Της Βίβιαν Ευθυμιοπούλου
Δεν το συνηθίζουμε, για την ακρίβεια δεν το έχουμε κάνει ποτέ μέχρι σήμερα αλλά η Ειρήνη Αγαπιδάκη, Λέκτορας Δημόσιας Υγείας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Κύπρου έγραψε στη σελίδα της στο Facebook όσα πρέπει να ειπωθούν με αφορμή τον τραγικό θάνατο της νοσηλεύτριας από την Αρμενία. Της παραχωρούμε τη στήλη μας λοιπόν.
«Η νοσηλεύτρια από την Αρμενία που εργαζόταν ως αποκλειστική και προτίμησε να πεθάνει, παρά να την πιάσουν χωρίς χαρτιά.
Οι ασθενείς που χρειάζονται νοσηλευτική φροντίδα αλλά δεν έχουν λεφτά για αποκλειστική, ούτε και συγγενείς να αναλάβουν αυτό το δύσκολο έργο.
Οι άνθρωποι που πεθαίνουν κάθε μέρα στην Ελλάδα γιατί δεν υπάρχει κρεβάτι στη μονάδα εντατικής θεραπείας. Μια θέση, που θα τους έδινε την ευκαιρία να παλέψουν για τη ζωή τους.
Οι ασθενείς που χρειάζονται χειρουργείο και περιμένουν μήνες γιατί δεν υπάρχει κρεβάτι, υλικά, όλα όσα απαιτούνται για να γίνει αυτό που έχουν ανάγκη.
Οι οροθετικοί που έχουν μείνει τόσο καιρό και τόσες φορές χωρίς αντιδραστήρια και παίρνουν μια θεραπεία που μπορεί να αποδειχθεί τοξική.
Οι χρόνιοι πάσχοντες που ταλαιπωρούνται και καθυστερούν να λάβουν τη θεραπεία τους.
Οι ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις που μας παρηγορεί το όνομα τους γιατί νομίζουμε πως, με κάποιο μαγικό τρόπο θα βρίσκονται πάντα εντός νοσοκομείου, άρα όποιος δε διαβαίνει την πόρτα του, δεν κινδυνεύει.
Οι γιατροί που ευτυχώς παίρνουν τις ανεπάρκειες του συστήματος προσωπικά και καταφέρνουν να εξαντλήσουν τις πιθανότητες να σώσουν όποιον σώζεται. Επιλέγουν να υποφέρουν οι ίδιοι, να κάνουν σμπαράλια τη δική τους ζωή, για να μπορούν τουλάχιστον να αισθάνονται ότι έκαναν το καθήκον τους.
Οι νοσηλευτές που μετράνε τα χρόνια υπηρεσίας με τις φλεβίτιδες, τα μυοσκελετικά, το άγχος και τα παράπονα και ποτέ, κανείς, δεν είναι ικανοποιημένος από τις υπηρεσίες τους. Γιατί είναι λίγοι και δεν εφευρέθηκε ακόμη η μαγική κάπα που θα τους μετατρέψει σε σούπερ-μαν. Γιατί ποτέ δεν πήραμε τον ρόλο τους στα σοβαρά και δεν τους αφήσαμε ποτέ να κάνουν τη δουλειά τους και όχι τα πασπαρτού.
Οι γονείς που περιμένουν μάταια να βρει το παιδί τους θέση σε πρόγραμμα απεξάρτησης και εξοικειώνονται με την πιθανότητα να πεθάνει.
Οι άνθρωποι με χρόνια ψυχιατρικά προβλήματα που δε στάθηκαν αρκετά τυχεροί και το πρόβλημα τους κατέστρεψε κάθε σχέση με τα μέλη της οικογένειας τους (ή δεν έχουν οικογένεια εν ζωή) και έχουν ελάχιστες πιθανότητες να βρουν θέση σε κοινοτική δομή και να ζήσουν, έχοντας κατάλληλη και αποτελεσματική φροντίδα.
Οι χιλιάδες άλλοι που χρειάζονται ψυχοθεραπεία αλλά δεν έχουν λεφτά και οι δομές που την παρέχουν δωρεάν ή με χαμηλό κόστος, δεν επαρκούν (ακόμα χειρότερα, δεν παρέχουν σταθερή ποιότητα υπηρεσιών και αν όντως το κάνουν, δεν το ξέρουμε γιατί δεν αξιολογούνται).
Αυτοί που νιώθουν τυχεροί στην τοποθεσία Ελλάδα γιατί τουλάχιστον κατάφεραν να πάρουν μια συνταγή με ψυχοφάρμακα και να αποκτήσουν ξανά, στοιχειώδη λειτουργικότητα.
Τα λεφτά που χάνονται κάθε μέρα, επειδή δεν έχουμε σχέδιο, έλεγχο, αξιολόγηση, λογοδοσία.
Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, πετάμε λεφτά στα σκουπίδια.
Λεφτά που θα είχαμε στην τσέπη και θα καλύπταμε έστω κάποιες από τις ανάγκες που περιγράφονται παραπάνω.
Η καθολική πρόσβαση είναι ένα πράγμα. Το να μπορείς να διαβείς την πόρτα του συστήματος υγείας ανεξάρτητα από το αν έχεις λεφτά ή όχι, είναι αυτονόητο και αδιαπραγμάτευτο.
Εξίσου αδιανόητο και αδιαπραγμάτευτο όμως είναι, να βρίσκεις αυτό που χρειάζεσαι και όχι απλώς κάτι.
Σχεδιασμός, συμμαχίες, οργάνωση, πρόγραμμα, υλοποίηση, αξιολόγηση, έλεγχος, λογοδοσία: αυτά είναι τα στοιχεία της πολιτικής συζήτησης που αφορά στο σύστημα υγείας.
Αυτή είναι η μόνη πολιτική συζήτηση που έχει νόημα στην υγεία.
Όλα τα άλλα είναι επικοινωνία του τίποτα».