Του Κυριάκου Αθανασιάδη
Έθεσα ένα ερώτημα σε μερικούς ανθρώπους, τις απόψεις των οποίων διαβάζω καθημερινώς. Συγγραφείς και πανεπιστημιακοί οι περισσότεροι. Η ερώτησή μου ήταν η εξής: «Τι μάθαμε κυρίως αυτή τη δεκαετία; Ή καλύτερα: τι θα έπρεπε να είχαμε μάθει;» Τις απαντήσεις τους θα διαβάσουμε σήμερα, αύριο και μεθαύριο. Σας ευχαριστώ εκ των προτέρων για τις κοινοποιήσεις.
* * *
Χάρης Βλαβιανός (ποιητής? εκτός των άλλων, διευθύνει το περιοδικό «Ποιητική»? τελευταίο του βιβλίο: «Αυτοπροσωπογραφία του λευκού», από τις εκδόσεις Πατάκη): «Μάθαμε πως, αν η χώρα αυτή συνεχίζει να ζει σήμερα, ήταν χάρη στο πείσμα, το σθένος και την αυταπάρνηση κάποιων ανθρώπων»
Μάθαμε, με τρόπο τραγικό, ποιο είναι το πρόσωπο του ελληνικού φασισμού.
Μάθαμε τι σημαίνει Αριστερά στην εξουσία. Τι μορφή παίρνει η μετάβαση από τον Καστοριάδη και τον Πουλατζά, στον Τσίπρα και τον Λαφαζάνη. Πόσο εύκολο είναι για ένα αριστερό κόμμα να συνεργάζεται μ' έναν ακροδεξιό, με μόνο στόχο την κατάληψη και διαχείριση της εξουσίας.
Μάθαμε τι σημαίνει «νέος αυριανισμός»: πώς με τις καινούργιες τεχνολογίες παράγεται και τρολάρεται η παραπληροφόρηση και οι ψευδείς ειδήσεις. Πώς κατασκευάζονται σκάνδαλα και σπιλώνονται πολιτικοί αντίπαλοι.
Μάθαμε τι σημαίνει ένας κατά συρροήν ψεύτης να μπορεί να παραπλανά και να εκμαυλίζει τους πολίτες, εκβιάζοντάς τους με πλαστά διλήμματα και ψευδεπίγραφα δημοψηφίσματα.
Μάθαμε τι σημαίνει να πεθαίνουν άνθρωποι από λάθη του κρατικού μηχανισμού και οι υπεύθυνοι, με ακραίο κυνισμό, να αποποιούνται τις ευθύνες τους με σκηνοθετημένες συσκέψεις ή χυδαία διαφημιστικά σποτ.
Μάθαμε τι σημαίνει να δηλώνεις «επαναστάτης» και «αντιεξουσιαστής»: εκθειάζεις τον Τραμπ στον κήπο του Λευκού Οίκου, αλλά τρέχεις στην κηδεία του Κάστρο, ευγνωμονείς τη Μέρκελ για τη στήριξη που σου προσέφερε (αφού πρώτα την είχες διασύρει), αλλά υπερασπίζεσαι το απάνθρωπο καθεστώς του Μαδούρο.
Μάθαμε τι σημαίνει να προσπαθείς να αλώσεις το κράτος και τους θεσμούς. Να θέλεις να χειραγωγήσεις τη Δικαιοσύνη και να ελέγξεις τα ΜΜΕ. Να δηλώνεις πως θα γκρεμίσεις το «παλαιό σύστημα», μόνο και μόνο για να στήσεις το δικό σου, με επιχειρηματίες που πρόσκεινται σε σένα —ρωσικής, κινεζικής, ή ελληνικής προέλευσης—, που εισβάλλουν σε γήπεδα με πιστόλια, βόσκουν πρόβατα σε ομηρικά νησιά, ή προσφέρουν συναρπαστικές διακοπές με ακριβές θαλαμηγούς.
Μάθαμε τι σημαίνει να διχάζεις τον κόσμο, να προσπαθείς να αφυπνίσεις τα πιο χθαμαλά του ένστικτα, να συσπειρώνεις τους οπαδούς σου εξαπολύοντας μια ρητορική μίσους.
Μάθαμε τι σημαίνει στην πραγματικότητα «χωρισμός Εκκλησίας/Κράτους»: πως τα χρήματα από ένα κρατικό ταμείο θα κατέληγαν σε άλλο.
Μάθαμε τι σημαίνει «αριστεία», «σωστή δημόσια εκπαίδευση». Πόσο πιο χαμηλά ακόμη μπορεί να πέσει ο πήχης της μόρφωσης. (Εσύ βέβαια να έχεις φροντίσει να στείλεις τα δικά σου παιδιά στα πιο ακριβά ιδιωτικά ιδρύματα).
Μάθαμε τι σημαίνει να κάνεις κρυφές συμφωνίες με τον Τούρκο δικτάτορα, έχοντας προεξοφλήσει πως η Ελληνική Δικαιοσύνη δεν θα διανοηθεί να προσφέρει πολιτικό άσυλο στους αντιπάλους του.
Μάθαμε τι σημαίνει να έχεις επιλέξει για συνεργάτες σου τους πιο αδίστακτους ή αστοιχείωτους πολιτικούς κι έπειτα, μετά από αλλεπάλληλες «μεταμφιέσεις» και «μεταστροφές», να τους εξουδετερώνεις με συνοπτικές διαδικασίες — αφού όμως πρώτα, με μπλόφες και γελοίους παλικαρισμούς, είχες οδηγήσει μαζί τους τη χώρα στα βράχια.
Μάθαμε. Μάθαμε. Μάθαμε.
Μάθαμε τέλος τι σημαίνει να κατοικείς σε μια χώρα που οι πολιτικοί της —με ελάχιστες εξαιρέσεις— ήταν ανίκανοι να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Μάθαμε πως, αν η χώρα αυτή συνεχίζει να ζει σήμερα, ήταν χάρη στο πείσμα, το σθένος και την αυταπάρνηση κάποιων ανθρώπων. Ευτυχώς δεν ήταν λίγοι.
* * *
Πέτρος Παπασαραντόπουλος (συγγραφέας, αρθρογράφος, διευθυντής των εκδόσεων Επίκεντρο): «Το πάθημα δεν έγινε μάθημα»
Σε όλη τη διάρκεια της κρίσης κυριάρχησε αυτό που έχω αποκαλέσει «καταστροφική ιδεολογία της Μεταπολίτευσης» που μπορεί να συμπυκνωθεί σ' ένα τρίπτυχο: επίρριψη όλων των ευθυνών για την κρίση στους «κακούς ξένους», επικράτηση ενός αντικοινωνικού ατομικισμού και απαξίωση της εργασίας ως κοινωνικής αυταξίας.
Έως τον Αύγουστο του 2015, το ανωτέρω τρίπτυχο συμπυκνώθηκε σε μια λέξη, που έγινε το ιερό τοτέμ της χώρας: αντιμνημόνιο. Για την κρίση έφταιγε το Μνημόνιο, όχι το μη βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης όπου η χώρα ξόδευε πολύ περισσότερα από όσα ήταν η παραγωγή της.
Όταν ο μύθος του αντιμνημονίου κατέρρευσε, η χώρα βρέθηκε σε ιδεολογικό κενό. Τίποτε δεν μπόρεσε έκτοτε να ηγεμονεύσει. Το αντιμνημόνιο παρέμεινε στο υποσυνείδητο της πλειοψηφίας των κατοίκων της χώρας, όπως ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς και η Κόκκινη Μηλιά.
Η ενεργοποίηση ενός αρχέγονου ενστίκτου επιβίωσης οδήγησε στην καταψήφιση του ΣΥΡΙΖΑ, όταν ήταν πλέον φανερό ότι δεν είχε τη στοιχειώδη ικανότητα διακυβέρνησης.
Όμως το ιδεοσύστημα του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει ισχυρό. Η ιδεολογία του λεφτόδεντρου ζει και βασιλεύει. Οι μύθοι και τα στερεότυπα ηγεμονεύουν. Ο αντιδυτικισμός και ο αντιευρωπαϊσμός δύσκολα αποκρύπτονται. Ο Διαφωτισμός ελεεινολογείται, ενώ περιρρέει ο δύσκολα αποκρυπτόμενος θαυμασμός για τα απολυταρχικά καθεστώτα της Ρωσίας και της Κίνας. Το ατομικό βόλεμα στις κρατικές δομές μέσα από τα γνωστά πελατειακά δίκτυα είναι πλέον εθνική ιδεολογία. Συνεχίζουμε να είμαστε μια κοινωνία μηδενικού ρίσκου, πιστεύοντας ότι η ανάπτυξη θα έλθει με τα επιδόματα και τις προσλήψεις στον κρατικό τομέα.
Αντί να διδαχτούμε από την κρίση, αντί να επιδιώξουμε την αυτογνωσία ως αναπόσπαστο στοιχείο της προσωπικότητας του ατόμου, κλείνουμε τα μάτια και αρνούμαστε πεισματικά να κατανοήσουμε τα αίτια της κρίσης και να προσπαθήσουμε να τα θεραπεύσουμε.
Όλα αυτά τα στοιχεία διασταυρώνονται και διαπλέκονται μ' έναν πρωτόγονο κοινωνικό ανορθολογισμό, που τροφοδοτεί αδιανόητες θεωρίες συνωμοσίας. Αισθανόμαστε ότι κινδυνεύουμε από την αιολική ενέργεια, ότι απειλούμαστε από την τεχνολογία 5G, ότι ο εμβολιασμός των παιδιών είναι έργο του Σατανά, πιστεύουμε ότι μας ψεκάζουν, ότι έχει βρεθεί το φάρμακο κατά του καρκίνου και μας το κρύβουν, ότι οι πυρκαγιές είναι έργο πρακτόρων ξένων δυνάμεων, ότι η Νέα Τάξη Πραγμάτων σχεδιάζει τον εξισλαμισμό μας και άλλα ευτράπελα μεν, επικίνδυνα δε.
Η παράθεση των ανωτέρω υποδεικνύει και την έκταση του «ελληνικού προβλήματος» που κακώς αντιμετωπίζεται μονοδιάστατα ως οικονομικό. Το πρόβλημα είναι πολύ βαθύτερο, δεδομένου ότι πηγάζει από αντιλήψεις και νοοτροπίες που πολύ δύσκολα αλλάζουν. Είναι ένα πρόβλημα βαθύτατα ανθρωπολογικό.
Απαντώντας με μια φράση στο ερώτημα, ελάχιστα μάθαμε από τη δεκαετία της κρίσης. Ίσως, μόνο το να μην εμπιστευόμαστε απόλυτα τους λαϊκιστές και τους λαοπλάνους. Όμως ο ασθενής μπορεί να βγήκε από την εντατική, αλλά ο πυρετός παραμένει υψηλός και μπορεί να υποτροπιάσει ανά πάσα στιγμή.
* * *
Μάνος Ματσαγγάνης (καθηγητής Δημόσιας Οικονομικής στο Πολυτεχνείο του Μιλάνου): «Ο Ταλλεϋράνδος στην Αθήνα»
«Δεν έμαθαν τίποτε και δεν ξέχασαν τίποτε», είναι η περίφημη φράση που αποδίδεται στον Γάλλο πολιτικό και διπλωμάτη Ταλλεϋράνδο για τους Βουρβώνους μετά την εκδίωξη του Ναπολέοντα και την παλινόρθωση της δυναστείας τους. Μήπως ισχύει και για εμάς τους Έλληνες; Μήπως η τρομερή δεκαετία του 2010 μας έχει κάνει πιο μνησίκακους (για τα δεινά που μας μαστίζουν) χωρίς να μας κάνει σοφότερους (για τις αιτίες της κακοδαιμονίας μας);
Και ναι και όχι.
Ας αρχίσουμε από τους λόγους που έχουμε να είμαστε απαισιόδοξοι. Το βασικότερο μάθημα της ελληνικής κρίσης είναι ότι «δικαίωμα στην ευημερία» δεν υφίσταται. Για καμιά χώρα. Στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα, μια από τους πλουσιότερες χώρες του κόσμου ήταν η Αργεντινή. Το 1919, όταν την επαύριο του Μεγάλου Πολέμου η Αυστρία δοκιμαζόταν από την πείνα και την ανέχεια, η Αργεντινή έστειλε ανθρωπιστική βοήθεια, σε αναγνώριση της οποίας οι Βιεννέζοι ονόμασαν έναν δρόμο της πόλης «Argentinierstra?e». Εκατό χρόνια αργότερα, η Αυστρία είναι τρεις φορές σχεδόν πλουσιότερη από την Αργεντινή. Σε τι οφείλεται αυτό; Όχι στους φυσικούς πόρους της Αυστρίας (η Αργεντινή έχει περισσότερους), ούτε στο εύκρατο κλίμα της (το αντίθετο ασφαλώς ισχύει), αλλά στους θεσμούς της: στην πολιτική σταθερότητα, στην αμεροληψία της δικαιοσύνης, στην αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης, στην ποιότητα των σχολείων, των νοσοκομείων και των συγκοινωνιών. (Μια και το σημείωμα αυτό δημοσιεύεται στο Liberal, ας προσθέσω ότι οι φορολογικοί συντελεστές στην Αυστρία είναι πολύ υψηλότεροι από ό,τι στην Αργεντινή. Χωρίς σοβαρό κράτος δεν υπάρχει επιτυχημένη οικονομία, και σοβαρό κράτος με πενταροδεκάρες δεν φτιάχνεται).
Στην Ελλάδα, αν ακούσει κανείς τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης, από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας έως τον μέσο θαμώνα καφετέριας (περνώντας από τους περισσότερους πολιτικούς και δημοσιογράφους), θα νομίζει ότι η ευημερία για τη χώρα μας είναι περίπου κληρονομικό δικαίωμα (οι αρχαίοι ημών πρόγονοι) ή ίσως πνευματικό (για τον πολιτισμό που χαρίσαμε στην ανθρωπότητα πριν 2.500 χρόνια). Ακόμη και οι συνδικαλιστές βάζουν προς στιγμή στην άκρη τον προλεταριακό διεθνισμό και ξορκίζουν τους «μισθούς Βουλγαρίας» (οι οποίοι προφανώς είναι ΟΚ για τους Βούλγαρους, αλλά για εμάς όχι). Ε λοιπόν, εάν κάτι θα έπρεπε να μας έχει μάθει —αλλά δεν είναι βέβαιο ότι μας έχει μάθει— η δεκαετία του 2010, είναι ότι επίπεδο ζωής Βόρειας Αμερικής με οικονομία Βαλκανίων και θεσμούς Μέσης Ανατολής απλώς δεν γίνεται. Και εάν προς στιγμήν μάς φάνηκε ότι γίνεται, είναι επειδή ζούσαμε σε μια φούσκα, και οι φούσκες έχουν την κακή συνήθεια μετά από λίγο να σκάνε. Η συνέχεια είναι γνωστή.
Έχουμε λόγους να είμαστε αισιόδοξοι; Ναι, και δεν σχετίζονται με την κυβερνητική αλλαγή του περασμένου Ιουλίου, ή μάλλον έχουν έμμεση σχέση με αυτήν. Ιστορικά προηγούμενα χωρών όπου το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 25% (και όπου τα νοικοκυριά απώλεσαν το 40% του μέσου εισοδήματός τους) χωρίς παρ' όλα αυτά να διαλυθούν είναι πολύ σπάνια. Ίσως μόνο οι ΗΠΑ το 1929-1932. Γνωρίζουμε αντίθετα πώς κατέληξε η ίδια ιστορία στη Γερμανία, στην Αυστρία και αλλού. Η Ελλάδα έδειξε ανησυχητικά σημεία διάλυσης το καλοκαίρι του 2011, με τους ναζί και τους ψεκασμένους στην πάνω πλατεία και τον Τσακαλώτο με τον Σταθάκη στην κάτω πλατεία να μοιράζουν «μέτρα διαγραφής του χρέους». Μετά όλοι αυτοί έγιναν κυβέρνηση (εκτός από τους ναζί, οι οποίοι όμως προσμετρήθηκαν στο μέτωπο της «εθνικής αξιοπρέπειας» στο δημοψήφισμα του 2015). Και, ύστερα από τέσσερα δύσκολα χρόνια, η λαϊκή ετυμηγορία τούς έστειλε πάλι στην αντιπολίτευση. Η ποιότητα των θεσμών υποβαθμίστηκε (γίναμε λίγο περισσότερο Αργεντινή), αλλά η δημοκρατία λειτούργησε.
Εάν η χώρα έμεινε όρθια, αυτό το οφείλουμε στους όχι και τόσο λίγους συμπατριώτες μας που συνέχισαν να κάνουν όσο γίνεται καλύτερα τη δουλειά τους σε συνθήκες αφάνταστα δυσκολότερες από πριν. Ο καθένας από εμάς μπορεί να σκεφτεί κάποιο σχετικό παράδειγμα. Εγώ έχω πρόχειρο το παράδειγμα των πρώην συναδέλφων μου στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (και σε άλλα πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα), που συνέχισαν να δημοσιεύουν στα καλύτερα περιοδικά και να στέκονται με αξιώσεις στα διεθνή συνέδρια, όταν οι αμοιβές τους έπεφταν σε όλο και πιο ντροπιαστικά επίπεδα, ενώ το εργασιακό τους περιβάλλον γινόταν όλο και πιο τριτοκοσμικό (και, στην περίπτωση του ΟΠΑ, επικίνδυνο).
Να κάτι για το οποίο αξίζει να είμαστε υπερήφανοι.