Τα διεθνή ΜΜΕ περίμεναν πολλά περισσότερα από τη σύνοδο κορυφής της ΕΕ στις Βρυξέλλες. Οι πολίτες περίμεναν πολύ περισσότερα για να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια που φέρνει η εκτίναξη του ενεργειακού κόστους αυτό το πρώτο φθινόπωρο που οι οικονομίες ανακάμπτουν μετά την πανδημία.
Περίμεναν αποφάσεις που θα προκαλούσαν αίσθηση στις αγορές της ενέργειας, εν μέσω μιας κρίσης που ήταν και αναμενόμενη και αναπόφευκτη αλλά βρήκε την Ευρώπη απροετοίμαστη. Ο χειμώνας δεν έχει ακόμη αρχίσει και τα εργαλεία που μέχρι τώρα είναι στο τραπέζι δείχνουν να μην είναι τα βαριά όπλα που χρειαζόμαστε όλοι καταναλωτές, μικρές επιχειρήσεις, βιομηχανία.
Ωστόσο, μια προσεκτική ανάλυση των συμπερασμάτων της συνόδου κορυφής σε συνδυασμό με τις πληροφορίες που πλέον συζητάμε ανοιχτά στις Βρυξέλλες, αφήνει να φανεί πως η Ευρώπη διδάχθηκε από την πανδημία και μέσα από την πιο σκοτεινή ώρα απέκτησε «βίβλο διαχείρισης κρίσεων».
Η ΕΕ επιστρέφει στην αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης με προσωρινή ελαστικοποίηση των δημοσιονομικών κανόνων και ειδικότερα της παροχής κρατικών ενισχύσεων στις επιχειρήσεις. Σαν να μην πέρασε μια μέρα από την περίοδο που ο COVID-19 μας κρατούσε κλειδωμένους στα σπίτια μας και το όπλο του κρατικού χρήματος για να μειωθεί το ενεργειακό κόστος των επιχειρήσεων είναι πλέον ξανά στο τραπέζι.
Η ΕΕ επιστρέφει στη στήριξη των αδύνατων νοικοκυριών και δείχνει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν τους πόρους από το Εμπόριο των Αερίων Ρύπων και όχι μόνο αυτούς, για να στηρίξουν τους ευάλωτους. Ευτυχώς, για εμάς η κυβέρνηση στην Ελλάδα δεν περίμενε την «εργαλειοθήκη της Κομισιόν» για να δράσει προληπτικά στην καταιγίδα που πλήττει τα νοικοκυριά.
Ωστόσο, τα δεδομένα για την Ελλάδα δείχνουν πως είναι η τρίτη χώρα σε ποσοστά ενεργειακής φτώχειας. Εκεί στη ρίζα του το πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με άθροισμα κονδυλίων από το ΕΣΠΑ, το RRF και τον ιδιωτικό τομέα. Ευτυχώς, και πάλι η Ελλάδα, σύμφωνα με το Brugel, διαθέτει το μεγαλύτερο ποσοστό από τους 27 στα σχέδια ενεργειακής αναβάθμισης από τους πόρους που της αναλογούν από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Η ΕΕ επιστρέφει στα διδάγματα της πανδημίας και μελετά εθελοντικές κοινές παραγγελίες φυσικού αερίου για να μπορέσουν οι χώρες που κυρίως αντιμετωπίζουν το πρόβλημα και είναι στο Νότο να ενισχύσουν τη διαπραγματευτική τους ικανότητα έναντι των προμηθευτών ως μέρος της ενιαίας αγοράς. Εν τέλει μπορεί οι κοινές παραγγελίες να μην είναι ακριβώς ότι είναι οι παραγγελίες που εξασφάλισαν εμβόλια για όλους από την ΕΕ, βασίζονται όμως στον ίδιο μηχανισμό της συνεργασίας, της αναλογικότητας και της έμπρακτης αλληλεγγύης.
Η ΕΕ διδάχθηκε ότι χρειάζεται υποδομές του μεταβατικού καυσίμου που είναι το φυσικό αέριο και γι' αυτό και η στήριξη της ενίσχυσης των σχεδίων του FSRU στην Αλεξανδρούπολη και της αποθήκης στην Καβάλα επείγει. Σταθερότητα και ενεργειακή ασφάλεια στη Νοτιοανατολική Ευρώπη πάνε μαζί με υποδομές μετάβασης και αποθήκευσης πράσινης ενέργειας για το μέλλον που ήρθε.
Από τα χείλη της πρόεδρου της Κομισιόν ξεκίνησε η συζήτηση για την αποδέσμευση (decoupling) των τιμών του φυσικού αερίου από το ηλεκτρικό ρεύμα, επιλογή που συνεπάγεται κατ´ αρχήν υψηλά στρατηγικά αποθέματα κοινής χρήσης.
Πράγματι, τα συμπεράσματα της συνόδου κορυφής δεν ανακούφισαν τους πολίτες και δεν καθησύχασαν τις αγορές. Ωστόσο, επιβεβαίωσαν ότι η πανδημία έφερε στην Ευρώπη μια κοσμογονική αλλαγή στη λήψη των αποφάσεων και στη χρήση των διαθέσιμων εργαλείων. Οι κρίσεις πλέον αντιμετωπίζονται συλλογικά, έστω και με ομάδες προθύμων κρατών.
Οι κανόνες του συμφώνου σταθερότητας ελαστικοποιούνται στην πράξη κάθε φορά που χρειάζεται να αποφευχθεί και άλλη πίεση στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Και η Ευρώπη για πρώτη φορά δείχνει να σχεδιάζει ένα κοινό μέλλον διαχείρισης κρίσεων χωρίς να αποκλείει κανένα διαθέσιμο εργαλείο από το τραπέζι. Άλλωστε η πανδημία δίδαξε πως ο άλλοτε απαγορευμένος κοινός δανεισμός, ήταν τελικά η σωτήρια οδός για όλους.
* Η Μαρία Σπυράκη είναι ευρωβουλευτής ΝΔ-ΕΛΚ ,συμπρόεδρος του Intergroup για την Κλιματική Αλλαγή και τη Βιώσιμη Ανάπτυξη.