Τραμπ, Μπάιντεν και φιλελευθερισμός

Οποιαδήποτε συζήτηση σχετικά με τον φιλελευθερισμό και τον τρόπο που αυτός εκφράζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι εξαιρετικά δύσκολη και ανοιχτή σε παρεξηγήσεις και παρερμηνείες. Ο φιλελευθερισμός, ως ένα ανοιχτό σύστημα αξιών και ιδεών, δεν έχει κάποιου είδους ορθοδοξία. Πάραυτα, εντελώς υποκειμενικά, θα υποθέσω ότι οι περισσότεροι αναγνώστες συμφωνούν στο ότι η φιλελεύθερη πολιτική στην οικονομία είναι αυτή της ελεύθερης αγοράς και του ελεύθερου εμπορίου, στα κοινωνικά ζητήματα αυτή της μεγαλύτερης ατομικής ελευθερίας και της νομοκρατίας, και στην εξωτερική πολιτική αυτή της ειρήνης και της διπλωματίας. Υπό αυτό το πρίσμα, σήμερα θα δοκιμάσουμε να απαντήσουμε ένα δύσκολο ερώτημα που μου έθεσε χθες ο Δημήτρης Καμπουράκης στην τηλεόραση του ΣΚΑΙ: Ποιος είναι πιο φιλελεύθερος, ο Τραμπ ή ο Μπάιντεν;

Γενικά για τις ΗΠΑ

Οι ΗΠΑ έχουν μία από τις ισχυρότερες και την μακροβιότερη αβασίλευτη, φιλελεύθερη, αντιπροσωπευτική, συνταγματική δημοκρατία στον πλανήτη. Διαθέτουν πανίσχυρους θεσμούς που επιτρέπουν τη διάκριση των εξουσιών και τη νομοκρατία. Το ομοσπονδιακό κράτος είναι συγκριτικά με τον υπόλοιπο αναπτυγμένο κόσμο μικρό και η οικονομία της αγοράς είναι δυναμική και καινοτόμα. Τέλος, οι πολίτες της Αμερικής απολαμβάνουν μεγάλες ατομικές ελευθερίες που ακόμα και όταν πολιτικές δυνάμεις θέλουν να τις περιορίσουν, εν καιρώ προστατεύονται από το πολύ φιλελεύθερο σύνταγμα της χώρας και τη δικαστική εξουσία (π.χ. γάμος ομόφυλων ζευγαριών). Σε καμία περίπτωση η χώρα αυτή δεν είναι τέλεια αλλά είναι σίγουρα μια χώρα που κανείς φιλελεύθερος δεν θα αισθανόταν ανεπιθύμητος. 

Οικονομία

Στην οικονομία ο Τραμπ έκανε σπουδαίο έργο σε δύο πολύ σημαντικούς τομείς για τους οικονομικά φιλελεύθερους. Μείωσε δραστικά τη γραφειοκρατία και τον κρατικό παρεμβατισμό στο ρυθμιστικό περιβάλλον και πέρασε ένα ιδιαίτερα γενναίο φορολογικό σύστημα που μείωσε τους φορολογικούς συντελεστές όλων των αμερικανών. Αυτές τις οικονομικά φιλελεύθερες πολιτικές ο Μπάιντεν έχει υποσχεθεί ότι θα αντιστρέψει εφόσον είναι σε θέση να το πράξει ενώ σκοπεύει να αυξήσει δραστικά τη συμμετοχή και τον έλεγχο του κράτους στον κλάδο της υγείας και της ενέργειας. 

Ο Τραμπ είναι υποστηρικτής του προστατευτισμού, των δασμών και των εμπορικών περιορισμών που αντίκειται στη φιλελεύθερη θεώρηση περί εμπορίου. Το αμερικανικό Tax Foundation υπολογίζει ότι το κόστος των δασμών του Τραμπ στην οικονομία είναι μακροπρόθεσμα ίσο με το 0,23% του ΑΕΠ ή αλλιώς περί τις 180.000 θέσεις πλήρους απασχόλησης το χρόνο. Στον αντίποδα, ενώ το 2016 οι δημοκρατικοί εμφανίζονταν ως το κόμμα υπέρ του ελεύθερου εμπορίου, φέτος ο Μπάιντεν παρουσίασε μία εμπορική πολιτική η οποία μοιάζει πολύ με εκείνη του Τραμπ αλλά σε μικρογραφία, με στόχευση σε περιβαλλοντικά κριτήρια και την προστασία της αμερικανικής βιομηχανίας από τον ανταγωνισμό. Το ελεύθερο εμπόριο, προς το παρόν, είναι εκτός συζήτησης με τον Μπάιντεν να είναι το μη χείρον βέλτιστο.

Συνολικά, ο Τραμπ εμφανίζεται πολύ πιο οικονομικά φιλελεύθερος από τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ. 

Εξωτερική πολιτική

Οι δημοκρατικοί παραδοσιακά, ενώ έχουν ένα πιο ανθρωπιστικό προφίλ από τους ρεπουμπλικάνους, είναι η παράταξη που έχει ξεκινήσει ή διατηρήσει τις περισσότερες στρατιωτικές επεμβάσεις τα τελευταία 30 χρόνια. Ο Τραμπ, αν και είχε υποσχεθεί ότι οι ΗΠΑ θα περιορίσουν την παρεμβατικότητά τους, στην ουσία συνέχισε την πολιτική Ομπάμα. Αυτό που άλλαξε όμως ριζικά στις μέρες του ήταν η συμμετοχή των ΗΠΑ σε διεθνείς οργανισμούς και η αντιμετώπιση της νατοϊκής συμμαχίας. Επί Τραμπ, οι ΗΠΑ αποσύρθηκαν από την περιβαλλοντική συμφωνία του Παρισιού, αποσύρθηκαν από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και μείωσαν τη συμμετοχή τους στον ΟΗΕ. Μάλιστα, για πρώτη φορά από τον ψυχρό πόλεμο μέχρι και τις μέρες μας, ο ρεπουμπλικάνος πρόεδρος έσπειρε αμφιβολίες στους ευρω-ατλαντικούς εταίρους του για το βαθμό αφοσίωσης των ΗΠΑ στη συνέχιση και εμβάθυνση της συμμαχίας και προκάλεσε ανησυχία σε ολόκληρη τη Δύση λόγω των δεσμών που καλλιέργησε με ηγέτες απολυταρχικών κρατών όπως η Βόρεια Κορέα, η Τουρκία και η Ρωσία. Ο Biden από την άλλη αναμένεται να είναι πολύ πιο θεσμικός στην αντιμετώπιση των διεθνών οργανισμών και σαφέστατα πιο ενεργός στο ΝΑΤΟ. Γενικά θα λέγαμε ότι η πλατφόρμα Μπάιντεν είναι αυτή της προ-Τραμπ κανονικότητας..

Κοινωνία

Τα κυρίαρχα κοινωνικά ζητήματα που επικρατούν αυτή τη στιγμή στις ΗΠΑ είναι οι φυλετικές σχέσεις, ο πόλεμος κατά των ναρκωτικών, και τα μειονοτικά δικαιώματα. Σε ότι αφορά τις φυλετικές σχέσεις, ο Τραμπ λειτούργησε σαν λάδι στη φωτιά. Ο προκλητικός λόγος του, τα διφορούμενα τουιταρίσματα και η άρνηση του να διαφοροποιήσει τη θέση του από μεγάλη μερίδα ακροδεξιών οργανώσεων που τον στηρίζουν φανατικά, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην επιδείνωση των φυλετικών σχέσεων στη χώρα. Παράλληλα, η κυβέρνησή του ενέτεινε τον πόλεμο κατά των ναρκωτικών συντηρώντας πολιτικές που καθιστούν τις ΗΠΑ ως μία από τις χώρες με τον μεγαλύτερο αριθμό κρατουμένων στον κόσμο. Δεν έκανε την παραμικρή ουσιαστική κίνηση προκειμένου να περιοριστεί το φαινόμενο της αστυνομικής βίας στη χώρα αλλά προτίμησε να χρησιμοποιήσει πολιτικά τις αναταραχές που προκλήθηκαν από τις εν ψυχρώ δολοφονίες νεαρών αφροαμερικανών λίγους μήνες πριν τις εκλογές. Σε αντίθεση, βέβαια, με τις υστερικές φωνές που προειδοποιούσαν ότι ο Τραμπ θα καταργήσει τον γκέι γάμο ή τις εκτρώσεις, ο Τραμπ δεν έκανε καμία σχετική κίνηση πέραν του διορισμού δικαστών που στην προσωπική τους ζωή είναι κατά των εκτρώσεων. 

Από την άλλη πλευρά, ο Μπάιντεν είναι σαφώς πιο φιλελεύθερος στα κοινωνικά ζητήματα. Είναι σταθερά κατά του ρατσισμού, της ομοφοβίας, του σεξισμού και γενικότερα των αρνητικών διακρίσεων. Έχει υποσχεθεί ότι θα διορθώσει τη νομοθεσία που επιβάλλει εξοντωτικές ποινές σε χρήστες ναρκωτικών ουσιών και ότι θα τους αντιμετωπίζει ως ασθενείς αντί για εγκληματίες. Μία τέτοια εξέλιξη θα ήταν εξαιρετική είδηση για κάθε κοινωνικά φιλελεύθερο πολίτη. Όμως, μεγάλη μερίδα του κόμματός του τάσσεται υπέρ των θετικών διακρίσεων και της πολιτικής ορθότητας. Σε αυτά τα ζητήματα οι φιλελεύθεροι είναι διχασμένοι. Οι κλασικοί θεωρούν ότι κανείς δεν έχει δικαίωμα να μην προσβάλλεται από τον λόγο του άλλου και ότι οι θετικές διακρίσεις είναι αντίστροφος ρατσισμός. Οι μοντέρνοι φιλελεύθεροι πιστεύουν ότι ορισμένοι περιορισμοί στην ελεύθερη έκφραση είναι θεμιτοί για τη διαφύλαξη της δημόσιας ειρήνης και ότι οι θετικές διακρίσεις υπέρ μειονοτήτων είναι αποδεκτός τρόπος για τη διόρθωση αμαρτιών του παρελθόντος. 

Στα κοινωνικά ζητήματα φιλελεύθερου ενδιαφέροντος, ο Μπάιντεν εμφανίζεται σαφώς ως η καλύτερη επιλογή ανάμεσα στους δύο πολιτικούς.

Επίλογος

Λίγο πριν μετακομίσω στις ΗΠΑ το 2011, μία καθηγήτριά μου στο George Washington University μου είπε ότι αν θέλω να ασχοληθώ με τις προεκλογικές εκστρατείες, πρέπει να διαλέξω στρατόπεδο. Ζυγίζοντας τις θέσεις των κομμάτων στα παραπάνω ζητήματα, και με την απουσία κάποιας τέλειας λύσης, κατέληξα ότι το ρεπουμπλικανικό κόμμα μου ταίριαζε περισσότερο γιατί παρά τις συντηρητικές του καταβολές, ήταν σταθερά, τουλάχιστον σε ρητορικό επίπεδο, υπέρ του κράτους δικαίου και της ελεύθερης αγοράς. Ο ερχομός του λαϊκιστικού ρεύματος που εξέφρασε ο Ντόναλντ Τραμπ με ώθησε, μαζί με πολλούς φιλελεύθερους και συντηρητικούς, στο στρατόπεδο του Ποτέ-Τραμπ (Never Trump). Ο λόγος δεν ήταν μόνο ότι με τον λόγο και τις πράξεις του παραβίασε όλους τους άγραφους κανόνες της αμερικανικής πολιτικής ζωής. Ούτε ότι πίστεψα στην υστερία των αριστερών επικριτών του που τον παρουσίασαν σαν το μεγαλύτερο δεινό της ανθρωπότητας. Ο Τραμπ κατά τη διάρκεια της θητείας του υπονόμευσε τη νομοκρατία - το κράτος δικαίου - σε ανεπανάληπτο βαθμό σε σχέση με τους προκατόχους του. Συχνά συμπεριφερόταν σαν μονάρχης, διοίκησε με νεποτισμό, προσπάθησε να παρακάμψει τη δικαιοσύνη περνώντας διατάγματα που στη συνέχεια καταρρίφθηκαν από το ανώτατο δικαστήριο, έστρεψε τους συμπολίτες του κατά των δημοσιογράφων και των επιστημόνων, αναπαρήγαγε θεωρίες συνομωσίας, απείλησε αντιπάλους του με φυλακίσεις, αρνήθηκε να δημοσιοποιήσει τις φορολογικές του δηλώσεις, και άπειρα άλλα ευτράπελα. Πολλά από αυτά δεν ήταν μόνο γραφικά, αλλά και επικίνδυνα για το πολίτευμα. 

Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι ο σκοπός της ελευθερίας υπηρετείται καλύτερα από έναν άνθρωπο που ενώ θα μειώσει την οικονομική ελευθερία, θα διαφυλάξει (ή τουλάχιστον δεν θα επιδεινώσει) τους θεσμούς και τα ήθη της φιλελεύθερης δημοκρατίας, δηλαδή τον Μπάιντεν. Επίσης, ακόμα θετικότερο θα είναι αν οι ρεπουμπλικάνοι κερδίσουν εν τέλει τη γερουσία στις 5 Ιανουαρίου του 2021 και έτσι οι ακραίες φωνές των δημοκρατικών βρουν ένα πολύτιμο, για τους φιλελεύθερους, φρένο στην οικονομική πολιτική.

Δεν θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ τον Τζο Μπάιντεν να έχει χάσει εκλογές και τρεις μέρες μετά να αρνείται να αποδεχτεί την ήττα του. Η οικονομική ελευθερία είναι κυρίαρχο ζήτημα για εμάς τους φιλελεύθερους όμως κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχει καμία μείωση της φορολογίας που να αξίζει τη μετάβαση από την θεσμικά θωρακισμένη φιλελεύθερη δημοκρατία, με όλες τις ατέλειές της, στην αρχή του ενός και του λαϊκισμού.