Πιστή στην παράδοση να μην «βγάζει» κυβέρνηση σχεδόν εδώ και μία δεκαετία αφότου έσπασε ο δικομματισμός παρέμεινε στις πρώρες βουλευτικές κάλπες της Κυριακής η Ισπανία οδεύοντας προς μακρές και επίπονες διαπραγματεύσεις σε ένα πολυσύνθετο και πολωμένο μετεκλογικό τοπίο που κρύβει παγίδες και σκληρά διλήμματα. Στα «συν» μίας αναμέτρησης που είχε προσλάβει και διαστάσεις βαρόμετρου για την απήχηση της Άκρας Δεξιάς στην Ευρώπη προσμετράται η καταγραφόμενη στροφή των Ισπανών προς το κέντρο και πιο μακριά από τους νοσταλγούς του Φράνκο.
Το Λαϊκό Κόμμα (PP) υπό τα ηνία του μετριοπαθούς Αλμπέρτο Νούνιεθ Φεϊχό ανέκαμψε συγκριτικά με την εκλογική αναμέτρηση του 2019 και ήλθε πρώτο σε ψήφους προσθέτοντας 47 έδρες στο «ενεργητικό» του, όμως η γεύση της νίκης είναι πικρή καθώς το ποσοστό που απέσπασε τελικά η συντηρητική παράταξη ήταν χαμηλότερο των προσδοκιών (32,9% και 136 έδρες). Στο αντίπαλο στρατόπεδο, το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (PSOE) του Πέδρο Σάντσεθ επέδειξε κόντρα στις προβλέψεις ανθεκτικότητα (31,7% και 122 έδρες), και παρόλο που δεν επικράτησε στην πραγματικότητα έχει τελικά τις περισσότερες πιθανότητες να ηγηθεί κυβέρνησης συνασπισμού.
Ούτε το Λαϊκό Κόμμα, ούτε και οι Σοσιαλιστές, προδιαγραφόταν ότι θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν αυτοδυναμία στις κάλπες που στήθηκαν σε συνθήκες ακραίας πόλωσης και καύσωνα την 23η Ιουλίου. Ήταν μία αιφνιδιαστική κίνηση υψηλού ρίσκου εκ μέρους του Πέδρο Σάντσεθ να προκηρύξει εκλογές μετά το σκληρό μήνυμα που εισέπραξαν το PSOE και η ριζοσπαστική Αριστερά στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές του Μαΐου, όταν το Λαϊκό Κόμμα αναδείχθηκε σε αδιαμφισβήτητο μεγάλο νικητή της κάλπης -αλλά και το ακροδεξιό Vox εξήλθε ενισχυμένο «διεκδικώντας» ρυθμιστικό ρόλο τόσο σε περιφερειακό (μέσω συνεργασιών που ήδη είχε συνάψει και μετά τις τοπικές εκλογές πλήθυναν), όσο πλέον και σε εθνικό επίπεδο.
Τα δημοκρατικά αντανακλαστικά των Ισπανών φρέναραν ωστόσο το ενδεχόμενο να βρεθεί η Άκρα Δεξιά ως κυβερνητικός εταίρος στην εξουσία για πρώτη φορά μετά το τέλος του δικτατορίας του Φράνκο το 1975, με το Vox του Σαντιάγο Αμπασκάλ να παραμένει μεν τρίτη κοινοβουλευτική δύναμη αλλά με ποσοστό 12,4% και πολύ λιγότερες έδρες συγκριτικά με τις εκλογές του 2019 -33 σήμερα έναντι 52. Ως αποτέλεσμα, και σε συνδυασμό με τη χαμηλότερη του αναμενόμενου επίδοση του PP, από κοινού συγκεντρώνουν 169 έδρες -επτά λιγότερες από τις 176 που απαιτούνται για την απόλυτη πλειοψηφία.
Η συντηρητική παράταξη του Αλμπέρτο Νούνιεθ Φεϊχό θα χρειαζόταν και τη στήριξη μικρότερων κομμάτων για να έχει την όποια πιθανότητα να κυβερνήσει, είναι όμως αβέβαιο έως απίθανο να ενταχθούν σε κυβέρνηση με μία ξενοφοβική, αντιμεταναστευτική παράταξη που αρνείται την ύπαρξη της έμφυλης βίας, μαζί με τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας. Δεν είναι λίγες οι φωνές στο συντηρητικό «μέτωπο» που θεωρούν ότι το γεγονός πως το Λαϊκό Κόμμα έχει σχεδόν «κανονικοποιήσει» τη συνεργασία με το Vox σε τοπικό επίπεδο, τελικά κόστισε την ψήφο μετριοπαθών, παρόλο που απορρόφησε και τη δεξαμενή ψηφοφόρων των κεντρώων Ciudadanos που αποτελούν παρελθόν.
Ο κίνδυνος εισόδου του Vox στην κυβέρνηση ήταν ακριβώς το διακύβευμα της κάλπης που έθεσε ο Πέδρο Σάντσεθ. Αμφιλεγόμενος είναι όμως ο δρόμος που θα πρέπει να διανύσει και ο ίδιος για να κατορθώσει να συγκροτήσει κυβέρνηση συνασπισμού. H σύμπραξη Σοσιαλιστών με τη νεότευκτη αριστερή συμμαχία Sumar υπό την απερχόμενη υπουργό Εργασίας Γιολάντα Ντίαθ είναι δεδομένη (στη συμμαχία έχουν ενταχθεί θέλοντας και μη και οι Podemos που καταβαραθρώθηκαν στις τοπικές του Μαΐου), αλλά δεν αρκεί. Η συμμαχία ήλθε στην τέταρτη θέση, οριακά πίσω από το Vox και συγκεντρώνει 31 έδρες. Αθροιστικά με το PSOE αγγίζουν τις 153 έδρες, πολύ μακριά από τις 176.
Συνεπώς, η διαδρομή Σάντσεθ για μία νέα πρωθυπουργική θητεία όχι μόνο περνά μέσα από αποσχιστικά βασκικά και καταλανικά κόμματα, αλλά έχει βρεθεί να εξαρτάται και από το αποσχιστικό καταλανικό κόμμα του καταδικασθέντος αυτοεξόριστου στο Βέλγιο πρώην ηγέτη της Καταλονίας Κάρλες Πουτζδεμόν. Στην καλύτερη περίπτωση, ο Σάντσεθ μπορεί να υπολογίζει στην αποχή του κόμματος Junts για να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης όχι στην πρώτη, αλλά στη δεύτερη ψηφοφορία στην ισπανική Βουλή όπου απαιτείται απλή πλειοψηφία. Αλλά αυτό δεν πρόκειται να έλθει (εάν έλθει) χωρίς ανταλλάγματα, όπως έχει ήδη φροντίσει να ξεκαθαρίσει η νυν ηγέτις του κόμματος Μίριαμ Νογκέρας. Η διαπραγμάτευση προδιαγράφεται σκληρή, όπως και οι επιθέσεις που θα δεχθεί από τους πολιτικούς αντιπάλους του.
Το ζήτημα της συνεργασίας με έτερους εθνικιστικούς σχηματισμούς είχε προσλάβει μείζονες διαστάσεις κατά την προεκλογική περίοδο, όταν το βασκικό κόμμα EH Bildu ενέταξε στα ψηφοδέλτιά του 44 καταδικασθέντα μέλη της ΕΤΑ, επτά εκ των οποίων για φόνο. To κόμμα θεωρείται διάδοχος του Μπατασούνα, το οποίο τέθηκε εκτός νόμου το 2003 ως πολιτικός βραχίονας της τρομοκρατικής οργάνωσης ΕΤΑ, στην οποία αποδίδεται ο θάνατος 853 ανθρώπων σε τέσσερις δεκαετίες ένοπλης βίας για την ανεξαρτησία της Χώρας των Βάσκων. «Υπάρχουν πράγματα που μπορεί να είναι νόμιμα, αλλά δεν είναι αξιοπρεπή και αυτό είναι ένα από αυτά» ήταν το σχόλιο στο οποίο είχε αρκεστεί ο Πέδρο Σάντσεθ για τα ψηφοδέλτια του EH Bildu.
Σε κάθε περίπτωση, οι αναλυτές «διαβάζουν» στις κάλπες της Κυριακής «κόπωση» των ψηφοφόρων της Ισπανίας μπροστά στις «προτάσεις» ακροδεξιάς και ακροαριστεράς και μία επάνοδο προς το κέντρο. Εάν τελικά η χώρα οδηγηθεί σε νέα αναμέτρηση διαβλέπουν πως η τάση αυτή θα ενισχυθεί με περαιτέρω περιθωριοποίηση του Vox, και το Λαϊκό Κόμμα να ελπίζει πως θα ανακτήσει τις ψήφους και θα ενισχυθεί αρκετά ώστε να μπορέσει να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Το Κοινοβούλιο της Ισπανίας πρόκειται να συγκληθεί εκ νέου στις 17 Αυγούστου. Ακολούθως ο βασιλιάς της Ισπανίας θα πραγματοποιήσει διαβουλεύσεις με τους επικεφαλής των κομμάτων για να διακριβώσει ποιος διαθέτει κοινοβουλευτική υποστήριξη για να αναλάβει την πρωθυπουργία. Συγκεκριμένη προθεσμία για να προτείνει υποψήφιο ο βασιλιάς Φίλιππος ΣΤ’ δεν υφίσταται.
Ο Αλμπέρτο Νούνιεθ Φεϊχό επιμένει ότι ως αρχηγός του πρώτου σε δύναμη κόμματος θα πρέπει να λάβει την εντολή όπως ανέκαθεν συνέβαινε, όμως οι πολιτικοί αναλυτές εξηγούν πως ο βασιλιάς θα κινηθεί βάσει Συντάγματος δίνοντας την εντολή στο πρόσωπο του οποίου υποψηφιότητα θεωρείται βιώσιμη. Και με βάση την υπάρχουσα εικόνα το πρόσωπο αυτό είναι ο Πέδρο Σάντσεθ, ο οποίος και παραμένει υπηρεσιακός πρωθυπουργός. Ο ίδιος απορρίπτει νέα προσφυγή στις κάλπες και δηλώνει «βέβαιος ότι η Δημοκρατία μπορεί να βρει μία φόρμουλα για διακυβέρνηση». Εάν δεν τα καταφέρει και στη δεύτερη ψηφοφορία, θα πρέπει να προκηρυχθούν εκλογές 54 ημέρες αργότερα. Οι πιθανότητες με τα τωρινά δεδομένα δείχνουν στο 50-50...
Διαβάστε επίσης
Ισπανία: Σενάριο ακόμα και για δεύτερες εκλογές
Ισπανία: Αρχίζουν οι διαπραγματεύσεις για την αποφυγή νέων εκλογών
Εκλογές στην Ισπανία: Το Λαϊκό Κόμμα πρώτο, αλλά χωρίς πλειοψηφία