Οι συνθήκες στην πόλη της Θεσσαλονίκης είναι γνωστές και κάθε ημέρα που περνάει όλο και χειροτερεύει. Χαρακτηριστικός είναι ο δείκτης που παρουσίασε ο Υπουργός Υγείας στις 10 Νοεμβρίου ότι το ποσοστό των θετικών τεστ είναι 32%, που σημαίνει τεράστια διασπορά της νόσου. Τα συστήματα υγείας διεθνώς διαθέτουν σχέδια κινητοποίησης και εγρήγορσης σε περίπτωση εκτάκτων κρίσεων όπως οι φυσικές καταστροφές.
Για παράδειγμα με την πυρκαγιά στο Μάτι το 2018 άνοιξαν όλα τα νοσοκομεία της Αττικής και δεχόντουσαν τους ασθενείς. Το ίδιο είχε γίνει και με τον εκτροχιασμό τρένου στο Άδεντρο της Θεσσαλονίκης το 2017 όπου τότε άνοιξαν δύο νοσοκομεία της πόλης για να δεχθούν τους τραυματίες. Η βασική διαφορά τέτοιων καταστάσεων με την πανδημία που ζούμε είναι ότι οι φυσικές καταστροφές και τα πολύνεκρα ατυχήματα συμβαίνουν σε περιορισμένη γεωγραφική και πληθυσμιακή έκταση με αποτέλεσμα να μπορούν τα συστήματα υγείας να ανταπεξέλθουν στις αυξημένες απαιτήσεις των συνθηκών. Ενώ σε μια πανδημία όπως αυτή το σύστημα υγείας καλείται μέσα σε πολύ περιορισμένο χρονικό διάστημα να καλύψει τεράστιες πληθυσμιακές μάζες που νοσούν ταυτόχρονα.
Οι καταστάσεις που ζούμε σήμερα μπορούνε να συγκριθούνε μόνον με την μεγάλη Ισπανική γρίπη των ετών 1918-1920 όπου και τότε τα ανεμικά συστήματα υγείας που υπήρχαν είχαν παραλύσει. Μέσα στα επόμενα 100 χρόνια υπήρχαν επιδημίες όπως αυτές του Δάγκειου πυρετού το 1928 ή της Ασιατικής Γρίπης του 1957 είτε πιο πρόσφατα της γρίπης των χήρων. Όλες αυτές ήταν τοπικά, χρονικά και πληθυσμιακά περιορισμένες για αυτό και απολύτως διαχειρίσιμες. Η χρονική απόσταση ενός αιώνα που μας χωρίζει από την προηγούμενη μεγάλη πανδημία έχει κάνει τα συστήματα υγείας διεθνώς να μην έχουν μεριμνήσει για ένα τέτοιο ενδεχόμενο παρά τα όποια τρομακτικά υγειονομικά σενάρια έχουν ακουστεί κατά καιρούς.
Τώρα ζούμε την κορύφωση της πανδημίας και έλαχε στην Θεσσαλονίκη περισσότερο από κάθε άλλη πόλη αυτήν την στιγμή στην χώρα να σηκώσει τον σταυρό του μαρτυρίου. Οι συνθήκες που βιώνουμε στα νοσοκομεία είναι κάτι παραπάνω από δραματικές. Δεν μπορούμε να σχεδιάσουμε τίποτα για το άμεσο μέλλον γιατί απλούστατα δεν γνωρίζουμε κάτω από ποιες συνθήκες θα ξημερώσει το αύριο. Κλινικές κλείνουν και περιορίζονται, συγχωνεύονται μαζί με άλλες και υπολειτουργούν. Όλα αυτά για να εξοικονομηθούν κρεβάτια για τους ασθενείς με COVID. Παντού γύρω μας ακούμε για νέα κρούσματα στο άμεσο ή στο ευρύτερο περιβάλλον μας. Δεν θα ήταν υπερβολή να ειπωθεί ότι αυτή την στιγμή στην Θεσσαλονίκη δεν υπάρχει σπίτι που να μην έχει έναν τουλάχιστον ασθενή με κορονοϊό ή έναν γνωστό που να νοσεί. Μεγάλες είναι και οι απώλειες στο υγειονομικό σώμα της πόλης. Κάθε ήμερα όλο και περισσότεροι γιατροί και νοσηλευτές νοσούνε και νοσηλεύονται μειώνοντας με αυτόν τον τρόπο την δυναμική στην αντιμετώπιση του ιού. Σε όλες τις εκφάνσεις της ιστορίας των επιδημιών ανά τους αιώνες οι γιατροί και οι νοσηλευτές μετρούσαν τις μεγαλύτερες απώλειες.
Παρ’ όλες τις τρομακτικές δυσκολίες που ζούμε η παρούσα κρίση δεν είναι αρκετή για να γεφυρώσει το τεράστιο χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στην ιδιωτική και την δημόσια υγεία. Αν και το μέτρο της κρατικής επίταξης φέρνει την συστράτευση όλων, αρκεί να σκεφτούμε ότι ολόκληρες κλινικές από δημόσια νοσοκομεία σχεδιάζεται να μεταφερθούν σε ιδιωτικά θεραπευτήρια και κέντρα αποκατάστασης να μετατραπούν σε κλινικές COVID, το χάσμα παραμένει. Λυπηρό είναι το γεγονός ότι αρκετοί λειτουργοί από κρατικά νοσοκομεία δέχονται ως αναξιόπιστα τα τεστ που προέρχονται από τα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα ενώ ταυτόχρονα αναγνωρίζουν ως μόνα αξιόπιστα αυτά που γίνονται από τα δημόσια… Είναι πραγματικά κρίμα η κρατικιστική νοοτροπία των προηγούμενων δεκαετιών να θέτει τόσο σοβαρά εμπόδια στην καταπολέμηση της πανδημίας. Η ιδιωτική υγεία είτε μιλάμε για ιδιώτες ιατρούς είτε για ολόκληρες κλινικές είναι ίσης αξίας με το κρατικό σύστημα υγείας. Οι ιδεολογικές αμφισβητήσεις αυτού του γεγονότος μόνον μεγάλο κακό κάνουν στην προκειμένη φάση.
Είμαστε αντιμέτωποι με έναν μεγάλο πόλεμο- όλοι το λένε πλέον. Το επόμενο διάστημα θα εξελιχθεί μπροστά μας η κορύφωση της μεγαλύτερης κρίσης των μεταπολεμικών γενεών. Αυτός δεν είναι ένας πόλεμος πολιτικών, γιατρών και δημοσιογράφων. Είναι ένας πόλεμος του λαού. Όχι μόνον στην χώρα μας αλλά σε όλον τον πλανήτη υπάρχουν πλατιές μάζες ανθρώπων που αγωνίζονται παρ’ όλη την άγνοια και την εγκληματική αφέλεια πολλών κατά της πανδημίας και που τα ονόματα τους δεν θα τα μάθουμε ποτέ . Αυτός είναι ο πόλεμος των Άγνωστων Μαχητών. Μαχητές δεν είναι μόνον οι γιατροί, οι νοσηλευτές, οι καθαρίστριες, οι διανομείς, οι υπάλληλοι στα σούπερ μάρκετ. Μαχητές είναι όλοι αυτοί που φοβούνται, τρέμουν, αγωνιούν, αρρωσταίνουν και αναρρώνουν, αυτοί που πειθαρχούν και υπομένουν παραμένοντας ασφαλείς .
Μπροστά μας απλώνεται μια μεγάλη έρημος, θα την διαβούμε, δεν μπορούμε να κάνουμε και αλλιώς, και όταν αυτή φτάσει στο τέλος της και τα χρόνια περάσουν θα μπορέσουμε να κοιτάζουμε ο ένας τον άλλον στα μάτια όταν θα θυμόμαστε την πανδημία και θα λέμε με περηφάνια:
Το ζήσαμε, το αντιμετωπίσαμε και το ξεπεράσαμε!