Της Βίβιαν Ευθυμιοπούλου
Τα γεγονότα που ακολούθησαν της αποκάλυψης ότι ο Σαουδάραβας δημοσιογράφος Τζαμάλ Κασόγκι δολοφονήθηκε μέσα στο προξενείο της χώρας του στην Κωνσταντινούπολη, θύμισαν σε αρκετούς τη γνωστή ρήση του Στάλιν: «Ο θάνατος ενός είναι είδηση, ενώ ο θάνατος ενός εκατομμυρίου ανθρώπων στατιστική».
Γιατί η δολοφονία ενός αντιφρονούντα δημοσιογράφου κατάφερε να συγκινήσει την παγκόσμια κοινή γνώμη τόσο, ώστε να απαιτήσει να ληφθούν μέτρα εναντίον ενός αυταρχικού αλλά πολύ ισχυρού βασιλείου; Μια κοινή γνώμη που την ίδια στιγμή αδιαφόρησε για τα χιλιάδες θύματα του πολέμου της Σαουδικής Αραβίας με τη γειτονική της Υεμένη;
Στην ερώτηση αυτή επιχείρησαν να απαντήσουν διάφοροι, βρήκαμε εξαιρετικά πειστική την απάντηση της στήλης «The Interpreter» στους «New York Times», ο συντάκτης της οποίας, ανάμεσα στους λόγους που απαριθμεί, με ειλικρίνεια εξηγεί ότι η Σαουδική Αραβία, με το να δολοφονήσει έναν αρθρογράφο της εμβληματικής «Washington Post» έθιξε την ελίτ της Ουάσινγκτον που δεν αφήνει κανένα μέλος της ανυπεράσπιστο, έστω και μετά θάνατον.
Βέβαια, να προσθέσουμε εδώ ότι αν ο ένοικος του Λευκού Οίκου ήταν κάποιος άλλος, πιο αρεστός στην ίδια ελίτ, ίσως να διατύπωνε τις πιέσεις στην αμερικανική κυβέρνηση σε άλλο ύφος και άλλους τόνους, αλλά το αποτέλεσμα μετράει.
Αν γράφουμε όλα τα παραπάνω, είναι για να καταλήξουμε σε αυτή την παρατήρηση: ο συντονισμένος και δυναμικός τρόπος με τον οποίο αντιδρά το αμερικανικό μιντιακό σύστημα στη δολοφονία Κασόγκι, το οποίο έχει καταφέρει να ξεσηκώσει όλο τον πλανήτη κατά της βασιλικής οικογένειας της Σαουδικής Αραβίας, μόνο μελαγχολία προκαλεί όταν γίνονται συγκρίσεις με τα ελληνικά μίντια.
Οι διώξεις δημοσιογράφων και ΜΜΕ βρίσκουν τον δημοσιογραφικό κόσμο της χώρας μας κατακερματισμένο. Στη χώρα μας, οι δημοσιογράφοι όχι μόνο δεν είναι οι ισχυρότεροι παίκτες, αλλά είναι οι πιο εύκολοι στόχοι των συστημάτων εξουσίας. Ασφαλείς είναι μόνον όσοι είναι οχυρωμένοι σ'' ένα μεγάλο μιντιακό συγκρότημα, χωρίς όμως να είναι ελεύθεροι να ασκήσουν τα καθήκοντά τους με τον τρόπο που πρέπει και οι περισσότεροι μπορεί και να θέλουν. Οι υπόλοιποι γίνονται εύκολη λεία κυβερνήσεων, κομματικών στρατών, ψηφιακών ή άλλων, δεν έχει σημασία, και της κοινής γνώμης που κανείς δεν έχει εκπαιδεύσει σε θέματα δημοσιογραφικής δεοντολογίας.
Απολύτως ανεξάρτητα ΜΜΕ σε μια μικρή αγορά είναι κάτι που αγγίζει την ουτοπία, ωστόσο θα μπορούσαν τα πράγματα για τους δημοσιογράφους να είναι πολύ καλύτερα, αν οι ίδιοι αντιμετώπιζαν τον εαυτό τους ως λειτουργό της ενημέρωσης, ως θεματοφύλακα των θεσμών και τελικά της δημοκρατίας. Η κατάσταση για τους δημοσιογράφους θα ήταν καλύτερη αν οι ίδιοι ήταν η ελίτ της κοινωνίας.
Η υπόθεση Κασόγκι μάς διδάσκει μεν πολλά για τη διεθνή πολιτική, αλλά ακόμα περισσότερα για την ισχύ της δημοσιογραφίας.
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο στις 23 Οκτωβρίου.