη βαλίτσα του κουβαλάει και το πρόσθετο βάρος των ανησυχητικών εξελίξεων στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. O Έλληνας πρωθυπουργός κατά την άφιξή του στη συνεδρίαση ζήτησε ευθέως να τεθεί πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου για να μειωθούν οι τιμές της ενέργειας, ενώ παράλληλα, αναφέρθηκε στις τουρκικές προκλήσεις και στην αποφασιστικότητα της Ελλάδας να τις αντιμετωπίσει.
Τα χαρτιά του δεν έχει ακόμη ανοίξει ο πρόεδρος Μακρόν, που είχε πρωτοστατήσει στη διακήρυξη της ανάγκης για μια γενναία ευρωπαϊκή απάντηση στις επιπτώσεις της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Ο πρόεδρος Μακρόν, που - να μην ξεχνούμε - η πολιτική του θα επανακριθεί σε λίγες μέρες στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου. Οι πολίτες και οι επιχειρήσεις της Ευρώπης (της Γαλλίας συμπεριλαμβανομένης) αναμένουν κάτι άμεσο, κάτι περισσότερο από τις προτάσεις μεσοπρόθεσμων επενδύσεων, ενώ παράλληλα οι λαϊκισμοί καραδοκούν Το βράδυ της Τρίτης – αν η συνεδρίαση δεν εξελιχθεί σε μαραθώνια - θα ξέρουμε αν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επιλέχθηκε η ευρωπαϊκή προοπτική ή αν προκρίθηκε μια στενόμυαλη και ίσως επικίνδυνη στασιμότητα.
* Ο Αλέκος Κρητικός είναι πρώην στέλεχος ΕΕ, πρώην Γεν. Γραμματέας στα υπουργεία Ανάπτυξης και Εσωτερικών, Ειδικός Σύμβουλος του ΕΛΙΑΜΕΠ