Η σκληρή πραγματικότητα, ο πόλεμος, οι πολιτικές διαφωνίες και η χρηματιστηριακή ταλαιπωρία έχουν φέρει σε δύσκολη θέση την βιομηχανία ESG πάνω που πίστεψε πως θα κυριαρχήσει στον κόσμο των επενδύσεων.
Πέρυσι τον Μάιο, οι χρηματιστηριακές αγορές είχαν παρακολουθήσει με μεγάλο ενδιαφέρον την μάχη που έγινε μεταξύ της διοίκησης της μεγάλης πετρελαϊκής εταιρείας Exxon Mobil (XOM NYSE) και του ακτιβιστικού επενδυτικού σχήματος Engine 1, το οποίο είχε ζητήσει από τους μετόχους να υπερψηφίσουν τους δικούς του υποψήφιους για το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας (Ο πόλεμος μετόχων για τη διοίκηση της ExxonMobil και το «πράσινο» μέλλον της | Liberal).
Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας κατά την γενική συνέλευση της εταιρείας, το οποίο ήταν θετικό για το Engine 1 και κάποιους από τους υποψηφίους του, είχε θεωρηθεί από την χρηματιστηριακή αγορά ως μία νίκη του κινήματος ESG, καθώς το Engine 1 υποστήριζε πως η μεγάλη αμερικανική εταιρεία προχωρούσε με πολύ αργά βήματα προς τον στόχο της απανθρακοποίησης και των μηδενικών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Εδώ είναι χρήσιμο να υπενθυμίσουμε πως το κίνημα ESG (Environment, Society, Governance) έχει ως σημαία του τις επενδύσεις με κριτήριο την επίδοση κάθε εισηγμένης σε χρηματιστήριο επιχείρησης σε τρεις τομείς: την προστασία του περιβάλλοντος (E), τον συντονισμό με το ευρύτερο κοινωνικό συμφέρον (S) και την προσήλωση στις αρχές της εταιρικής διακυβέρνησης (G).
Η επιτυχημένη εκστρατεία του Engine 1 θεωρήθηκε τότε ως το επιστέγασμα της επικράτησης του κινήματος ESG. Πραγματικά, το πρώτο εξάμηνο του 2021 η νίκη του ESG φαινόταν εξασφαλισμένη. Ο ερχομός του Gary Gensler στο τιμόνι της αμερικανικής επιτροπής κεφαλαιαγοράς (SEC) έφερε πιο κοντά την επιβολή αυστηρών κανόνων που θα υποχρέωναν όλες τις εισηγμένες επιχειρήσεις να δίνουν λεπτομερέστατη αναφορά στις εποπτικές αρχές και τους επενδυτές σχετικά με τις επιδόσεις τους στους τρεις τομείς ενδιαφέροντος του ESG.
Οι μεγαλύτερες εταιρείες διαχείρισης κεφαλαίων, με πρώτη και καλύτερη την γιγαντιαία Blackrock (BLK NYSE), ακολουθούσαν με ενθουσιασμό τις επιταγές του ESG ενώ ο επικεφαλής της Blackrock Larry Fink έκρινε σκόπιμο να νουθετεί τις διοικήσεις των εισηγμένων επιχειρήσεων μέσω ανοικτών επιστολών. Πολλά συνταξιοδοτικά ταμεία από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη ασπάσθηκαν και αυτά την ίδια φιλοσοφία και ακολούθησαν την «γραμμή» του Fink. Και βέβαια, όλες οι μεγάλες εταιρείες διαχείρισης κεφαλαίων πουλούσαν τα αντίστοιχα ESG προϊόντα διαχείρισης στους πελάτες τους.
Τα πράγματα όμως δεν είναι ακριβώς έτσι. Έναν χρόνο και μερικούς μήνες μετά, είναι φανερό πως έχουν αρχίσει να εμφανίζονται αρκετές ρωγμές στο «οικοδόμημα» του ESG. Ήδη από τον περασμένο Αύγουστο είχαμε ασχοληθεί με το λεγόμενο greenwashing, με αφορμή τις καταγγελίες πως το τμήμα διαχείρισης κεφαλαίων της Deutsche Bank πουλούσε στους επενδυτές επενδυτικά προϊόντα με την ταμπέλα του ESG χωρίς όμως να κάνει τις ανάλογες επενδύσεις (Greenwashing: Το μεγάλο πρόβλημα που ταλανίζει τις επενδύσεις ESG | Liberal).
Με την πάροδο του χρόνου αποδείχθηκε πως η γερμανική τράπεζα δεν ήταν η μόνη που χρησιμοποιούσε τέτοιες πρακτικές. Πέρα όμως από το greenwashing, το οποίο φαίνεται σαν μία προσπάθεια εκμετάλλευσης της επιθυμίας των επενδυτών να ακολουθήσουν την φιλοσοφία ESG, μέσα στην φετινή χρονιά έχουν αναδειχθεί πολλά άλλα προβλήματα.
Το πρώτο πρόβλημα είναι η σύγκρουση της φιλοσοφίας ESG με την σκληρή πραγματικότητα. Η ενεργειακή κρίση που έδειξε καθαρά πως αυτή την στιγμή δεν είναι πρακτικά δυνατόν να ζήσουμε εγκαταλείποντας τα ορυκτά καύσιμα ανάγκασε τους πολιτικούς στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ να βάλουν νερό στο κρασί τους και να εγκαταλείψουν προσωρινά τους μεγαλεπήβολους στόχους για την ταχύτατη πράσινη στροφή.
Αναγκαστικά, το ίδιο έγινε και με αρκετούς από τους μεγάλους επενδυτές που μέχρι το φθινόπωρο του 2021 πίεζαν όλες τις διοικήσεις των μεγάλων επιχειρήσεων να επιταχύνουν, ή απλώς να ξεκινήσουν, τις πράσινες στροφές τους. Ακόμα και ο Larry Fink αναγκάστηκε να κάνει μία μεγάλη στροφή στην φετινή επιστολή προς τους μετόχους της και τους επενδυτές και να παραδεχθεί πως ορισμένοι στόχοι που έχουν σχέση με την προστασία του περιβάλλοντος και την απαλλαγή από τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα θα πρέπει να ξεχαστούν προς το παρόν, αφού προέχει η εξασφάλιση της επάρκειας ενέργειας.
Ο Fink και άλλοι συνάδελφοί του, όπως και οι περισσότεροι πολιτικοί που αναγκάζονται να αλλάξουν στάση χρησιμοποιούν την ρωσική εισβολή και τον πόλεμο στην Ουκρανία ως - μερική - δικαιολογία για την στροφή τους και δεν είναι οι μόνοι που το κάνουν. Ο πόλεμος έδωσε την δυνατότητα σε αρκετούς επενδυτές να υποστηρίξουν πως και οι επενδύσεις σε εταιρείες παραγωγής οπλικών συστημάτων είναι πλέον αποδεκτές αφού τα όπλα θα χρησιμοποιηθούν για την άμυνα απέναντι στην ρωσική επιθετικότητα. Με λίγα λόγια δηλαδή, τα δύο πρώτα συστατικά της φιλοσοφίας, δηλαδή το E και το S, έχουν τεθεί κατά κάποιο τρόπο σε μερική αναστολή από τους ίδιους τους υποστηρικτές του ESG.
Τα προβλήματα όμως δεν σταματούν εκεί. Η πολύ φιλόδοξη προσπάθεια που έχει ξεκινήσει από το 2021 και τελεί υπό την αιγίδα του Mark Carney, πρώην επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Αγγλίας και παλαιότερα αυτής του Καναδά, αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα. Το Global Financial Alliance for Net Zero είναι ένας επιχειρηματικός συνασπισμός με μέλη εταιρίες από όλο το φάσμα της χρηματοοικονομικής βιομηχανίας ενώ τα μέλη του, πάνω από 500, έχουν περιουσιακά στοιχεία πάνω από 130 τρισεκατομμύρια δολάρια. Ο στόχος του GFANZ είναι η επιτάχυνση της πορείας προς τις μηδενικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα προκειμένου να καταπολεμηθεί η κλιματική αλλαγή.
Ο συνασπισμός δημιουργήθηκε πέρυσι αλλά ήδη αντιμετωπίζει προβλήματα. Όπως μας πληροφόρησε το Bloomberg προ ημερών, η μεγαλύτερη αμερικανική τράπεζα, η JPMorgan, καθώς και άλλες αμερικανικές τράπεζες, σκέφτονται να αποχωρήσουν από τον συνασπισμό, φοβούμενες πως οι πολύ περιοριστικοί στόχοι που έχει θέσει ο συνασπισμός μπορεί να τις φέρουν αντιμέτωπες με μεγάλες νομικές και δικαστικές περιπέτειες.
Περιπέτειες, πολιτικού όμως χαρακτήρα, μπορεί να βρουν μπροστά τους οι εταιρείες διαχείρισης κεφαλαίων όπως η Blackrock στην οποία αναφερθήκαμε ήδη. Σε κάποιες πολιτείες των ΗΠΑ, η πολιτική ηγεσία των οποίων δεν ενθουσιάζεται με την φιλοσοφία ESG, έχουν ξεκινήσει ενέργειες που έχουν σαν σκοπό τον στραγγαλισμό της Blackrock και όσων άλλων έχουν τις ίδιες απόψεις με αυτήν.
Οι νομοθέτες της πολιτείας αποφάσισαν να συντάξουν μία «μαύρη λίστα» των διαχειριστών κεφαλαίων που αποφεύγουν τις επενδύσεις σε πετρελαϊκές εταιρείες και να απαγορεύσουν στα συνταξιοδοτικά ταμεία που εδρεύουν στο Τέξας να χρησιμοποιούν εταιρείες σαν την Blackrock για την διαχείριση των κεφαλαίων των συνταξιούχων τους. Κάτι αντίστοιχο ετοιμάζεται στην πολιτεία της Φλόριντα και σε άλλες μικρότερες πολιτείες του αμερικανικού νότου.
Προς το παρόν, όπως υποστηρίζει μία σχετική ανάλυση του Reuters, αυτές οι νομοθετικές κινήσεις είναι περισσότερο συμβολικές και δεν πρόκειται να αναγκάσουν τα συνταξιοδοτικά ταμεία να πουλήσουν τις επενδύσεις ESG που έχουν ήδη κάνει, αυτό όμως δεν σημαίνει πως θα παραμείνουν συμβολικές και στο μέλλον.
Εκτός από τους πολιτειακούς νομοθέτες, έντονες αντιδράσεις απέναντι στο ESG έρχονται και από το Κονγκρέσο των ΗΠΑ. Σε πολύ πρόσφατη ακρόαση των διευθυνόντων συμβούλων των μεγάλων αμερικανικών τραπεζών, αρκετοί ρεπουμπλικανοί νομοθέτες ζήτησαν από αυτούς να μην ακολουθούν τις υπερβολές του ESG.
Ένα άλλο πρόβλημα είναι η αδυναμία της αμερικανικής επιτροπής κεφαλαιαγοράς να ολοκληρώσει τους εποπτικούς κανονισμούς που θέλει να επιβάλλει ο Gary Gensler σε όλες τις εταιρείες που έχουν τις μετοχές τους στο χρηματιστήριο, καθώς υπάρχει τεράστια αντίδραση από πάρα πολλές επιχειρήσεις, οικονομολόγους, αναλυτές και πολιτικούς παράγοντες, οι οποίοι θεωρούν πως οι αυστηρές υποχρεώσεις συμμόρφωσης προς τους κανόνες ESG, όπως και οι υποχρεώσεις ενημέρωσης που θα τις συνοδεύουν θα προκαλέσουν μεγάλα προβλήματα.
Στην ουσία, οι αντίπαλοι αυτής της πρωτοβουλίας του Gensler υποστηρίζουν πως το αποτέλεσμά της θα είναι πολύ κακό για την οικονομία καθώς πάρα πολλές επιχειρήσεις θα βρεθούν στην ουσία αλυσοδεμένες και δεν θα μπορούν να δουλέψουν αποτελεσματικά.
Μέσα σε όλα αυτά, δεν προκαλεί έκπληξη μία πρόταση που διαβάσαμε την προηγούμενη εβδομάδα στο Barron’s. Ο συντάκτης της πρότασης πολύ απλά υποστήριξε πως το ESG σαν συνολική επενδυτική φιλοσοφία έχει ήδη πεθάνει και έχει έρθει η ώρα να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα με ρεαλισμό.
Επισημαίνει ως μεγάλα προβλήματα το greenwashing, τις αντιρρήσεις των πολιτικών, την αδυναμία δημιουργίας ενιαίου εποπτικού πλαισίου και τις εμφανείς αδυναμίες του ESG που ανέδειξαν ο πόλεμος και η ενεργειακή κρίση. Η πρόταση είναι απλή: οι τρεις πυλώνες του ESG πρέπει να χωριστούν και οι επενδυτές να ασχολούνται χωριστά και κατά περίπτωση με τον κάθε ένα, δηλαδή το περιβάλλον, την κοινωνία και την εταιρική διακυβέρνηση.
Αν καταλαβαίνουμε καλά, προτείνει να αφήσουμε την αγορά να δουλέψει μόνη της και τους διαχειριστές κεφαλαίων να φτιάξουν τα δικά τους κριτήρια και συστήματα αξιολόγησης χωρίς να υπάρχει μία κεντρική υποχρεωτική «γραμμή» που να επιβάλλεται από νομοθετικούς ή εποπτικούς μηχανισμούς.
Ενδιαφέρουσα πρόταση που αν εφαρμοστεί θα αναγκάσει τους διαχειριστές να αναφέρουν με σαφή τρόπο τα κριτήρια που χρησιμοποιούν για την αξιολόγηση των επιχειρήσεων όσον αφορά τους τρεις πυλώνες E,S,G, ή ακόμα και να φτιάξουν δικό τους νέο σύστημα αξιολόγησης. Θα αναγκάσει βέβαια και τους επενδυτές να μελετήσουν περισσότερο για να βρουν τις διαφορές μεταξύ των διαχειριστών, κάτι που αυτή την στιγμή είναι δύσκολο λόγω της ύπαρξης της μεγάλης «ομπρέλας» του ESG.
Εννοείται πως δεν έχουμε ιδέα για το αν αυτή, ή κάποια παρόμοια, πρόταση έχει πιθανότητες να προχωρήσει και να συζητηθεί σοβαρά σε διεθνές επίπεδο. Μπορούμε όμως να πούμε με σιγουριά πως «κάτι δεν πάει καλά στο βασίλειο του ESG».