Του Γιώργου Παυλόπουλου
Η βαθιά κρίση την οποία βιώνει το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας αποτελεί τον πιο πρόσφατο κρίκο στην αλυσίδα των παραδοσιακών πολιτικών σχηματισμών της Ευρώπης που αντιμετωπίζουν… υπαρξιακό πρόβλημα. Το 15,8% που συγκέντρωσε το SPD στις ευρωεκλογές, τα ακόμη χαμηλότερα ποσοστά που του δίνουν οι δημοσκοπήσεις και η απώλεια σχεδόν όλων των προπυργίων του, σε συνδυασμό με την απειλητική άνοδο των Πρασίνων, υποχρεώνουν την ηγεσία και τη βάση του να ασχοληθούν με την ταμπακιέρα, χωρίς άλλη αναβολή. Η παραίτηση της Αντρέα Νάλες ανοίγει τον δρόμο για σοβαρές αλλαγές – χωρίς, ωστόσο, να είναι βέβαιο ούτε ότι οι διάδοχοί της θα τις αποτολμήσουν ούτε ότι αυτές θα φέρουν αποτέλεσμα.
Ο κρίκος αυτός δεν θα είναι, όμως, ο τελευταίος. Σε αρκετές χώρες, μάλιστα, η σήψη στους δίδυμους πυλώνες του μεταπολεμικού πολιτικού σκηνικού είναι ακόμη πιο προχωρημένη. Στη Γαλλία, για παράδειγμα, οι Σοσιαλιστές και οι Ρεπουμπλικάνοι (η παραδοσιακή έκφραση της Δεξιάς στη χώρα) έφτασαν αθροιστικά στις 26 Μαΐου μόλις στο 15%! Και εδώ, το άμεσο αποτέλεσμα ήταν η παραίτηση του επικεφαλής των δεύτερων και η αναζήτηση τρόπου για να σταματήσει η κατηφόρα – αν και, για να λέμε την αλήθεια, το δίπολο Μακρόν-Λεπέν μοιάζει πλέον να έχει κατοχυρωθεί ως η διάδοχη κατάσταση, μην αφήνοντας πολύ ζωτικό χώρο στους «παλιούς».
Η Ιταλία, από την άλλη, μάλλον ήταν αυτή που είχε δείξει πρώτη τον δρόμο των μεγάλων ανακατατάξεων, επιβεβαιώνοντας τον χαρακτηρισμό του «πολιτικού εργαστηρίου» που της έχει αποδοθεί. Η παραδοσιακή παράταξη των Χριστιανοδημοκρατών, άλλωστε, έχει διαλυθεί εδώ και δυόμιση περίπου δεκαετίες, ενώ η Φόρτσα Ιτάλια που τους διαδέχθηκε έχει βρεθεί στη σκιά της Λίγκας του Βορρά. Οι δε Δημοκρατικοί, οι οποίοι με τη σειρά τους πήραν τη σκυτάλη από το ΚΚ Ιταλίας, απειλούνται ευθέως από το Κίνημα Πέντε Αστέρων ή ό,τι βρεθεί αύριο στη θέση του.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, επίσης – όσο κι αν ορισμένοι δεν το θεωρούν ακριβώς Ευρώπη – το σοκ των ευρωεκλογών ήταν τόσο ισχυρό, ώστε θα το θυμούνται για τις πολλές επόμενες δεκαετίες: Συντηρητικοί και Εργατικοί έχασαν τις δύο πρώτες θέσεις και, πλέον, το ερώτημα που τίθεται είναι εάν και κατά πόσο η αλλαγή αυτή θα είναι προσωρινή ή θα έχει μόνιμα χαρακτηριστικά.
Η ευρωπαϊκή μεταπολίτευση
Ανάλογα παραδείγματα θα μπορούσε, φυσικά, να παραθέσει κανείς και από μια σειρά μικρότερες χώρες. Καθώς, όμως, η συνολική τάση έχει γίνει ήδη σαφής, θα ήταν προτιμότερο να τεθεί το μείζον ερώτημα: Έκλεισε, λοιπόν, οριστικά ο κύκλος των δύο παραδοσιακών πολιτικών στρατοπέδων της Ευρώπης και πρέπει να θεωρούνται οριστικά χαμένα; Ήρθε η ώρα για την ευρωπαϊκή μεταπολίτευση – και προς ποια κατεύθυνση θα μας οδηγήσει, άραγε, αυτή;
Οι απαντήσεις δεν είναι απλές, ούτε μπορούν να δοθούν εν συντομία και ελαφρά τη καρδία. Πολύ περισσότερο καθώς οι δεσμοί που έχουν τα παραδοσιακά αυτά κόμματα με τις κοινωνίες και το σύστημα εξουσίας είναι πολυετείς, οργανικοί και εξαιρετικά ισχυροί, όπως αποδεικνύει η περίπτωση του γερμανικού SPD.
Είναι βέβαιο, πάντως, ότι το καθοριστικό στοιχείο για την ανασυγκρότηση του ευρωπαϊκού πολιτικού σκηνικού είναι οι σύγχρονες διαχωριστικές γραμμές που υπάρχουν και θα κυριαρχήσουν στις κοινωνίες – χωρίς να είναι, μάλιστα, δεδομένο ότι αυτές που υπάρχουν και αυτές που θα κυριαρχήσουν θα είναι τελικώς οι ίδιες.
Εάν επικρατήσει η λογική της καλύτερης και πιο αποτελεσματικής διαχείρισης, μακριά από ιδεολογίες και μεγάλες τομές, τότε η Ευρώπη θα κινηθεί, αργά ή γρήγορα, προς το αμερικανικό μοντέλο. Σε διαφορετική περίπτωση, εάν δηλαδή οι διαχωριστικές γραμμές χαραχτούν μέσα από έντονες (και επώδυνες) κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις, το κέντρο βάρους θα πέσει αλλού.
Όσο για τους λαούς, καλούνται να αποφασίσουν εάν θα είναι θεατές ή πρωταγωνιστές – και πώς.