Μια σειρά από παίκτες ενεργοποιούνται στην αγορά εργασίας. Είναι οι εργαζόμενοι – αυτοί που έχουν δουλειές αλλά και αυτοί που θα ήθελαν να αποκτήσουν. Είναι οι εργοδότες – που αξιοποιούν την προσφορά εργασίας για να παράγουν προϊόν το οποίο προορίζεται να καλύπτει τις δικές τους ανάγκες αλλά και όλης της κοινωνίας. Αλλά είναι και το κράτος με διπλή ιδιότητα: άμεση ως δικαιούχος φόρων και εισφορών για ασφαλιστικά ταμεία αλλά και έμμεσα ως διαιτητής μεταξύ των υπολοίπων εμπλεκομένων. Ως διαιτητής μπορεί να νομοθετεί για τους κανόνες εμπλοκής των διαφόρων πλευρών αλλά και να χορηγεί κοινωνική προστασία σε όσους εργαζόμενους την χρειάζονται
Σε αντίθεση με το ποδόσφαιρο όπου οι κανόνες εξαρχής υπάρχουν για να εξασφαλίζουν ισότητα ανταγωνισμού – να ‘μη γέρνει το γήπεδο’ σύμφωνα με την Αγγλική ορολογία- στην αγορά εργασίας οι εμπλεκόμενοι δεν θεωρείται ότι αρχίζουν από την ίδια αφετηρία, ούτε ότι έχουν την ίδια ανάγκη προστασίας, ενώ οι προτεραιότητες μπορεί να διαφέρουν από εποχή σε εποχή.
Αποστολή των εργοδοτών και επιχειρηματιών είναι η παραγωγή· από αυτούς εξαρτώνται η συνολική ανάπτυξη της χώρας αλλά και η ύπαρξη θέσεων εργασίας. Για να το πετύχουν χρειάζονται ένα ελάχιστο περιθώριο ελιγμών. Οι εργαζόμενοι καταθέτουν την εργατικότητά τους αλλά και δημιουργικότητα και την ευρηματικότητα και σε αντάλλαγμα αμείβονται. Η ισορροπία μεταξύ των δύο πλευρών αλλάζει από καιρό σε καιρό. Τα παλιά χρόνια όταν η έμφαση ήταν στο υλικό κεφάλαιο, οι εργαζόμενοι ‘δεν είχαν να χάσουν τίποτε άλλο παρά τις αλυσίδες τους’. Τώρα πια, το άυλο κεφάλαιο και οι ιδέες κυριαρχούν, η εργασία δεν είναι αδιαφοροποίητη, με αποτέλεσμα να έχει μεγάλη σημασία να βρεθεί ο κατάλληλος άνθρωπος για την κατάλληλη θέση.
Σε αυτόν τον συσχετισμό δυνάμεων υπάρχουν διάφορα μοντέλα κυβερνητικής παρέμβασης, που εξασφαλίζουν διαφορετικές ισορροπίες. Υπάρχει το Σκανδιναβικό μοντέλο που έχει ελάχιστους περιορισμούς στο διευθυντικό δικαίωμα και στις επιχειρηματικές επιλογές, αλλά εξασφαλίζει υψηλό επίπεδο κοινωνικής προστασίας για τον εργαζόμενο. Ο εργοδότης έχει βαθμούς ελευθερίας, ενώ ταυτόχρονα ο εργαζόμενος προστατεύεται από το κράτος όταν χρειάζεται. Υπάρχει από την άλλη πλευρά και το Νοτιοευρωπαϊκό μοντέλο που ρυθμίζει λεπτομερώς την αγορά εργασίας και περιορίζει τις επιλογές του εργοδότη – χωρίς ιδιαίτερη προστασία στον εργαζόμενο που χάνει τη δουλειά του ή τον άλλο που ψάχνει.
Στην Ελλάδα υπήρχε μια παραλλαγή του τελευταίου μοντέλου: Πλήθος ρυθμίσεων και περιορισμών που ελάχιστα εφαρμόζονταν ή εφαρμόζονταν επιλεκτικά. Έτσι, ο σκύλος ήταν χορτάτος (υψηλή προστασία στα χαρτιά) και η πίτα ολόκληρη (η πλειοψηφία των επιχειρήσεων λειτουργούσε ανεμπόδιστα). Η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και η ευημερία πολλών μικρών επιχειρήσεων βασίστηκε σε αυτή την άτυπη συμφωνία – εμείς θα κάνουμε ότι ρυθμίζουμε και εσείς θα κάνετε ό,τι θέλετε. Η εργατική νομοθεσία εφαρμοζόταν a la carte- όποτε βόλευε. Παράλληλα ρυθμίσεις πχ. για την ασφάλεια εργασίας εξαργυρώνονταν με τη μορφή επιπλέον επιδομάτων. Έμμεσο αποτέλεσμα ήταν η αγορά δύο ταχυτήτων: «Εντός των τειχών» με υψηλούς μισθούς, οι «εκτός» (νέοι, γυναίκες) περίμεναν τη σειρά τους. Παράπλευρη απώλεια: ο δυναμισμός της οικονομίας πήγαινε περίπατο.
Το μοντέλο αυτό λειτουργούσε ακριβώς χάρις στην ελλιπή του εφαρμογή. Αν εφαρμόζονταν οι υφιστάμενες ρυθμίσεις πλήρως και σε όλους, μεγάλα τμήματα της ελληνικής οικονομίας θα έκλειναν οριστικά. Εναλλακτικό στο ‘μοντέλο υποκρισίας’ είναι η εφαρμογή λιγότερων κανόνων αλλά ισότιμα σε όλους.
Η πρόοδος στην ψηφιακή τεχνολογία αναβαθμίζει τη σημασία του άυλου κεφαλαίου, και συνεπώς την σημασία της ευελιξίας για την ανάπτυξη. Παράλληλα όμως διευκολύνει πολύ τις τεχνολογικές δυνατότητες αστυνόμευσης της αγοράς εργασίας και επιτήρησης της εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας. Άρα, θα επέτρεπε τη σταδιακή εφαρμογή του εναλλακτικού μοντέλου – λιγότερης αλλά καλύτερης νομοθεσίας.
Το Σχέδιο του Υπουργείου Εργασίας σίγουρα προχωρά στο πρώτο σκέλος, στην επιτήρηση. Η ψηφιακή κάρτα, η επιθεώρηση εργασίας, η αλλαγή του βάρους απόδειξης για τις απολύσεις μπορούν να αλλάξουν το τοπίο ριζικά. Δεν προχωρά όμως στο άλλο σκέλος – της ελάφρυνσης από περιορισμούς. Την στιγμή που η οικονομία απαιτεί περισσότερη ευελιξία, υπάρχει ο κίνδυνος αυτή να μειωθεί.
Άρα το νομοσχέδιο βρίσκεται στα μισά του δρόμου προς την ευελιξία. Η ολοκλήρωση της διαδρομής απαιτεί βελτιώσεις στην κοινωνική προστασία. Όμως απαιτεί επιπλέον και την έναρξη της δύσκολης συζήτησης για το πώς το διευθυντικό δικαίωμα συνυπάρχει με τα δικαιώματα των εργαζομένων.
* Ο Πλάτων Τήνιος είναι οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς.