To 2022 υπήρξε άσχημο έτος για την Κίνα, με τα παρατεταμένα lockdowns κατά το μεγαλύτερο μέρος της χρονιάς, αλλά και με την κοινωνική εξέγερση που οδήγησε τις αρχές σε άτακτη υποχώρηση και την εγκατάλειψη της πολιτικής μηδενικής ανοχής στον κορονοϊό (zero-COVID).
Η απότομη στροφή στο θέμα της πανδημίας, χωρίς να έχει προηγηθεί επαρκής εμβολιασμός του πληθυσμού, συνεπάγεται πολύ υψηλό κόστος σε ανθρώπινες ζωές, με τις εικόνες από τα γραφεία τελετών και τα αποτεφρωτήρια να κάνουν τον γύρο του κόσμου, παρά την ασφυκτική λογοκρισία εκ μέρους των κινεζικών αρχών.
Σημαντικό πλήγμα υπέστη και η οικονομία της Κίνας, η οποία φαίνεται το 2022 να περιορίζεται σε χαμηλό ρυθμό ετήσιας μεγέθυνσης μεταξύ 2% και 3%. Επισήμως, το Πεκίνο κάνει λόγο για ρυθμό ανάπτυξης 4,4%, αλλά οι ανακοινώσεις αυτές δεν γίνονται πιστευτές από διεθνείς οργανισμούς και οίκους αξιολόγησης.
Σ’αυτά προστίθενται και τα σοβαρά δομικά προβλήματα της οικονομίας που είχαν φανεί ήδη πριν το ξέσπασμα της πανδημίας στις αρχές του 2020 και εντάθηκαν έτι περισσότερο τα τελευταία τρία χρόνια: η φούσκα των ακινήτων, το δυσθεώρητο χρέος των τοπικών αρχών, η αναιμική εγχώρια κατανάλωση, η γήρανση του πληθυσμού, η σταθερή μείωση της παραγωγικότητας, κ.λπ.
Αλλά το 2022 χαρακτηρίστηκε επίσης από την απομυθοποίηση της Κίνας, καθώς καταρρίφθηκαν διάφοροι μύθοι για τον ασιατικό γίγαντα και δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον πλανήτη. Η απομυθοποίηση αυτή συντελέστηκε σε πέντε ευδιάκριτα, αν και αλληλένδετα, πεδία.
Κινητήριος δύναμη της παγκόσμιας ανάπτυξης;
Κατ’αρχάς, επιβεβαιώθηκε ότι η Κίνα χάνει τον δυναμισμό της και έχει πάψει να είναι η κινητήριος δύναμη της παγκόσμιας ανάπτυξης. Η οικονομία της επιβραδύνεται επίμονα εδώ και 13 χρόνια, καθώς το 2010 ήταν η τελευταία χρονιά που η Κίνα κατέγραψε διψήφιο ρυθμό μεγέθυνσης. Το 2022, για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες, η Κίνα (με 2.7%, κατά την Παγκόσμια Τράπεζα) κινήθηκε κάτω από τον μέσο όρο ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας (3.1%) και καθίσταται μέρος του προβλήματος παρά μέρος της λύσης.
Οι αγορές προεξοφλούν τη μερική ανάκαμψη της κινεζικής οικονομίας το δεύτερο εξάμηνο του 2023. Ωστόσο. ούσα στα πρόθυρα ύφεσης, η παγκόσμια οικονομία δεν θα εξασφαλίζει την υψηλή ζήτηση που θα ευνοούσε τις κινεζικές εξαγωγές κι αυτό επίσης αυξάνει τους πονοκεφάλους του Πεκίνου. Η δε εγχώρια αγορά της Κίνας παραμένει αδύναμη και δεν αναμένεται να αποτελέσει μαγνήτη για τις εξαγωγές άλλων χωρών.
Το αλάθητο του ΚΚΚ;
Το δεύτερο πεδίο, στο οποίο συντελείται απομυθοποίηση αφορά την διακυβέρνηση της χώρας από το κυβερνών Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ) και, για την ακρίβεια, καταρρίφθηκε ο μύθος για το “αλάθητο” της ηγεσίας του. Οι διαμαρτυρίες σε πολλές γωνίες της χώρας και το “κίνημα της λευκής κόλλας” θύμισαν ως ένα βαθμό την εξέγερση της πλατείας Τιανανμέν του 1989, παρά τα αυστηρά μέτρα επιτήρησης.
Η ασφυκτική πολιτική μηδενικής ανοχής στον κορoνοϊό (zero-COVID), στην οποία επέμεναν τόσον καιρό οι κινεζικές αρχές, αποδείχθηκε λανθασμένη και εν τέλει αποτυχημένη. Δεν συνοδεύθηκε από τον επαρκή εμβολιασμό του πληθυσμού, ώστε το απότομο άνοιγμα να μην συνεπάγεται τους σημερινούς υγειονομικούς κινδύνους και τους μαζικούς θανάτους ασθενών.
Σε πολλές δε περιπτώσεις η πολιτική zero-COVID χρησιμοποιήθηκε από τις αρχές για την άσκηση ελέγχου επί των πολιτών για θέματα άσχετα με τη δημόσια υγεία. Καταγράφηκαν περιστατικά, όπου καταθέτες δεν μπορούσαν να αποσύρουν τα χρήματά τους από προβληματικές τράπεζες και παρεμποδίστηκαν να τις πλησιάσουν με απαγόρευση μετακίνησης, διότι δήθεν βρέθηκαν φορείς του κορoνοϊού. Σε άλλες περιπτώσεις τα περιοριστικά μέτρα χρησιμοποιήθηκαν, για να αποτραπούν συγκεντρώσεις πολιτών που διαμαρτύρονταν για την κρίση στον τομέα των ακινήτων και τα προπληρωμένα διαμερίσματά τους, τα οποία δεν μπορούν να παραλάβουν.
Αδιαμφισβήτητος ηγέτης ο Σι Τζινπίνγκ;
Φθορά υπέστη και το προσωπικό κύρος του ίδιου του Σι Τζινπίνγκ, παρά την απόλυτη κυριαρχία του στο πρόσφατο 20ό συνέδριο του ΚΚΚ. Σημειώνεται ότι στις μαζικές διαμαρτυρίες που σημειώθηκαν λίγες μόνον ημέρες μετά την θριαμβευτική επανεκλογή του ακούστηκαν συνθήματα κατά του Κινέζου προέδρου – λίγα, αλλά αδιανόητα μέχρι πρότινος. Φάνηκε, λοιπόν, πως μπορεί μεν ο Σι Τζινπίνγκ να “τσιμέντωσε” την θέση του εντός του κυβερνώντος κόμματος, αλλά αυτό δεν έχει αντίκρυσμα σε κοινωνικό επίπεδο. Με άλλα λόγια, φάνηκε το χάσμα ανάμεσα στις ομόφωνες ψηφοφορίες στην Μεγάλη Αίθουσα του Λαού και τον ίδιο τον λαό της Κίνας.
Άλλωστε, η μισητή πολιτική zero-COVID ήταν προσωπικό στοίχημα του Σι Τζινπίνγκ. Σήμερα, πολλά ΜΜΕ εκτός Κίνας τού προσάπτουν λάθος υπολογισμό και τού χρεώνουν την επιμονή στους αυστηρούς περιορισμούς επί τρία χρόνια περίπου ως προσωπική αποτυχία. Η δημόσια συζήτηση στα κινεζική μέσα κοινωνικής δικτύωσης, παρότι κουτσουρεμένη από την κρατική λογοκρισία, δίνει την ίδια αίσθηση. Η οποία επιβεβαιώνεται από την απόφαση του Σι Τζινπίνγκ να άρει τόσο απότομα τους περιορισμούς – μάλλον ως κίνηση πανικού.
Φιλειρηνική εξωτερική πολιτική της Κίνας;
Ταυτόχρονα, το 2022 η Κίνα απομυθοποιήθηκε και ως “περιστερά της ειρήνης”. Φάνηκε το εξόφθαλμο χάσμα ανάμεσα στην επίσημη ρητορεία του Πεκίνου για “εθνική κυριαρχία” και “εδαφική ακεραιότητα” όλων των χωρών ανεξαιρέτως, ενώ στην πράξη η Κίνα αποφεύγει επιμελώς να καταδικάσει την εισβολή στην Ουκρανία και διατηρεί τις στενές σχέσεις της με την Ρωσία του Πούτιν ως στρατηγικό εταίρο.
Είναι μεν θεμιτό η Κίνα να προτάσσει το στενό εθνικό της συμφέρον, αλλά γίνεται οφθαλμοφανής η αντίφαση ανάμεσα στη Realpolitik του Πεκίνου και τη βαρύγδουπη ρητορεία του υπέρ των αρχών του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών. Οι ακροβασίες της κινεζικής ηγεσίας εξέθεσαν την Κίνα, δηλητηρίασαν τις σχέσεις της με την Δύση και έδειξαν σε πολλές χώρες, ακόμη και στον Τρίτο Κόσμο, τον κυνισμό του Πεκίνου.
Αξιοπιστία της Κίνας;
Απομυθοποίηση σημειώθηκε και ως προς την συνολική αξιοπιστία της Κίνας και τη διεθνή εικόνα της χώρας που θέλει να φιλοτεχνήσει η κομμουνιστική ηγεσία της. Λόγου χάρη, είναι φανερό ότι τα επίσημα στατιστικά στοιχεία του κινεζικού κράτους προκαλούν υπομειδίαμα στην καλύτερη περίπτωση, αν δεν απορρίπτονται ευθέως ως αναξιόπιστα. Αποτελεί, άλλωστε, κοινό μυστικό ότι οι ρυθμοί μεγέθυνσης της κινεζικής οικονομίας συνήθως είναι “φουσκωμένα” κατά 2% τουλάχιστον, καθώς αποτελεί προτεραιότητα για το Πεκίνο η προσέλκυση ξένων επενδύσεων - τόσο ως προς το ποσό των κεφαλαίων, όσο και από πλευράς τεχνολογιών που επιδιώκει να αφομοιώσει η Κίνα.
Η τάση αυτή δεν οφείλεται μόνο σε “μαγείρεμα” των στοιχείων, αλλά και στην πάγια πρακτική των κινεζικών αρχών να υπολογίζουν το ακαθάριστο εθνικό προϊόν ως άθροισμα εισροών (inputs) κι όχι απαραίτητα εκροών (outputs). Με άλλα λόγια, πολλές ζημιογόνες επενδύσεις ανεβάζουν το ονομαστικό ΑΕΠ, ενώ στην ουσία δεν εξασφαλίζουν το αντίστοιχο αναπτυξιακό αποτέλεσμα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα προσφέρει ο τομέας των ακινήτων, όπου έχουν δημιουργηθεί ολόκληρες ακατοίκητες πόλεις και πολλά κτήρια κατεδαφίζονται σήμερα, αλλά η κατασκευή τους έχει υπολογιστεί στο ΑΕΠ των προηγούμενων ετών.
Εξίσου μεγάλο πρόβλημα δημιουργεί η επιμονή των κινεζικών αρχών να αποκρύπτουν στοιχεία για την προέλευση και την πορεία της πανδημίας στη χώρα. Παρά τις πιέσεις του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας και πλήθους άλλων χωρών, η Κίνα δεν ανακοινώνει τον πραγματικό αριθμό των κρουσμάτων και θυμάτων, ούτε τις μεταλλάξεις που καταγράφονται κατά το σημερινό κύμα εξάπλωσης του κορoνοϊού.
Οι προκλήσεις του 2023
Οι δύο μεγαλύτερες προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουν οι κινεζικές αρχές το 2023 ενδέχεται να είναι οι εξής:
- Αφενός μεν να αναπροσαρμόσουν τους εξαιρετικά φιλόδοξους στόχους τους και να τούς φέρουν πιο κοντά στις πραγματικές δυνατότητες της χώρας, καθώς η “ασταμάτητη άνοδος της Κίνας” δεν μπορεί πλέον να θεωρείται δεδομένη.
- Αφετέρου, να αποκαταστήσουν – στον βαθμό του δυνατού – την αξιοπιστία της Κίνας ως υπεύθυνης δύναμης, όπως αρέσκεται να εμφανίζεται.
Η Κίνα ασφαλώς θα παραμείνει βασικός πυλώνας της υπό διαμόρφωση νέας διεθνούς τάξης πραγμάτων. Εχει σημασία, όμως, η κινεζική ηγεσία να δείξει αυτογνωσία, ρεαλισμό και υπευθυνότητα. Με την ίδια λογική, θα ήταν ωφέλιμο και η διεθνής κοινότητα στο σύνολό της να αξιολογήσει νηφάλια τις πραγματικές προθέσεις και δυνατότητες του ασιατικού γίγαντα, χωρίς μύθους και θέσφατα.
*Ο Πλάμεν Τόντσεφ είναι επικεφαλής του Τμήματος Ασιατικών Σπουδών στο Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων