Του Αλέξανδρου Σκούρα
Η ανεργία στη χώρα μας υποχωρεί σταδιακά και οι μειώσεις φόρων και εισφορών που έχει αναγγείλει η κυβέρνηση ενδεχομένως να επιταχύνουν αυτή τη μείωση. Όμως, ένα πολύ σημαντικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ελληνική αγορά εργασίας φαίνεται ότι θα παραμείνει μαζί μας για αρκετά μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Το πρόβλημα αυτό είναι η αναντιστοιχία μεταξύ των αναγκών των εργοδοτών και του διαθέσιμου ανθρώπινου δυναμικού της χώρας.
Στις “καλές” θέσεις εργασίας, δηλαδή αυτές με τους καλούς μισθούς και τις μεγαλύτερες προοπτικές εξέλιξης, το ανθρώπινο δυναμικό της χώρας δεν δείχνει να έχει τις δεξιότητες και την κατάλληλη εκπαίδευση προκειμένου να τις καλύψει. Στο newsletter του Ιουλίου 2019, ο ΣΕΒ αναφέρει χαρακτηριστικά ότι “πρόσφατη έρευνα του ΣΕΒ έδειξε ότι το 35,6% των επιχειρήσεων του παραγωγικού τομέα της οικονομίας ήδη αντιμετωπίζει δυσκολίες στην κάλυψη κενών θέσεων εργασίας. Το ποσοστό είναι υψηλότερο στις εξωστρεφείς (45,9%) και τις μεγάλες επιχειρήσεις (44,7%). Δηλαδή στις επιχειρήσεις που κατά τεκμήριο δραστηριοποιούνται σε περισσότερο ανταγωνιστικές αγορές, κι έχουν υψηλότερες απαιτήσεις από το ανθρώπινο δυναμικό σε όρους προσόντων και δεξιοτήτων και εφαρμόζουν αυστηρότερες μεθόδους επιλογής προσωπικού. Το φαινόμενο εμφανίζεται εντονότερο στους κλάδους της ενέργειας (49,2%) και των τεχνολογιών της πληροφορικής και των επικοινωνιών (41,4%). Λιγότερο έντονη είναι η δυσκολία κάλυψης κενών θέσεων στις επιχειρήσεις της αγροδιατροφής (37,1%) και των δομικών υλικών (34,8%), ενώ ακόμα μικρότερη είναι η δυσκολία κάλυψης των κενών θέσεων για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στα logistics (29,6%) και στην υγεία και το φάρμακο (28,4%).
Μία εταιρία που δεν έχει πρόσβαση στο κατάλληλο προσωπικό δεν έχει πολλές επιλογές στη διάθεσή της. Ή θα το εισάγει, ή θα αναθέσει τη δουλειά σε κάποιον εκτός εταιρίας (outsourcing), ή θα εγκαταστήσει ορισμένες λειτουργίες της σε χώρα που να μπορεί να τις προσφέρει το ανθρώπινο δυναμικό που χρειάζεται.
Στον αντίποδα, σύμφωνα με χθεσινό δημοσίευμα του πρώτου θέματος, το πρόβλημα της αναντιστοιχίας φαίνεται να επηρεάζει και δουλειές που είναι χαμηλής εξειδίκευσης και χειρωνακτικές. Συγκεκριμένα, το ρεπορτάζ αναφέρει ότι οι ελαιοπαραγωγοί της Κρήτης προσπαθούν απελπισμένα να βρουν εργάτες να τους μαζέψουν τις ελιές, παρά το γεγονός ότι οι θέσεις εργασίας είναι σχετικά καλοπληρωμένες (35-40 ευρώ τη μέρα), νόμιμες, και με καλές παροχές όπως φαγητό και μεταφορά.
Το πρόβλημα που δημιουργείται στο κάτω μέρος της εργασιακής πυραμίδας αποτελεί πιθανή ένδειξη για διάφορα φαινόμενα που αποτελούν ταμπού για την ελληνική κοινωνία. Για παράδειγμα, αν οι Έλληνες νέοι, με 33% νεανική ανεργία, δεν ενδιαφέρονται για τέτοιες δουλειές, ίσως αυτό να σημαίνει ότι η χώρα χρειάζεται να εισάγει εργάτες από αλλού που να είναι διατεθειμένοι να μαζέψουν τις ελιές μας - δηλαδή να ανοίξουμε το δρόμο σε οικονομικούς μετανάστες ώστε να έρθουν και να εργαστούν στα χωράφια μας. Δυστυχώς κάτι τέτοιο, με τις παρούσες νομοθεσίες σε Ελλάδα και Ε.Ε. είναι σχεδόν αδύνατον. Το αξιοσημείωτο είναι εδώ ότι αρκετοί άνθρωποι που θα ήταν διατεθειμένοι να κάνουν αυτή τη δουλειά βρίσκονται ήδη στη χώρα μας ως παράτυποι μετανάστες αλλά δεν έχουν το δικαίωμα να εργαστούν νόμιμα.
Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, αρκετοί νέοι απορρίπτουν αυτές τις δουλειές γιατί θα τους στερούσαν το επίδομα ανεργίας. Αυτό το φαινόμενο, που οι οικονομολόγοι το ονομάζουν προνοιακή παγίδα (welfare trap), αποκαλύπτει την πλήρη διαστροφή του τρόπου με τον οποίο είναι οργανωμένο το προνοιακό μας σύστημα. Και μιλώ για διαστροφή διότι όταν το κράτος δίνει σε κάποιον χρήματα για να μην εργάζεται ενώ θα μπορούσε να εργαστεί, στην ουσία έχει καταστρέψει ολόκληρο το νόημα του διχτυού ασφαλείας και αναγάγει την εξάρτηση στα κρατικά επιδόματα σε τρόπο ζωής.