Ο τελικός του Champions League μεταξύ της Μάντσεστερ Σίτι και της Τσέλσι είναι ο δεύτερος «αγγλικός» στα τρία τελευταία χρόνια, μετά από εκείνον ανάμεσα στη Λίβερπουλ και στην Τότεναμ το 2019 (2-0). Στην ποδοσφαιρική βιομηχανία και κυρίως στην Ισπανία, την Ιταλία και τη Γαλλία το ερμηνεύουν ως την λογική εξέλιξη των πραγμάτων και κυρίως της οικονομικής δύναμης των Αγγλων. Οι «μεγάλες» ομάδες της Premier League διαθέτουν περισσότερα χρήματα λόγω των τηλεοπτικών συμβολαίων και την στήριξη από τους πλούσιους ιδιοκτήτες τους. Οπότε έχουν τη δυνατότητα να εκφράσουν καλύτερα από κάθε άλλον αυτό που αποκαλούμε σύγχρονο ποδόσφαιρο. Βέβαια, πέρυσι, τα λεφτά δεν έκαναν τη... διαφορά. Καμία αγγλική δεν βρέθηκε καν στα ημιτελικά και μόνο μια έφτασε ως το Final 8. Το συμπέρασμα δεν είναι «αεροστεγώς» κλεισμένο. Γι' αυτό και έρχεται μια δεύτερη ερμηνεία στο γιατί οι προαναφερθείσες χώρες έχουν μείνει πίσω: η απάντηση βρίσκεται στο γερμανικό ποδόσφαιρο.
Από τις τελευταίες 12 ομάδες που έφτασαν στα ημιτελικά του Champions League (Τότεναμ, Αγιαξ, Μπαρτσελόνα και Λίβερπουλ το 2019, Λιόν, Μπάγερν Μονάχου, Λειψία και Παρί Σεν Ζερμέν το 2020, Παρί Σεν Ζερμέν, Μάντσεστερ Σίτι, Ρεάλ Μαδρίτης και Τσέλσι φέτος) οι επτά είχαν προπονητή από τη Γερμανία ή που δούλεψε εκεί. Ο Ερικ τεν Χαχ (Αγιαξ – Μπάγερν Μονάχου Β'), ο Γιούργκεν Κλοπ (Λίβερπουλ – Μάιντς, Ντόρτμουντ), ο Χάνζι Φλικ (Μπάγερν Μονάχου), ο Γιούλιαν Νάγκελζμαν (Λειψία), ο Τόμας Τούχελ (Παρί Σεν Ζερμέν το 2019 και Τσέλσι το 2020 – Μάιντς, Ντόρτμουντ) κι ο Πεπ Γκουαρδιόλα (Μάντσεστερ Σίτι – Μπάγερν Μονάχου).
Στη Bundesliga, όπως φάνηκε και από την περίπτωση της Μπάγερν Μονάχου με την πρόσληψη του Γιούλιαν Νάγκελζμαν, οι σύλλογοι δεν διστάζουν να δώσουν πολλά λεφτά για προπονητές. Η Ντόρτμουντ για να πάρει τον Μάρκο Ρόζε από τη Γκλάντμπαχ πλήρωσε πέντε εκατομμύρια ευρώ. Το κασέ των Γερμανών τεχνικών ολοένα ολοένα και αυξάνεται. Οι διοικήσεις ποντάρουν πάνω τους και τους εμπιστεύονται να εξελίξουν ομάδες και ποδοσφαιριστές. Ακολουθούν σχεδόν όλοι το μονοπάτι που χάραξε ο Ραλφ Ράνγκνικ.
Ωστόσο, δεν είναι η φιλοσοφία ή τα χρήματα εκείνα που έκαναν πετυχημένους και πάλι τους Αγγλους. Ο πιο ακριβοπληρωμένος τεχνικός στον κόσμο είναι ο Ντιέγκο Σιμεόνε (24 εκατ. ευρώ τον χρόνο, Ατλέτικο Μαδρίτης), την στιγμή που η Ρεάλ Μαδρίτης και η Μπαρτσελόνα δίνουν αυτή την σεζόν τα περισσότερα σε μισθούς παικτών. Οι τρεις πιο ακριβοπληρωμένοι ποδοσφαιριστές (Λιονέλ Μέσι, Νεϊμάρ, Κριστιάνο Ρονάλντο) αγωνίζονται σε άλλα πρωταθλήματα. Ο κορυφαίος της περασμένης σεζόν (Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι) επίσης. Κι αν κρίνουμε από τις πληροφορίες, οι δύο ανερχόμενοι αστέρες του αθλήματος (Κιλιάν Εμπαπέ, Ερλινγκ Χάαλαντ) δεν έχουν στην κορυφή των προτιμήσεών τους ομάδες της Premier League.
Είναι και η πίεση του ανταγωνισμού εκείνη που δημιουργεί «διαμάντια» και πάει το άθλημα μπροστά. Ακόμη και σε περιβάλλοντα που δεν μοιάζουν ανταγωνιστικά. Ναι μεν η Μπάγερν Μονάχου είναι έτοιμη να πανηγυρίσει ακόμη έναν τίτλο στη Γερμανία, με την Λειψία να έρχεται δεύτερη, αλλά πίσω τους γίνεται... χαμός για τα άλλα δύο εισιτήρια του Champions League. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχουν λάβει μέρος στους ομίλους του θεσμού επτά διαφορετικές γερμανικές ομάδες και αν η σεζόν ολοκληρωθεί ως έχει τώρα, θα γίνουν εννιά από μάξιμουμ 16.
Στην Αγγλία, συμβαίνει κάτι παρόμοιο. Ναι μεν η Μάντσεστερ Σίτι είναι μια ανάσα από το πανηγυρίσει το 3ο πρωτάθλημά της τα τέσσερα τελευταία χρόνια, αλλά στην Premier League ένα λάθος ή μια κακή σεζόν μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες. Η Τότεναμ είναι τέτοιο παράδειγμα, η Αρσεναλ επίσης, η Λίβερπουλ κινδυνεύει να μείνει εκτός Champions League, ενώ και η Τσέλσι μπορεί να λείψει από τη διοργάνωση της επόμενης σεζόν! Ο ανταγωνισμός είναι τόσο μεγάλος που οι ομάδες είναι διατεθειμένες να επενδύσουν υψηλά ποσά για να προσλάβουν τους καλύτερους τεχνικούς ώστε να διεκδικήσουν την άνοδο ή την παραμονή τους, όπως έκανε η Λιντς, για παράδειγμα, με τον Μαρσέλο Μπιέλσα – ο 6ος πιο ακριβοπληρωμένος τεχνικός του πρωταθλήματος!
Για τον Γκάρι Νέβιλ, πρώην αρχηγό της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και κορυφαίο σχολιαστή του αγγλικού ποδοσφαίρου στο τηλεοπτικό δίκτυο Sky Sports, ένας από τους λόγους της επιτυχίας των ομάδων της Premier League είναι ο Πεπ Γκουαρδιόλα. «Ισως να είναι ο καλύτερος προπονητής όλων των εποχών και θα κοιτάμε πίσω σ' αυτή την εποχή έπειτα από δέκα, 15, 20 χρόνια. Διεισδύει στις χώρες που δουλεύει και κυριαρχεί στο ποδόσφαιρο τους, αλλά επίσης εμπνέει τους άλλους. Δεν νομίζω πως το έχουμε δει ξανά». Κι αυτό το επιχείρημα μπορεί να μπει στο μείγμα. Οσο ο Γκουαρδιόλα ήταν στη Μπαρτσελόνα, από το ισπανικό ποδόσφαιρο άρχισαν να ξεπετάγονται εξαιρετικοί τεχνικοί (Ουνάι Εμερι, Λουίς Ενρίκε, Γιούλεν Λοπετέγι) ή να εκτιμούνται άλλοι που έμοιαζαν «ρομαντικοί» ή ξεπερασμένοι (Ερνέστο Βαλβέρδε, Μανουέλ Πελεγκρίνι, Χουάνμα Λίγιο, Βιθέντε δελ Μπόσκε). Οσο δούλεψε στη Μπάγερν Μονάχου, ο τεν Χαχ ήταν στη δεύτερη ομάδα, ενώ ο Τόμας Τούχελ κι ο Γιούλιαν Νάγκελζμαν εμπνεύστηκαν από τις ιδέες του και οι κόντρες του με τον Γιούργκεν Κλοπ ήταν συναρπαστικές.
Τα τελευταία χρόνια στην Αγγλία δεν παίζεται το παραδοσιακό αγγλικό ποδόσφαιρο. Εχει αφήσει τη θέση του στις νέες ιδέες. Το 2017 η Τσέλσι πήρε το πρωτάθλημα με τον Αντόνιο Κόντε. Ακολούθησαν δύο τίτλοι της Μάντσεστερ Σίτι κι ένας της Λίβερπουλ. Κάθε επιλογή των «μπλε» έκτοτε για τον πάγκο τους ακολουθεί κατά κάποιο τρόπο το παράδειγμα του Γκουαρδιόλα: ο Μαουρίτσιο Σάρι έχει παρόμοια φιλοσοφία, ο Φρανκ Λάμπαρντ ήταν θρύλος της ομάδας που έγινε προπονητής όπως ο Καταλανός στη Μπάρτσα κι όταν αναζήτησαν αντικαταστάτη του στράφηκαν μόνο σε Γερμανούς τεχνικούς με τον Τούχελ και τον Νάγκελζμαν στην κορυφή της λίστας. Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ προσπάθησε να... αντιγράψει τη συνταγή της Ρεάλ Μαδρίτης προσλαμβάνοντας κι εκείνη τον Ζοσέ Μουρίνιο για να σταματήσει τον Γκουαρδιόλα, έπειτα στράφηκε κι αυτή σ' ένα «δικό της παιδί», τον Ολε Γκούναρ Σόλσκιερ. Η Αρσεναλ προσέλαβε τον βοηθό του Μίκελ Αρτέτα και η Λίβερπουλ έσπευσε ν' αγοράσει έναν χαφ της «σχολής» του (Τιάγκο Αλκάνταρα) για να πάει το παιχνίδι της παρακάτω. Κι ο Γκουαρδιόλα έχει παραδεχθεί πως έχει αντιγράψει στοιχεία από τον Κλοπ και τον Μαουρίσιο Ποτσετίνο μεταξύ άλλων.
Οι Αγγλοι έφτασαν και πάλι στην κορυφή γιατί ισχύουν όλα μαζί: τα χρήματα υποστηρίζουν τις ιδέες των προπονητών που με την σειρά τους βελτιώνονται από τον ανταγωνισμό με άλλους εξαιρετικούς τεχνικούς, ακολουθώντας τις πιο σύγχρονες μεθόδους παιχνιδιού κι αναζητώντας συνεχώς καινούριες ιδέες που θα κάνουν τη διαφορά, έχοντας στη διάθεσή τους ένα σύνολο παικτών από το πάνω ράφι.