Τα χωριά του βορειοανατολικού Παρνασσού είναι πλέον άξιοι εκπρόσωποι της ανάπτυξης του ορεινού τουρισμού και εσείς, πρέπει απλά να κάνετε ακόμα λίγο υπομονή μέχρι να λήξη ο «συναγερμός» του ιού για να ξεχυθείτε στους δρόμους, τα δάση και τα χωριά του ιερού βουνού του Απόλλωνα και του Διονύσου. Σε «άμεση αντιπαράθεση» με την άλλη πλευρά (Αράχοβα, Δελφοί), που συχνά κατακλύζεται από τα αυτοκίνητα και τις φωνές των κουρασμένων από τους αστικούς ρυθμούς επισκεπτών, αυτά τελικά ίσως καταφέρνουν να δείξουν πιο ζεστό και φιλικό πρόσωπο.
Ο παλιός δρόμος Θήβα- Λιβαδειά- Μπράλος- Λαμία, διασχίζει μία από τις γραφικότερες διαδρομές της Στερεάς Ελλάδας καθώς «χαϊδεύει» τους πρόποδες των βουνών Παρνασσού, Καλλίδρομου και Οίτης. Όμως θα πρέπει λίγο πριν την Λιβαδιά να ακολουθήσετε τον δρόμο δεξιά, προς Ορχομενό και σύντομα προς Αμφίκλεια. Ήδη αριστερά σας θα ξεδιπλώνονται οι εντυπωσιακές κορυφές της βορειοανατολικής πλευράς του Παρνασσού (2.456μ.), όταν μετά την διακλάδωση Λιβαδειάς-Ορχομενού σε μόλις 8 χιλιόμετρα θα συναντήσετε την Χαιρώνεια. Εδώ είναι σχεδόν σίγουρο ότι το κολοσσιαίο πέτρινο λιοντάρι θα σας τραβήξει την προσοχή θυμίζοντας ότι στην περιοχή συνέβη ένα από τα σημαντικότερα ιστορικά γεγονότα. Συγκεκριμένα, στην μικρή πεδιάδα έγινε η μάχη με την οποία εδραιώθηκε η κυριαρχία του Φιλίππου στην νότια Ελλάδα. Κοντά στο ρέμα του Αίμονα, ανατολικά της Χαιρώνειας, είχαν παραταχθεί οι Αθηναίοι έχοντας τον Φίλιππο απέναντί τους, ενώ οι Θηβαίοι είχαν παραταχθεί στον Κηφισό, έχοντας αντίκρυ τους τον Αλέξανδρο. Το σημείο όπου ετάφησαν οι Μακεδόνες εντοπίστηκε από τον Σωτηριάδη το 1902-1903 σε απόσταση τριών χιλιομέτρων από την Χαιρώνεια. Εκεί δημιουργήθηκε ένα τύμβος ύψους εφτά μέτρων, ενώ στο σημείο όπου ετάφησαν οι Θηβαίοι, υψώθηκε το πέτρινο λιοντάρι το οποίο κοιτά προς τον Μακεδονικό τύμβο.
Συνεχίζοντας, σύντομα θα βρεθείτε σε χωριά που πνίγονται στα πλατάνια, στις βελανιδιές και τα έλατα, ενώ οι ταβέρνες τους και τα καφενεδάκια θα σας περιμένουν, αρκεί όπως είπαμε, να κάνετε ακόμα λίγο υπομονή.
Αίσθηση γαλήνης και ηρεμίας
Στην έξοδο του νομού Φθιώτιδας προς Βοιωτία βρίσκεται η Κάτω Τιθορέα, σημαντικό εμπορικό κέντρο της περιοχής. Γνωστή με τα ονόματα «Καλύβια» ή «Κηφισοχώρι», εξαιτίας του ομώνυμου ποταμού που βρίσκεται κοντά της, θα μπορούσε τα πλατάνια και τα πάρκα της να είναι καλή αφορμή για λιγόλεπτη στάση των ταξιδιωτών, αλλά δεν φαίνεται να το έχουν πιστέψει οι κάτοικοί της. Όμως λίγο ψηλότερα, στις πλαγιές του Παρνασσού, σε υψόμετρο 600μ. είναι χτισμένη η Άνω Τιθορέα ή «Βελίτσα» που στα σλάβικα σημαίνει «απάτητο μαντρί». Η πλούσια βλάστηση, τα τρεχούμενα νερά, η πλατανοσκέπαστη πλατεία με τα μαγαζιά της και ο καθαρός βουνίσιος αέρας είναι σοβαρή αιτία για να βρεθείτε εδώ επάνω. Ο οικισμός είναι το κέντρο του μονοπατιού Ε-65 δίπλα στο φαράγγι του Καχαλά, ενώ υπάρχουν ίχνη και από την αρχαία Τιθορέα. Την προσοχή, ειδικά των πεζοπόρων, τραβά και η σπηλιά- καταφύγιο του Οδυσσέα Ανδρούτσου στην περιοχή «Ανατολικό», ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο μικρός ναός του Αγίου Ιωάννη στον οποίο θα δείτε σε αξιοπρόσεκτο γυάλινο δάπεδο, να «κρύβονται» ψηφιδωτά δαπέδου του 3ου και 4ου μ.Χ. αι.
Αν βγείτε στον κεντρικό δρόμο μετά από 15 χιλιόμετρα από την Κ. Τιθορέα, θα φτάσετε στο Δαδί, που σήμερα ονομάζεται Αμφίκλεια κρατώντας το όνομα της αρχαίας πόλης που κάποτε βρισκόταν εκεί. Το βουνό δεσπόζει στην περιοχή επηρεάζοντας καταλυτικά τον τρόπο ζωής των κατοίκων της κωμόπολης. Είναι αμφιθεατρικά χτισμένη στους πρόποδες του Παρνασσού σε υψόμετρο 450μ. και έχει 3.000 περίπου κατοίκους, ενώ χτίστηκε περίπου στη θέση της αρχαίας πόλης που είχε προστάτη το θεό Διόνυσο. Το 480 π.Χ. την πυρπόλησε ο Ξέρξης, ενώ επί Φραγκοκρατίας ονομάστηκε Δαδί.
Όταν φτάνεις στην Αμφίκλεια, έχεις την αίσθηση γαλήνης και ηρεμίας και σε αυτό σίγουρα παίζει ρόλο ο Παρνασσός. Μετά τα τελευταία σπίτια απλώνονται οι καταπράσινες πλαγιές του βουνού, με τα αρχοντικά, οι θολωτές αυλόπορτες και τα σοκάκια της Αμφίκλειας να δένουν αρμονικά με τον επιβλητικό όγκο του. Διατηρεί σε σημαντικό βαθμό την αρχιτεκτονική της παράδοση αλλά χρειάζεται να περπατήσεις στα σοκάκια της για να το διαπιστώσεις. Από την Αμφίκλεια ξεκινούν και πολλές πεζοπορικές διαδρομές προς τις κατάφυτες πλαγιές του βουνού. Ακολουθώντας μία από αυτές για περίπου 45 λεπτά ανάμεσα από πεύκα, έλατα, κισσούς, δίπλα σε νερά και μέσα από την χαράδρα της Βαρσάμως, θα φτάσετε στην Αγία Ιερουσαλήμ (Αγιαρσαλή). Πρόκειται για μια παμπάλαια εκκλησία μέσα σε σπήλαιο, όπου υπάρχει τρεχούμενο νερό, ενώ κατά την Τουρκοκρατία χρησιμοποιήθηκε σαν καταφύγιο από τους κατοίκους της περιοχής.
Από την Αμφίκλεια ξεκινά ένας γεμάτος στροφές δρόμος που ανηφορίζει προς τις κορυφές του Παρνασσού. Κατά τους ισχυρισμούς των κατοίκων, ο συγκεκριμένος δρόμος μένει ανοικτός σχεδόν όλο τον χειμώνα ασχέτως των «επισήμων» πληροφοριών που λένε το αντίθετο. Επιπλέον τα χιονοδρομικά κέντρα του Παρνασσού βρίσκονται αρκετά κοντά, με την Φτερόλακκα να απέχει 17 χλμ. και τα Κελλάρια 20 χιλιόμετρα. Η Αμφίκλεια επίσης θα μπορούσε να πει κανείς, ότι έχει και ιστορικά περισσότερα «δικαιώματα» στο χιονοδρομικό κέντρο Παρνασσού, καθώς το πρώτο τελεφερίκ και οι εγκαταστάσεις για σκι στη Φτερόλακκα, ξεκίνησαν από εδώ. Συγκεκριμένα το 1968 οι Γάλλοι διοικούντες του Αλουμινίου Ελλάδος, ξεκίνησαν για προσωπική τους ευχαρίστηση χρησιμοποιώντας ντόπιους εργάτες, να φτιάχνουν εγκαταστάσεις για σκι, όταν δεν υπήρχε ακόμη άλλη πρόσβαση εκτός από την Αμφίκλεια, προς τις κορυφές του βουνού.
Συντροφιά με τα έλατα
Από την Αμφίκλεια προς τη Φτερόλακκα και μετά από 5 χλμ. περίπου, εμφανίζεται πάνω σε στροφή του δρόμου το γυναικείο μοναστήρι της Γαυριώτισσας ή Παναγιάς του Δαδιού. Πολλοί σταματούν για το νερό της πέτρινης βρύσης δίπλα στο δρόμο απέναντι από το μοναστήρι, αλλά ακόμα περισσότεροι, για την ίδια την μονή.
Συνεχίζοντας την ανηφόρα προς τη Φτερόλακκα τα έλατα γίνονται μόνιμοι σύντροφοι ενώ η θέα προς την κοιλάδα του Κηφισού γίνεται όλο και πιο εντυπωσιακή. Όμως καλό είναι, λίγο μετά τις εγκαταστάσεις των κατασκηνώσεων των προσκόπων, να μην προσπεράσετε την τοποθεσία Περδικόβρυση. Εδώ βρίσκεται ένας ιδανικός τόπος για στάση ανάμεσα στα πεύκα και τα έλατα όπου ανάμεσά τους κρύβεται το εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου. Χτίσθηκε τον 12ο αι. και διαθέτει σπάνιες αγιογραφίες, ενώ ανακαινίσθηκε το 1455, δυο χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης.
Πλησιάζοντας τις κορυφές, οι γυμνές πλαγιές και τα βράχια επιβάλλονται στην πυκνή βλάστηση. Όμως λίγο πριν φτάσετε στις εγκαταστάσεις της Φτερόλακκας, μπορείτε να στρίψετε δεξιά κάνοντας έναν κύκλο προς χωριά, όπου η μυρωδιά του έλατου κατακλύζει την ατμόσφαιρα, καθώς ο δρόμος χώνεται στην αγκαλιά του εθνικού δρυμού του Παρνασσού. Αρχικά θα συναντήσετε το Πολύδροσο (Σουβάλα). Το χωριό έχει 1.400 περίπου κατοίκους, είναι χτισμένο σε περιοχή με πλατάνια και τρεχούμενα νερά και αποτελεί την οικιστική συνέχεια της Απάνω Σουβάλας, της οποίας οι κάτοικοι μετά το σεισμό του 1870 αναγκάστηκαν να κατεβούν προς τον κάμπο. Οι επενδύσεις στο χωριό, τα όμορφα σύγχρονα σπίτια ντόπιων αλλά και ξένων, δείχνουν την αγάπη του κόσμου για την περιοχή. Βρισκόσαστε πια στο κάμπο και συνεχίζοντας θα περάσετε από το χωριό Λιλαία όπου κοντά της (περίπου 2 χλμ.), βρίσκονται τα ερείπια της αρχαίας πόλης της Λιλαίας. Στη συνέχεια θα αρχίσετε να ανηφορίζετε προς το χωριό Επτάλοφος ή Αγόριαννη το οποίο είναι αμφιθεατρικά χτισμένο σε προνομιακή θέση. Τα σπίτια του απλώνονται επάνω σε επτά λόφους και σε υψόμετρο 900 μ. από όπου αγναντεύει τις πλαγιές έως το απέναντι Καλλίδρομο. Ιστορικό χωριό, ήταν καταφύγιο των βυζαντινών αυτοκρατόρων Κομνηνών, ενώ κάηκε κατά την κατοχή. Κατάφυτη η περιοχή γύρω του είναι ιδεώδης τόπος για όσους αγαπούν την ηρεμία και τις βόλτες ανάμεσα σε τρεχούμενα νερά, πουρνάρια, πλατάνια, φτελιές και έλατα ξεκουράζοντας το βλέμμα στις επιβλητικές κορυφές του Παρνασσού.
Αξίζει να δείτε
Το λιοντάρι της Χαιρώνειας
Το μνημείο θυμίζει τη μάχη του 338 π.Χ κατά την οποία ο Φίλιππος εδραίωσε την κυριαρχία του στην νότια Ελλάδα. Το λιοντάρι έχει ύψος 5,30 μ. και στήθηκε εκεί όπου ετάφησαν οι Θηβαίοι. Στην αρχαιότητα είχε συναρμολογηθεί από πέντε κομμάτια αλλά κατά το πέρασμα των αιώνων για διάφορες αιτίες, το γλυπτό έπεσε και κομματιάστηκε. Στα 1809 όταν ο λόρδος Βύρων επέστρεφε από τα Ιωάννινα, βρήκε το λιοντάρι κομματιασμένο και μισοχωμένο στο έδαφος, ενώ στη συνέχεια το 1818 ο Άγγλος Crawford βρήκε το κεφάλι του και μερικά κομμάτια, αλλά τα ξανασκέπασε. Ακόμα και ο Οδ. Ανδρούτσος έκανε μια προσπάθεια να το διασώσει το 1819, ενώ ακυρώθηκαν λόγω των δυσκολιών της μεταφοράς του οι επιθυμίες να το πάρουν στις πόλεις τους, ο Σουλτάνος για την Πόλη και ο Αλής για τα Ιωάννινα. Τελικά το 1879 η περιοχή ανασκάφθηκε από την Αρχ. Εταιρεία, ενώ το 1902 ξεκίνησε με δαπάνες της η αναστήλωση του μνημείου. Τότε κατασκευάστηκε το βάθρο ύψους 3μ., συναρμολογήθηκαν τα κομμάτια ενώ οι ελλείψεις του τεράστιου λιονταριού συμπληρώθηκαν από πέτρες του Ξηριά της Λιβαδειάς.
Την Παναγιά του Δαδιού
Ιδρύθηκε έξω από την Αμφίκλεια στα βυζαντινά χρόνια, αρχικά σαν ανδρικό μοναστήρι και ανακαινίστηκε το 1756, ενώ επί Τουρκοκρατίας λειτουργούσε κρυφό σχολείο. Όμως στη μεγάλη πυρκαγιά του Παρνασσού, στις 22/8/77, κάηκε το μεγαλύτερο τμήμα της, αλλά την ύστατη στιγμή διασώθηκαν τα κειμήλιά της, ενώ σήμερα διαθέτει και ξενώνα.
Τον καταρράκτη της Αγόριανης
Ο Μάτεσης σχηματίζεται από το Αγοριανίτικο Ρέμα, αλλά αρκεί να μην έχει σκουπίδια
Το Μουσείο Άρτου στην Αμφίκλεια
Βρίσκεται στην πλατεία και παρουσιάζεται η σχέση του ψωμιού με την τοπική κοινωνία, την παράδοση και τα έθιμα.
Πως θα πάτε
Η Αμφίκλεια απέχει 165 χλμ. από την Αθήνα, ενώ από την Λαμία 50 χλμ. Επίσης ενδιαφέρουσα διαδρομή είναι αυτή που ξεκινά από την πλατεία της Άνω Τιθορέας και οδηγεί στην Αμφίκλεια. Είναι μικρότερη από τον κεντρικό δρόμο κατά 11 χιλιόμετρα κι προσφέρει πανοραμική θέα στον κάμπο.