Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει χαμηλές πτήσεις για την ανάπτυξη της Ελλάδας. Του χρόνου μιλά για ανάπτυξη μόλις 4,1%, αλλά το ανησυχητικό είναι η πρόβλεψη ότι το ελληνικό ελατήριο δεν πρόκειται τελικά να εκτιναχθεί. Σταθερά μειούμενοι ρυθμοί μετά το 2022 θα οδηγήσουν σε ανάπτυξη μόλις 1% το 2025.
Σίγουρα, μακροπρόθεσμες προβλέψεις σε μια συγκυρία σαν αυτήν είναι εξαιρετικά επισφαλείς. Το ερώτημα ωστόσο είναι για πιο λόγο η πρόβλεψη του ΔΝΤ, όπως και άλλων οργανισμών, για άλλες ευρωπαϊκές χώρες, είναι εξαιρετικά ευνοϊκότερη έναντι αυτής για την Ελλάδα.
Τι φταίει;
Μετά τη δεκαετή οικονομική κρίση στην Ελλάδα, το σύνολο των οικονομικών οργανισμών που κάνουν τέτοιου είδους προβλέψεις γνωρίζει την ελληνική οικονομία. Η εικόνα είναι ότι πρόκειται για μια οικονομία με σοβαρά κατάλοιπα κεντρικής διαχείρισης των αποφάσεων που αναστέλλουν ή επιβραδύνουν σημαντικές οικονομικές και κοινωνικές δραστηριότητες. Μερικά από τα πιο σοβαρά ερωτήματα που δέχομαι ως καθηγητής οικονομικών είναι τα εξής:
- Θα μειωθεί η γραφειοκρατία που σχετίζεται με τις εγχώριες και ξένες επενδύσεις;
- Θα μειωθεί η παραοικονομία που απομυζά το δημόσιο από ρευστότητα και δημιουργεί ελλείμματα;
- Θα ενδυναμωθεί η δικαιοσύνη και ιδιαίτερα η γρήγορη επίλυση των οικονομικών υποθέσεων;
- Θα αλλάξει η πανεπιστημιακή εκπαίδευση, ώστε να συνδεθεί με την αγορά εργασίας και να ανοίξει προγράμματα για φοιτητές από το εξωτερικό;
- Θα μειωθεί η διαφθορά στο δημόσιο τομέα;
- Θα περιοριστεί η οικονομική ανισότητα ώστε να περιοριστεί και η απώλεια ανθρώπινου κεφαλαίου προς χώρες του εξωτερικού;
Τα ερωτήματα αυτά, μαζί με άλλα παρόμοια, έχουν ως σαφή στόχευση την ποιότητα νευραλγικών θεσμών που ενδυναμώνουν την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη. Σε αυτά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά η Ελλάδα παραμένει ουραγός στην ευρωζώνη.
Είναι αυτά τα χαρακτηριστικά που δίνουν διαφορετική μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή δυναμική σε χώρες όπως η Εσθονία, η Ιρλανδία, η Σλοβακία, η Σλοβενία κλπ, οι οποίες μεταρρυθμίστηκαν στο παρελθόν ή μεταρρυθμίζονται σήμερα, και για τις οποίες προβλέπεται σημαντικότατη ανάπτυξη σε βάθος χρόνου.
Θέλουμε επιτέλους να αναπτυχθούμε; Η έννοια της διαθρωτικής αλλαγής
Εφόσον η αναγκαία συνθήκη του τέλους της υγειονομικής κρίσης επιτευχθεί, πολύ μεγαλύτερη σημασία έχει η εφαρμογή (και όχι μόνο η νομοθέτηση) διαθρωτικών αλλαγών στην ελληνική οικονομία και κοινωνία.
Δεν συζητώ εδώ για αλλαγές στη διαχείριση της πολιτικής ή για δημοσιονομικές προσαρμογές (οι οποίες θα προκύψουν λόγω της έκρηξης των ελλειμμάτων). Συζητώ για βαθιές τομές στην κοινωνική δραστηριότητα. Πάρτε για παράδειγμα τα ερωτήματα που δέχομαι:
- Πρέπει να αδειοδοτούμε νέες επενδύσεις εντός τριμήνου και να τις φορολογούμε με λιγότερο από 15%.
- Πρέπει να καθιερώσουμε σύστημα ηλεκτρονικών πληρωμών σχεδόν για το σύνολο των συναλλαγών και με τρόπου που ο ΦΠΑ (που δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 13%) θα αποδίδεται ηλεκτρονικά στο κράτος.
- Πρέπει τα οικονομικά δικαστήρια να αποφασίζουν εντός 3-4 μηνών για το σύνολο των θεμάτων μιας επένδυσης.
- Πρέπει να αυτονομηθούν πλήρων όλες οι λειτουργικές αποφάσεις των πανεπιστημίων (προσλήψεις, προγράμματα σπουδών, φοιτητές, τρόπος διοίκησης, σχέσεις με την αγορά εργασίας) και να αξιολογούνται οι εκροές (εύρεση εργασίας από τους φοιτητές και ερευνητικός αντίκτυπος).
- Πρέπει η σχέση πολίτη-δημοσίου να είναι ηλεκτρονική και πλήρως απρόσωπη.
- Πρέπει να κατανέμονται τα κονδύλια σε υγεία και παιδεία ώστε να μειωθεί η οικονομική ανισότητα.
Προφανώς πρόκειται για λίγα παραδείγματα από τα πολλά που πρέπει να γίνουν. Όμως πρόκειται για βαθιές τομές στις οποίες πρέπει να κατευθυνθεί τόσο η ενέργεια όσο και κατά κονδύλια του δημόσιου τομέα.
Η μεγάλη ευκαιρία
Η μεγάλη ευκαιρία σήμερα προκύπτει από την ευρωπαϊκή στήριξη που έρχεται. Ποτέ στο πρόσφατο παρελθόν η χώρα δεν έχει διαχειριστεί ένα τόσο μεγάλο πρόγραμμα στήριξης. Πώς πρέπει να το διαχειριστεί; Να το επενδύσει σε παραγωγικές δράσεις που με τη σειρά τους θα δημιουργήσουν νέο πλούτο και θα λύσουν τα προαναφερθέντα θεσμικά προβλήματα. Σε δράσεις μετάβασης σε μια νέα θεσμική εποχή για τη χώρα.
Σε συνδυασμό με την ευρωπαϊκή σταθερότητα και το χαμηλότοκο δανεισμό, η χώρα μπορεί όχι μόνο να διαψεύσει το ΔΝΤ και τους παγκόσμιους οργανισμούς, αλλά να πετύχει πραγματικά υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, λύνοντας ταυτόχρονα και το δημογραφικό από την επιστροφή των νέων. Οι οργανισμοί βλέπουν παθογένειες. Εμείς να οραματιστούμε μια νέα Ελλάδα και να την αλλάξουμε. Τώρα είναι η ώρα.
* Ο Μάνθος Ντελής είναι καθηγητής Χρηματοικονομικής στο Montpellier Business School.