Με τεράστιο ενδιαφέρον αναμένεται η συνάντηση του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν με τον Κινέζο ομόλογό του Σι Τζινπίνγκ στο Μπαλί της Ινδονησίας την ερχόμενη Δευτέρα, στο πλαίσιο της συνόδου κορυφής της ομάδας G20. Αν και γνωρίζονται πολύ καλά από την εποχή του Μπαράκ Ομπάμα κι έχουν συνομιλήσει τηλεφωνικά δύο φορές τα τελευταία τρία χρόνια περίπου, θα είναι η πρώτη τετ α τετ συνάντηση των δύο ηγετών από τότε που ο Μπάιντεν ανέλαβε το σημερινό του αξίωμα τον Ιανουάριο του 2021.
Η συνάντηση αυτή μπορεί να μην συγκρίνεται με την ιστορική επίσκεψη του Ρίτσαρντ Νίξον στην Κίνα το 1972 και την αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Ούτε και με την συνάντηση Ρήγκαν-Γκορμπατσόφ στο Ρέικιαβικ το 1986, την οποία πολλοί χαρακτηρίζουν ως την αρχή του τέλους του ψυχροπολεμικού διπολισμού. Ακόμη και οι συναντήσεις του Ντόναλντ Τραμπ με τον βορειοκορεάτη ηγέτη Κιμ Γιονγκ Ουν την διετία 2018-19 προκάλεσαν πολύ μεγάλη αίσθηση, παρά την απουσία ουσιαστικών αποτελεσμάτων.
Η συγκυρία της συνάντησης
Πάντως, οι απ’ευθείας συνομιλίες Μπάιντεν-Σι θα έχουν αναμφισβήτητη σημασία για την παγκόσμια σταθερότητα σε μια χρονική στιγμή που όλος ο πλανήτης διανύει περίοδο έντονων αναταράξεων - αν όχι κοσμογονικών αλλαγών – και οι σινο-αμερικανικές σχέσεις βρίσκονται στο χειρότερο σημείο των τελευταίων 50 ετών. Η ένταση μεταξύ των δύο χωρών είναι ιδιαίτερα οξυμένη λόγω της Ταϊβάν, μετά την επίσκεψη της προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι στην αυτοδιοικούμενη νήσο τον περασμένο Αύγουστο. Υπενθυμίζεται ότι η Κίνα απάντησε με πολυήμερες στρατιωτικές ασκήσεις που ισοδυναμούσαν με πλήρη αεροναυτικό αποκλεισμό της Ταϊβάν και, επιπροσθέτως, διέκοψε ή πάγωσε τον διμερή διάλογο με τις ΗΠΑ σε οκτώ σημαντικούς τομείς.
Ο ανταγωνισμός μεταξύ των δύο δυνάμεων οξύνθηκε περισσότερο μετά την πρόσφατη απόφαση του Λευκού Οίκου να επιβάλει ακόμη πιο αυστηρούς περιορισμούς στην πρόσβαση κινεζικών εταιρειών σε προηγμένες αμερικανικές τεχνολογίες, ως αποκορύφωμα του οικονομικού πολέμου που ξεκίνησε επί των ημερών του Τραμπ και συνεχίστηκε από την διοίκηση Μπάιντεν.
Άλλη μια πτυχή αυτής της συνάντησης σχετίζεται με εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις στις δύο χώρες. Ο Σι Τζινπίνγκ προσέρχεται στο Μπαλί ως πανίσχυρος ηγέτης της Κίνας αμέσως μετά την επανεκλογή του στον προεδρικό θώκο για τρίτη συνεχόμενη θητεία. Ο δε Μπάιντεν προεδρεύει μιας βαθύτατα διχασμένης Αμερικής, αλλά απέφυγε την επαπειλούμενη συντριβή στις ενδιάμεσες εκλογές πριν από λίγες μέρες. Και, σημειωτέον, η αντιπαλότητα με την Κίνα είναι ίσως το μοναδικό θέμα, στο οποίο υπάρχει διακομματική συναίνεση - έστω και με διαφορετικές αποχρώσεις – μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών.
Η ατζέντα της συνάντησης
Σύμφωνα με ανακοίνωση του Λευκού Οίκου, οι δύο ηγέτες θα επιδιώξουν «να διατηρήσουν και να εμβαθύνουν τους διαύλους επικοινωνίας, να διαχειριστούν υπεύθυνα τον [σινο-αμερικανικό] ανταγωνισμό και να συνεργαστούν εκεί που υπάρχει σύμπτωση συμφερόντων». To Πεκίνο είναι πολύ πιο λακωνικό και προς το παρόν αρκείται στην απλή επιβεβαίωση της συνάντησης.
Ανώτεροι Αμερικανοί και Κινέζοι αξιωματούχοι «βολιδοσκοπούν» την άλλη πλευρά για την πιθανή ατζέντα των συνομιλιών, με τις ΗΠΑ να τονίζουν πως στόχος τους είναι να κατανοήσουν καλύτερα τις ανησυχίες και τις προτεραιότητες του Πεκίνου. Γι’αυτόν ακριβώς τον λόγο, τις προηγούμενες μέρες η Αμερικανίδα υφυπουργός εξωτερικών Γουέντι Ρ. Σέρμαν συνάντησε τον Κινέζο πρέσβη στις ΗΠΑ Κιν Γκανγκ. Φαίνεται πως σχετικές επαφές γίνονται και στην Αίγυπτο στο περιθώριο της τρέχουσας διάσκεψης για το κλίμα (COP27), μεταξύ του Τζον Κέρι και του Κινέζου ομολόγου του Σίε Ζένουα.
Η Ταϊβάν ασφαλώς θα έχει την τιμητική της ως το πιο επικίνδυνο σημείο ανάφλεξης αυτήν την στιγμή και η υπ’αριθμόν ένα προτεραιότητα στην εξωτερική πολιτική του Πεκίνου. To Πεκίνο ανησυχεί ότι το δόγμα της «στρατηγικής αμφισημίας» των ΗΠΑ στο θέμα της Ταϊβάν μπορεί να γίνει αντικείμενο αναθεώρησης και να οδηγήσει σε πολύ πιο αποφασιστική αμερικανική υποστήριξη στο «μήλον της έριδος» που είναι το αυτόνομο νησί. Επίσης, ο Αμερικανός πρόεδρος θα επαναλάβει τη δέσμευση των ΗΠΑ στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού και, ειδικότερα, θα επιμείνει στην εξασφάλιση ανεμπόδιστης πλοήγησης στην Νοτιοσινική Θάλασσα.
Θεωρείται δεδομένο ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ θα θέσει μετ’επιτάσεως το ζήτημα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και θα απαιτήσει από τον ομόλογό του την αποχή της Κίνας από την παροχή ουσιαστικών διευκολύνσεων στον Πούτιν, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την προμήθεια στρατιωτικού εξοπλισμού και τεχνολογιών διπλής χρήσεως. Εικάζεται πως ο Σι Τζινπίνγκ θα είναι απρόθυμος να μιλήσει γι’αυτό το θέμα – σημειώνεται ότι στο πρόσφατο 20ό συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας το όνομα της Ουκρανίας δεν αναφέρθηκε καθόλου, ωσάν να μην γίνεται πόλεμος εκεί. Ωστόσο, το Πεκίνο έχει υπαινιχθεί στην Μόσχα την δυσφορία του λόγω των ρωσικών απειλών για την χρήση πυρηνικών όπλων, συνεπώς δεν αποκλείεται σ’ αυτό το θέμα να βγουν κάποια θετικά μηνύματα από την συνάντηση των δύο ηγετών στο Μπαλί.
Ένα πρόσθετο θέμα στην ατζέντα θα είναι πιθανότατα και η Βόρεια Κορέα, η οποία έχει εντείνει τις προκλήσεις με τις πολλαπλές δοκιμές πυραύλων, με την δυνατότητα πυρηνικής γόμωσης. Το Πεκίνο δεν αναμένεται να αναλάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις για την άσκηση επιρροής στην Πιογκγιάνγκ, όπως και είναι μάλλον απίθανο ο Μπάιντεν να υποχωρήσει στο θέμα των τεχνολογικών περιορισμών που επιβάλλει στην Κίνα.
Ως προς την φρασεολογία και τις λέξεις-κλειδιά που αναμένεται να χρησιμοποιήσουν οι δύο συνομιλητές ως πολιτικά μηνύματα, είναι πιθανό ο Αμερικανός πρόεδρος να ξαναμιλήσει για τις αναγκαίες «προστατευτικές μπάρες» (guardrails), προκειμένου ο ανταγωνισμός μεταξύ των δύο χωρών να μην εκτροχιαστεί σε ανεξέλεγκτη σύγκρουση. Αναμένεται ο Σι Τζινπίνγκ να ζητήσει για πολλοστή φορά «αμοιβαίο σεβασμό», «αμοιβαία ωφέλιμη συνεργασία» (win-win) και την απόρριψη μιας ψυχροπολεμικής νοοτροπίας.
Ευκταία αποτελέσματα της συνάντησης
Ευτύχημα θα ήταν η συνάντηση Μπάιντεν-Σι να συμβάλει στην επίτευξη δύο στόχων. Πρώτον, στην κατανόηση των «κόκκινων γραμμών» των δύο πλευρών, προκειμένου να αποφευχθεί κάποιο ατύχημα με σημαντικές παγκόσμιες προεκτάσεις, όπως θα ήταν μια ένοπλη σύγκρουση γύρω από την Ταϊβάν ή στην Νοτιοσινική Θάλασσα. Σ’ αυτό θα ήταν πολύ χρήσιμη η έννοια των guardrails που έχει εισαγάγει ο Αμερικανός πρόεδρος. Δεύτερον, ο προσδιορισμός κοινών πεδίων (commonground), στα οποία η Κίνα και οι ΗΠΑ είναι καταδικασμένες να συνεργαστούν, όπως είναι λόγου χάρη η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, αλλά και των επιπτώσεων του πολέμου της Ουκρανίας στην ενεργειακή και επισιτιστική ασφάλεια του πλανήτη.
Θεωρείται απίθανο η συνάντηση αυτή να οδηγήσει σε ουσιαστική βελτίωση των σινο-αμερικανικών σχέσεων. Είναι τόση η εύφλεκτη ύλη που έχει συσσωρευθεί στις διμερείς σχέσεις, αλλά και στην διεθνή σκηνή γενικότερα, που η περαιτέρω όξυνση είναι πολύ πιο πιθανή της εξομάλυνσης των σχέσεων. Κι αυτό διότι το διακύβευμα ξεπερνά κατά πολύ τις ηγεμονικές φιλοδοξίες των δύο χωρών – πρόκειται ουσιαστικά για το περίγραμμα της αναδυόμενης νέας τάξης πραγμάτων.
Γι’ αυτόν τον λόγο, λοιπόν, οι προσδοκίες παραμένουν χαμηλές. Είναι δύσκολο να ξεπεραστεί η βαθιά ριζωμένη καχυποψία και δυσπιστία μεταξύ των δύο πλευρών. Δεν διαφαίνεται κάποια διάθεση για συμβιβασμό ανάμεσα στους δύο αντιπάλους για το στέμμα της παγκόσμιας πρωτοκαθεδρίας και, στην καλύτερη περίπτωση, η συνάντηση Σι-Μπάιντεν θα συμβάλει στην αποφυγή των χειρότερων στο προσεχές μέλλον.