Βάσια Τζανακάρη «Αδελφικό», εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 268
«Η Μάρω είχε δίκιο, το ένιωθα κι εγώ, ήμασταν απομεινάρια ενός κόσμου που είχε χαθεί».
Το «Αδελφικό» είναι ένα χωριό κοντά στις Σέρρες γεμάτο λωτούς που υπόσχεται να γίνει «χωριό των λωτοφάγων», είναι ένα θεατρικό που απέμεινε από ένα νεκρό ποιητή, είναι ο χαμένος αδελφός με ζωντανό κι άκοπο για πάντα τον αδελφικό λώρο, είναι το καινούριο μυθιστόρημα της Βάσιας Τζανακάρη, είναι το χρονικό της γενιάς της, είναι η ιστορία μικρών και μεγάλων απωλειών. Είναι η υπεράνθρωπη ανθρώπινη προσπάθεια να γεννηθείς και να ξαναγεννηθείς μέσ’ τις στάχτες, είναι ο Ντέιβιντ Μπόουι, οι μουσικές, οι ταινίες που αποτελούν την ραχοκοκαλιά αυτής της γενιάς. Είναι ένα μυθιστόρημα για όλα τα μεγάλα: γέννηση (η ηρωίδα γεννά μόνη ένα μωρό), θάνατος (χάνονται ένας μεγάλος κι ένας πολλά υποσχόμενος ποιητής), έρωτες (πολλοί μικροί έρωτες που ίσως και να μεγάλωναν σε μια διαφορετική εποχή), πτώση (και οι δυο ήρωες επιστρέφουν λαβωμένοι) και βέβαια είναι και επιστροφή. Επιστρέφοντας γλείφει κανείς τις πληγές. Α να μη το ξεχάσουμε, είναι και μοναξιά, η Μοναξιά της εποχής. Και οι δρόμοι. Για το άγνωστο, το ήδη γνωστό, εκείνο που μας υπόσχεται, αυτό που ενδεχομένως και να μας θεραπεύσει.
Η Βάσια Τζανακάρη αναμφισβήτητα είναι η συγγραφέας της γενιάς της: μιλάει γι’ αυτήν, αποκαλύπτει τις σκέψεις της, τους φόβους της, τα διλήμματα, τις απογοητεύσεις, εκφράζεται κινηματογραφικά, στ’ αυτιά της ηχεί συνεχώς η μουσική της εποχής. Τα δικά της ινδάλματα, δηλαδή, της γενιάς της δεν ήταν οι αδελφές Μπροντέ ή κάποιοι επαναστάτες ή πολιτικοί, οι σταρ του Χόλυγουντ, αλλά ο Μπόουι που έπεσε απ’ τα άστρα και ο οποίος πεθαίνοντας είναι σα να πήρε τη λάμψη και την σκέψη και την καρδιά της εποχής.
«Το Αδελφικό είναι ένα βιβλίο που έγραψα με πολλή δυσκολία» θα πει σε συνέντευξή της η Βάσια Τζανακάρη, «κυρίως γιατί η ζωή του συγγραφέα δεν είναι αποκομμένη από αυτό που γράφει, μπαινοβγαίνει το ένα στο άλλο. Το Αδελφικό είναι ένα χωριό στις Σέρρες. Εκεί καταφεύγουν οι δύο μου ήρωες για διαφορετικούς αλλά ίσως όχι και τόσο διαφορετικούς λόγους. Ο καθένας πάντως τραβάει το μονοπάτι του. Ο Μελισσινός προσπαθεί να ξεπεράσει τις ενοχές του για τον χαμό ενός ασθενή του και η single mum Μάρω δεν έχει πού αλλού να πάει – έβαλε κατά λάθος φωτιά στο σπίτι της τη μέρα που έμαθε την είδηση του θανάτου του Ντέιβιντ Μπόουι και επιστρέφει στο χωριό καταγωγής της.
»Φήμες λένε πως το Αδελφικό είναι ένα χωριό που σε κάνει να ξεχνάς ό, τι σε βασανίζει και να κάνεις μια καινούργια αρχή. Και σε όλα αυτά μπλέκεται ο αδελφός της Μάρως, ένας ποιητής που πέθανε νέος, η μουσική που αγαπάει η Μάρω, οι ταινίες που αγαπάει ο Μελισσινός, τα φλασμπάκ από τη δεκαετία του ‘90, η ανάγκη για επιστροφή σε ένα παρελθόν παρηγορητικό και ταυτόχρονα, παραδόξως, μια αποστροφή για το παρελθόν.»
Αφηγηματικά το βιβλίο γράφεται πρωτοπρόσωπα με κεφάλαια εναλλασσόμενα μεε σκέψεις και κινήσεις του Μελισσινού και της Μάρως. Μακροπερίοδος και πυκνός λόγος, ενώνει με εξαιρετικό τρόπο δια των συνειρμών εποχές, ανθρώπους, διαδρομές.
Ο καθένας κουβαλά τις πληγές του αλλά και κοινές αναμνήσεις ο ένας από τον άλλον: πέρασαν από τις ίδιες πόλεις, βάδισαν στους ίδιους δρόμους, ήπιαν καφέ ακούγοντας τις ίδιες αγαπημένες μουσικές, είχαν φίλους κοινούς που τους ένωναν και θα τους ενώνουν. Ανακαλύπτουν ότι «τα καλύτερα φιλιά ήταν στο κεφάλι, τα φιλιά της φροντίδας».
Με εμβόλιμα αποσπάσματα από το θεατρικό «Αδελφικό» του φίλου τους που χάθηκε και ποιήματα, με μουσικές, κινηματογραφικές και βιβλιογραφικές αναφορές, ζωντανεύουν την καρδιά μιας εποχής.
Συνηθίζει να το κάνει αριστοτεχνικά η συγγραφέας. Σε όλα της τα βιβλία για τη γενιά της γράφει, ως οφείλει, και για την εποχή: «Έντεκα μικροί φόνοι: ιστορίες εμπνευσμένες από τραγούδια του Nick Cave», «Τζόνι και Λούλου», «Η καρέκλα του κυρίου Έκτορα», το παιδικό «Ένα δώρο για τον Τζελόζο» αλλά και με σημαντική μεταφραστική εμπειρία με βραβείο μετάφρασης το 2020 για το «Ένα δικό της δωμάτιο» της Βιρτζίνια Γουλφ), αποτελούν την ήδη μεγάλη -για την ηλικία της- διαδρομή.
Λίγα λόγια για την συγγραφέα:
Η Βάσια Τζανακάρη γεννήθηκε στις Σέρρες το 1980. Σπούδασε Αγγλική Γλώσσα & Φιλολογία στο ΑΠΘ και πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές Μετάφρασης-Μεταφρασεολογίας στο ΕΚΠΑ. Είναι μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Αγγλικών Σπουδών (HASE). Με το πρώτο της βιβλίο, τη συλλογή διηγημάτων Έντεκα Μικροί Φόνοι: Ιστορίες εμπνευσμένες από τραγούδια του Nick Cave (Μεταίχμιο, 2008), ήταν υποψήφια για το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του περιοδικού "Διαβάζω". Ακολούθησε το μυθιστόρημα "Τζόνι & Λούλου" (Μεταίχμιο, 2011) και το παιδικό βιβλίο "Ένα δώρο για τον Τζελόζο" (Μεταίχμιο, 2013). Το τελευταίο της βιβλίο, "Η καρέκλα του κυρίου Έκτορα", κυκλοφόρησε το 2014 από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Έχει συμμετάσχει σε συλλογικά έργα ("Ελληνικά ονόματα"- Κέδρος, "Crisis"- Vakxikon, "Ιστορίες βιβλίων" - Εκδόσεις Καστανιώτη) και εργάζεται ως μεταφράστρια, έχοντας μεταφράσει Ian Rankin, Gillian Flynn, Donald Ray Pollock κ. α.
Και ας τελειώσουμε με ένα απόσπασμα από το βιβλίο που αποτελεί και χαρακτηριστικό δείγμα γραφής:
«Έκλεισα τα μάτια κι είδα κι άλλους δρόμους να ξετυλίγονται στο μυαλό μου, σαν κορδέλες ρυθμικής, δρόμοι έρημοι, στριφογυριστοί κα ίσιοι και ατελείωτοι και ασφαλτοστρωμένοι και χωμάτινοι, δρόμοι που με πήραν αποδώ και με ξανάφεραν, έχασα το δρόμο, ο δρόμος της επιστροφής, έχω τον δρόμο στο αίμα μου, όλα είναι δρόμος, τι άλλο λένε, ο δρόμος προς την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις, δρόμο παίρνω, δρόμο αφήνω, δεν έχει δρόμο να διαβώ, ο δρόμος ο λιγότερο ταξιδεμένος, ο δρόμος είχε τη δική του ιστορία, ο δρόμος του Κέρουακ, πήρες τον μεγάλο δρόμο, όλοι οι δρόμοι οδηγούν στη Ρώμη, δρόμοι του πουθενά, ο δρόμος της επιστροφής, δρόμοι ανοιχτοί για α φεύγουν οι άνθρωποι που απλώς θέλουν να φεύγουν».