Το Τσερνόμπιλ του Σι Τζινπίνγκ: Αναλογίες και Διαφορές

Το Τσερνόμπιλ του Σι Τζινπίνγκ: Αναλογίες και Διαφορές

Το ξέσπασμα της επιδημίας και η ανθρωπιστική τραγωδία που εκτυλίσσεται στην Κίνα έχει δώσει αφορμή σε πολλούς αναλυτές να παρομοιάσουν τις τρέχουσες εξελίξεις στην χώρα με το πυρηνικό ατύχημα του Τσερνόμπιλ τον Απρίλιο του 1986. Εικάζουν ότι, κατά παρόμοιο τρόπο, ο αντίκτυπος των δραματικών γεγονότων θα αποσταθεροποιήσει το κινεζικό πολιτικό σύστημα και θα οδηγήσει σε αμφισβήτηση της εξουσίας του προέδρου Σι Τζινπίνγκ.

Για την ιστορία, το ατύχημα στο Τσερνόμπιλ συνέβαλε στο πραξικόπημα κατά του Μιχαήλ Γκορμπατσώφ τον Αύγουστο του 1989 και, εν τέλει, στην διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης τον Δεκέμβριο του 1991.

Οι ομοιότητες...

Είναι αλήθεια ότι η επιδημία στην Κίνα έχει λάβει τις διαστάσεις πυρηνικού ατυχήματος. Οι εικόνες από πολλές κινεζικές πόλεις και οι αυστηρότατοι έλεγχοι που έχουν επιβληθεί στις πληγείσες περιοχές θυμίζουν πολεμικές επιχειρήσεις εν καιρώ ειρήνης. Είναι, επίσης, αλήθεια, ότι οι κινεζικές αρχές αντιμετωπίζουν την μεγαλύτερη πολιτική πρόκληση μετά την εξέγερση που καταπνίγηκε στην πλατεία Tiananmen τον Ιούνιο του 1989.

Ενα άνευ προηγουμένου κύμα οργής στα κινεζικά κοινωνικά δίκτυα ακολούθησε τον θάνατο του γιατρού Li Wenliang, ο οποίος προειδοποίησε έγκαιρα για την εμφάνιση του κορωνοϊού, αλλά φιμώθηκε από την αστυνομία στο όνομα της “κοινωνικής σταθερότητας”. Οι χειρισμοί των αρχών στο πρώιμο στάδιο της επιδημίας, όπως και η ενστικτώδης προσπάθεια συγκάλυψης, φανέρωσαν μια εγγενή παθογένεια του κινεζικού συστήματος διακυβέρνησης, όπου τα άσχημα νέα δεν συνάδουν με την παγίως θετική ρητορική για την πορεία της χώρας.

Πρόσφατα κυκλοφόρησε επιστολή Κινέζων διανοουμένων με αίτημα την ενίσχυση της διαφάνειας, κάτι που επίσης παραπέμπει στην glasnost επί των ημερών του Γκορμπατσώφ. Η κριτική που ασκείται, εντός και εκτός της Κίνας, δεν αφήνει στο απυρόβλητο ούτε τον πρόεδρο της χώρας. Λόγου χάρη, η εφημερίδα Japan Times (12 Φεβρουαρίου 2020) δημοσίευσε ένα άκρως επικριτικό άρθρο για τον Σι Τζινπίνγκ και είναι ιδιαίτερα καυστικό τo σκίτσο που δείχνει τον Κινέζο “βασιλιά” γυμνό, με μία χειρουργική μάσκα ως εσώρουχο.

Επίσης, ορισμένοι αναλυτές επισημαίνουν ότι οι συνεχιζόμενες ταραχές στον θύλακα του Χονγκ Κονγκ, όπως και η πρόσφατη επανεκλογή της προέδρου Tsai Ing-wen στην Ταϊβάν, ενισχύουν φυγόκεντρες τάσεις και αποτελούν ευθεία αμφισβήτηση του δόγματος περί “μίας και ενιαίας Κίνας”. Προς επίρρωσιν του επιχειρήματός τους, υπενθυμίζουν ότι της διάλυσης της ΕΣΣΔ προηγήθηκε η σύγκρουση μεταξύ των σοβιετικών δημοκρατιών της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν για το Ναγκόρνο-Καραμπάχ το 1988. Είναι αλήθεια ότι οι τελευταίες εξελίξεις στην Ταϊβάν και το Χονγκ Κονγκ προκαλούν πολύ μεγάλη αμηχανία στο Πεκίνο, αλλά αυτό απέχει πολύ από το ενδεχόμενο αλλαγών στο ανώτατο κυβερνητικό επίπεδο της Κίνας. Και, πάντως, κάπου εδώ τελειώνουν οι ομοιότητες με την εποχή του Γκορμπατσώφ.

… και οι διαφορές

Είναι αμφίβολο κατά πόσο το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ) θα ενδώσει στην πίεση για πληρέστερη ενημέρωση, πόσω μάλλον πολιτικά ανοίγματα. Σημειώνεται ότι άλλοι δύο bloggers από την πόλη Wuhan, οι οποίοι δημοσιοποιούσαν στοιχεία για την εξάπλωση της επιδημίας και τις δυσκολίες αναχαίτισής της, φέρονται να έχουν εξαφανιστεί και αγνοείται η τύχη τους. Ο έλεγχος επί των κοινωνικών δικτύων WeChat ή Weibo παραμένει ασφυκτικός και πολλά εκατομμύρια επικριτικών σχολίων σβήνονται από κυβερνητικές υπηρεσίες λίγη ώρα μετά την ανάρτησή τους.

Είναι εμφανής η προσπάθεια των κινεζικών αρχών να προστατεύσουν τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ από την πολιτική φθορά, κάτι που εξηγεί την εξαφάνισή του από το προσκήνιο για αρκετές μέρες. Η δε καθαίρεση στελεχών της κομματικής ιεραρχίας στην επαρχία Hubei ερμηνεύεται ως μια ξεκάθαρη προσπάθεια επίρριψης όλων των ευθυνών στην περιφερειακή διοίκηση, προκειμένου να απενοχοποιηθεί η κεντρική κυβέρνηση της χώρας. Επιχειρήθηκε, επίσης, επικοινωνιακή αντεπίθεση με την κατασκευή δύο νέων νοσοκομείων στην Wuhan εντός ολίγων ημερών, αν και όλα δείχνουν πως οι ανάγκες είναι πολύ μεγαλύτερες και δεκάδες χιλιάδες ασθενείς στεγάζονται σε πρόχειρα διασκευασμένους χώρους, όπως γήπεδα και αίθουσες πολιτιστικών εκδηλώσεων. Παρόλα αυτά, οι τρομακτικές δυσκολίες που βιώνει η Κίνα τις τελευταίες εβδομάδες δεν αναμένεται να οδηγήσουν σε ουσιαστικές αλλαγές στην διακυβέρνηση της χώρας. Αυτό οφείλεται σε πέντε λόγους που εκτίθενται παρακάτω.

Πρώτον, η κινεζική κοινωνία δεν έχει ιδιαίτερο επαναστατικό οίστρο, ούτε αυτό που στην Δύση ονομάζεται κοινωνία των πολιτών. Θεμελιώδης αιτία είναι η παντελής απουσία δημοκρατικής παράδοσης στην χώρα. Υπενθυμίζεται ότι την κατάρρευση της κινεζικής αυτοκρατορίας το 1911 διαδέχθηκε ένας παρατεταμένος εμφύλιος πόλεμος μεταξύ δύο στρατοπέδων που έριζαν για την ορθή ερμηνεία του μαρξισμού-λενινισμού. Το τέλος του εμφυλίου πολέμου βρήκε νικητή τον Λαϊκό Στρατό του Μάο, ο οποίος ασπαζόταν ακραίες ιδεολογικές απόψεις περί κομμουνιστικής δικτατορίας. Η περίπου τριακονταετής παραμονή του στην εξουσία σημαδεύτηκε ανεξίτηλα από τον λοιμό που προκλήθηκε από το Μεγάλο Αλμα προς τα Μπρος (1958-1962), με τουλάχιστον 30 εκατ. θύματα κατ' εκτίμηση, όπως και από την βαρβαρότητα της Πολιτιστικής Επανάστασης (1966-1976). Παρότι η οικονομική πολιτική του Μάο ανατράπηκε από τους επόμενους ηγέτες της Κίνας, η κυριαρχία του ΚΚΚ διατηρήθηκε και, μάλιστα, ενισχύεται τα τελευταία χρόνια.

Δεύτερον, το κυρίαρχο μοτίβο στην κινεζική κοινωνία παραμένει η άνοδος του βιοτικού επιπέδου. Η σύγχρονη Κίνα έχει οικοδομηθεί στην βάση ενός άτυπου κοινωνικού συμβολαίου ανάμεσα στο κόμμα-κράτος και τους πολίτες: εφόσον το κόμμα-κράτος διασφαλίζει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, οι πολίτες δεν αμφισβητούν την απόλυτη κυριαρχία του. Εξ ου και η επιμονή της κινεζικής ηγεσίας στον στόχο να διπλασιάσει το ΑΕΠ του 2010 έως το τέλος αυτής της χρονιάς. Γι’αυτό και η στατιστική υπηρεσία της Κίνας επιδίδεται σε απροκάλυπτες λαθροχειρίες, ανεβάζοντας εκ των υστέρων το ΑΕΠ του 2018 κατά 2,1% και εξασφαλίζοντας μ’αυτόν τον τρόπο την άνεση να ανακοινώσει την επίτευξη του στόχου-φετίχ. Βέβαια, μένει να δούμε ποιές ακριβώς θα είναι οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της εν εξελίξει επιδημίας, αλλά αυτές θα φανούν πιθανότατα σε μεταγενέστερο στάδιο.

Τρίτον, η άνοδος του βιοτικού επιπέδου των Κινέζων πολιτών δεν είναι μόνο μια κατανοητή ανθρώπινη επιθυμία. Είναι, ταυτόχρονα, η επιβεβαίωση της βαθιά ριζωμένης και συστηματική καλλιεργούμενης πεποίθησης ότι η Κίνα επανέρχεται ως υπερδύναμη και διεκδικεί ξανά την θέση που δικαιούται στο παγκόσμιο στερέωμα. Οι δε εκδηλώσεις αντικινεζικών συναισθημάτων σε πολλές χώρες της υφηλίου εξαιτίας της επιδημίας επίσης ενισχύουν την ρητορική της κινεζικής ηγεσίας και τροφοδοτούν το εθνικιστικό αφήγημα του Πεκίνου, ιδιαίτερα έκδηλο υπό την ηγεσία του Σι Τζινπίνγκ.

Τέταρτον, εάν ένα ξέσπασμα λαϊκής οργής δεν πολυφαίνεται στον ορίζοντα, μήπως κινδυνεύει ο Κινέζος πρόεδρος από αυλικό πραξικόπημα, όπως συνέβη με τον Γκορμπατσώφ τον Αύγουστο του 1989; Ούτε αυτό φαίνεται πολύ πιθανό. Ο Σι Τζινπίνγκ έχει «τσιμεντώσει» την εξουσία του, έχοντας επιτύχει την άρση του χρονικού περιορισμού για την παραμονή του στον προεδρικό θώκο. Η δε Σκέψη του (Xi Jinping Thought), δηλ. το όραμά για την Κίνα του 21ου αιώνα, έχει ενσωματωθεί στο καταστατικό του ΚΚΚ και διδάσκεται σε όλα τα εκπαιδευτικά ιδρύματα στο πλαίσιο μιας εντεινόμενης προσωπολατρίας. Καλά πληροφορημένες πηγές αναφέρουν ότι τον περασμένο Σεπτέμβριο, στην ετήσια συνάντηση που διοργανώνεται στο θέρετρο Beidaihe για να συζητηθούν οι στρατηγικές κατευθύνσεις για την χώρα, οι προηγούμενοι ανώτατοι ηγέτες Jiang Zemin και Hu Jintao συνέστησαν στον Σι Τζινπίνγκ μια πιο ευέλικτη και λιγότερο προσωπαγή πολιτική γραμμή, αλλά οι νουθεσίες αυτές απορρίφθηκαν από τον νυν Κινέζο πρόεδρο.

Πέμπτον, η γιγαντιαίων διαστάσεων κινητοποίηση για την αντιμετώπιση της επιδημίας διευκολύνει την ενίσχυση του κρατικού ελέγχου επί του κοινωνικού σώματος. Σημειώνεται ότι το απανταχού παρόν σύστημα κοινωνικής συμμόρφωσης (social credit system) που χτίζεται στην Κίνα αναμένεται να ολοκληρωθεί ώς το τέλος του έτους. Βάσει αυτού του συστήματος τιμωρούνται όλοι οι παραβάτες, ακόμη και για αστεία πλημμελήματα, ενώ επιβραβεύονται οι πειθήνιοι και «υποδειγματικό» πολίτες.

Για όλους αυτούς τους λόγους, οι αναλογίες με το Τσερνόμπιλ και την μετέπειτα τύχη του Γκορμπατσώφ είναι περισσότερο επιφανειακές παρά ουσιαστικές. Αντιθέτως, μια άλλη παράμετρος αξίζει να τονιστεί σ’αυτό το σημείο κι αυτή έχει να κάνει με την εξέλιξη της μετασοβιετικής Ρωσίας: την κατάρρευση της ΕΣΣΔ διαδέχθηκε η χαοτική δεκαετία του 1990, η οποία προλείανε το έδαφος για την ενθρόνιση του Πούτιν, εν πολλοίς συμμάχου και συνοδοιπόρου του Κινέζου προέδρου.

AP PHOTO

* Ο Πλάμεν Τόντσεφ είναι Επικεφαλής του Τμήματος Ασιατικών Σπουδών στο Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων (ΙΔΟΣ)