Τα δεινά της υπερφορολόγησης

Τα δεινά της υπερφορολόγησης

Του Αλέξανδρου Σκούρα

Την περασμένη Τετάρτη το ΚΕΦίΜ, σε συνεργασία με το Tax Foundation των ΗΠΑ, παρουσίασε στη χώρα μας τη φετινή έκδοση του Δείκτη Διεθνούς Φορολογικής Ανταγωνιστικότητας. Ο δείκτης αυτός δεν μας ανακοίνωσε κάτι που δεν γνωρίζαμε, αλλά προσφέρει σε όσους είναι διατεθειμένοι να μελετήσουν, μία ολοκληρωμένη εικόνα του λανθασμένου δρόμου που η χώρα μας πήρε στα χρόνια των μνημονίων.

Η υπερφορολόγηση στη χώρα μας είναι γεγονός που δεν χωρά αμφισβήτηση. Στις πρόσφατες εκλογές, η μείωση της φορολογίας ήταν κυρίαρχο ζήτημα και όσο τα περιθώρια φοροδιαφυγής μειώνονται, η ανάγκη για δραστικές μειώσεις στους φορολογικούς συντελεστές θα μεγαλώνει. Η ανάγκη αυτή αποτυπώνεται όχι μόνο εκλογικά, αλλά και από διάφορους δείκτες, όπως αυτόν του Tax Foundation. Το ΚΕΦίΜ υπολογίζει κάθε χρόνο την ημέρα φορολογικής ελευθερίας και βρίσκει ότι ο μέσος Έλληνας εργάζεται μέχρι τις 30 Ιουνίου για πληρώσει το κράτος - έναν ολόκληρο μήνα περισσότερο από ότι χρειαζόταν πριν μία δεκαετία.

Στη χώρα μας μία εργαζόμενη που βγάζει καθαρά 20.000 ευρώ το χρόνο, πληρώνει περίπου 16,000 ευρώ σε φόρους και εισφορές. Αντίστοιχα, αν κάνει το “λάθος” και βγάλει τα διπλάσια, δηλαδή 40.000 ευρώ, οι φόροι και οι εισφορές της θα αυξηθούν σε περίπου 60.000 ευρώ. Μπορεί το μεγαλύτερο μέρος των φόρων και των εισφορών να τα πληρώνει απευθείας η εργοδότρια εταιρεία, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι τα ποσά αυτά δεν αφορούν την εργαζόμενη και βαρύνουν και τους δύο.

Ενώ λοιπόν έχουμε ακριβό μη-μισθολογικό κόστος στην εργασία προκειμένου να λαμβάνουν όλοι οι εργαζόμενοι συντάξεις, περίθαλψη και παροχές, στην πραγματικότητα χρηματοδοτούμε ένα προβληματικό συνταξιοδοτικό σύστημα που συνεχίζει να αποτελεί βόμβα στα δημοσιονομικά μας θεμέλια και ένα Εθνικό Σύστημα Υγείας που δεν ικανοποιεί - παρά τις φιλότιμες προσπάθειες γιατρών και νοσοκομειακών.

Όμως, χάρη στην υπερφορολόγηση έχουμε κι άλλα δεινά. Σε μία εποχή που μέχρι και η ριζοσπαστική αριστερά αντιλαμβάνεται ότι ο μοναδικός δρόμος για την ευημερία στη χώρα μας πρέπει να προέλθει από το επιχειρείν και την ιδιωτική πρωτοβουλία, ο χρόνος που χρειάζεται μια επιχείρηση στην Ελλάδα για να πληρώσει φόρους και εισφορές είναι 193 ώρες τον χρόνο. Σύμφωνα μάλιστα με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στα γραφειοκρατικά βάρη είμαστε 130οι ανάμεσα σε 137 χώρες.

Η κυβέρνηση ξεκίνησε θεαματικά στον τομέα της φορολογίας αν λάβουμε υπόψη ότι ήδη έχουν νομοθετηθεί οι πρώτες μειώσεις και μόλις περάσαμε τις 100 πρώτες μέρες της. Όμως, αυτή η καλή αρχή δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση αιτία εφησυχασμού. Το, πλέον, κοινά αποδεκτό αίτημα για χαμηλότερους συντελεστές και μικρότερο κράτος θα πρέπει να παραμείνει επίκαιρο και ισχυρό. Η 30η θέση (αφορά τον Ιούνιο του 2019) της χώρας μας ανάμεσα στις 36 χώρες του ΟΟΣΑ στη φορολογική ανταγωνιστικότητα αποτελεί μία όχι και τόσο διακριτική υπενθύμιση αυτής της πραγματικότητας.

 

--