Του Κυριάκου Αθανασιάδη
Η ιστορία που θα διαβάσετε αμέσως παρακάτω είναι συναρπαστική. Κάποιοι ίσως την ξέρετε ήδη. Για όλους τους άλλους, έχει ως εξής:
O 43χρονος Αυστραλός Dion Leonard είναι υπερμαραθωνοδρόμος. Διανύει τεράστιες αποστάσεις, και συνήθως υπό πραγματικά ακραίες καιρικές συνθήκες, σε όλο τον κόσμο. Έχει καταγάγει πολλές νίκες, προπονείται καθημερινά και ποτέ δεν λέει όχι σε μία νέα πρόκληση. Μολονότι ξεκίνησε να τρέχει μάλλον αργά, το 2013 για την ακρίβεια, μέχρι σήμερα έχει τερματίσει σε πολλούς αγώνες μέσα στις 10 πρώτες θέσεις.
Έχει τρέξει δύο φορές την πιο δύσκολη διαδρομή του κόσμου, τον Μαραθώνιο των 250 εφιαλτικών χιλιομέτρων Des Sables στην Έρημο Σαχάρα, και τρεις φορές τον αντίστοιχο στην Έρημο Καλαχάρι. Πέρυσι μάλιστα, τερμάτισε πρώτος στο Καλαχάρι. Μεταξύ των άλλων, έχει πάρει μέρος και στον εξίσου τρομερό Μαραθώνιο των 250 χιλιομέτρων στην περίφημη Έρημο Γκόμπι. Τιμήθηκε και εκεί, αν και δεν τερμάτισε πρώτος. Ούτε δεύτερος. Ούτε καν στην πρώτη δεκάδα. Γιατί; Γιατί είχε παρέα…
Ήδη από τη δεύτερη ημέρα της κούρσας στην Έρημο Γκόμπι, την πελώρια αυτή έκταση άνυδρης, τρομακτικής γης, που καλύπτει τμήματα της βόρειας και βορειοδυτικής Κίνας και της νότιας Μογγολίας, ο Leonard είδε ότι δίπλα του συνέβαινε κάτι απλώς απίστευτο: τον ακολουθούσε ένα σκυλί. Ή μάλλον, δεν τον ακολουθούσε απλώς, αλλά έτρεχε μαζί του. Δίπλα του.
Του έκανε παρέα.
Ο δρομέας της ιστορίας μας δεν ξαφνιάστηκε απλώς: δεν πίστευε στα μάτια του. Δεν ζούνε σκυλιά στην Έρημο Γκόμπι. Είναι αδύνατον να τα βγάλουν πέρα στην Έρημο Γκόμπι. Η Έρημος Γκόμπι θα κατάπινε οποιοδήποτε σκυλί μέσα σε λίγες ώρες. Πόσο δε μάλλον αυτό το μικρό πλάσμα που έτρεχε δίπλα του με τη γλώσσα έξω, χωρίς να τον χάσει ποτέ από δίπλα του. Ούτε μέτρο. Ούτε βήμα.
Διήνυσαν έτσι μαζί περί τα εκατό χιλιόμετρα. Και το σκυλί δεν έφυγε από κοντά του. Δεν τα παράτησε. Παρά τις τρομακτικές συνθήκες, την αφόρητη ζέστη, τον ήλιο και το καυτό έδαφος, παρά τα σκληρά βράχια, τις απότομες πλαγιές και τις θίνες της άμμου, εκείνη η μικροσκοπική σκυλίτσα έτρεχε, και έτρεχε, και συνέχισε να τρέχει δίπλα του, διαρκώς. Και ο Leonard βρέθηκε σε δίλημμα:
Τι να έκανε; Να συνέχιζε να τρέχει για την πρωτιά; Ή να έτρεχε για την Γκόμπι; Γιατί φυσικά την είχε βαφτίσει ήδη: της έδωσε το όνομα της ερήμου.
Ρωτώντας την ίδια, και βλέποντας την άμεση απάντηση στα μάτια της, κατάλαβε τι έπρεπε να κάνει.
Έτσι, συνέχισε μεν να τρέχει, αλλά φροντίζοντας να μη λείψει τίποτε από τη σκληροτράχηλη Γκόμπι: της έδινε από το φαγητό του και το νερό του (μολονότι οι δρομείς κουβαλούν οι ίδιοι τα περιορισμένα τρόφιμά τους, στην πλάτη), την κοίμιζε τις παγωμένες νύχτες στη μικρή σκηνή του, την περνούσε στην αγκαλιά του, ή πάνω στους ώμους, από τους χειμάρρους που συναντούσαν στην πορεία τους, και την ξεκούραζε όποτε την έβλεπε να του λέει, «Συγγνώμη που ενοχλώ, αλλά μήπως να κάναμε ένα διαλειμματάκι εδώ;…»
Και, ναι, δεν βγήκε πρώτος. Δεν βγήκε καν στην πρώτη δεκάδα. Όπως είναι φυσικό, όλα όσα έκανε για την Γκόμπι τού στέρησαν τη νίκη. Όμως το νέο είχε διαδοθεί («Έι, ο Αυστραλός βρήκε ένα σκυλί στην έρημο», «Μα δεν υπάρχουν σκυλιά στην έρημο…» «Αυτό είναι το θέμα! Και το φέρνει μαζί του — τρέχουν παρέα!»), και στον τερματισμό τούς περίμενε πολύς κόσμος — για να τους αποθεώσει, αλλά και για να δώσει από ένα ειδικό βραβείο στον καθένα. Και στον Leonard, και στην ηρωική Γκόμπι!
Τώρα, εννοείται πως η Γκόμπι δεν ξεκολλούσε από τα πόδια του Leonard. Και φυσικά ο Leonard δεν διανοούνταν πως θα την άφηνε πια ποτέ του. Θα γύριζε στη Σκοτία όπου ζει μαζί της. Θα έμεναν στο εξής μαζί.
Αλλά δεν γινόταν. Η Γκόμπι έπρεπε να μπει σε τετράμηνη καραντίνα πριν σφραγιστεί το διαβατήριό της για το μεγάλο ταξίδι. Έτσι, το αφεντικό της τη φίλησε, της έδωσε ένα ακόμη μπισκότο και πήρε το αεροπλάνο μόνος του. «Είναι τέσσερις μήνες μόνο», της είπε φεύγοντας. «Κάνε υπομονή».
Όμως η Γκόμπι δεν ήθελε να κάνει υπομονή. Ήθελε να πάει σε αυτή την περίφημη Σκοτία σήμερα κιόλας, με τα πόδια. Και το έσκασε. Και χάθηκε. Και βρέθηκε μόνη, ολομόναχη, μέσα σε μία πόλη σχεδόν τεσσάρων εκατομμυρίων κατοίκων, μια πόλη πλημμυρισμένη τροχοφόρα — και γεμάτη θηριώδεις αδέσποτους σκύλους.
Όταν ένα σκυλί χαθεί σε μία πόλη σαν κι αυτήν, απλούστατα δεν μπορεί να βρεθεί. Ακόμη και αν, με κάποιον απίθανο τρόπο, καταφέρει να επιζήσει. Πράγμα σχεδόν αδύνατον.
Ο Leonard σοκαρίστηκε όταν του είπαν τα νέα από το τηλέφωνο. Έκλεισε εισιτήριο και, το άλλο πρωί, πήρε το αεροπλάνο από το Εδιμβούργο και πήγε απευθείας στην Κίνα. Ξανά. Σε εκείνη τη «μικρή» κινεζική πόλη των τεσσάρων εκατομμυρίων κατοίκων. Και άρχισε μία απελπισμένη καμπάνια ΓΙΑ ΝΑ ΒΡΕΘΕΙ Η ΓΚΟΜΠΙ. Και στην καμπάνια του Dion Leonard πήραν μέρος δεκάδες, και στη συνέχεια εκατοντάδες, και στο τέλος ΧΙΛΙΑΔΕΣ άνθρωποι. Όλη η πόλη γέμισε από φωτογραφίες της. Η εικόνα της Γκόμπι ήταν κολλημένη σε κάθε στύλο. Σε κάθε φανάρι. Σε κάθε μαγαζί. Και βέβαια ταξίδευε νυχθημερόν σε όλο το ίντερνετ. Ήταν παντού.
Όλοι έψαχναν. Και έψαχναν. Και πέρασαν έτσι δύο ολόκληρες εβδομάδες.
Και η Γκόμπι δεν είχε βρεθεί. Και όλοι απελπίστηκαν.
Όλοι, εκτός από τον υπερμαραθωνοδρόμο Dion Leonard. «Ας ψάξουμε άλλη μια μέρα», είπε. «Άλλη μια μέρα μόνο». «Οκέι», του είπαν. Και έψαξαν άλλη μια μέρα.
Και τη βρήκαν.
Η Γκόμπι βρέθηκε. Ήταν σαν να ψάχνεις μια καρφίτσα μέσα σε ένα χωράφι, αλλά η Γκόμπι βρέθηκε!
Και βέβαια, τώρα πια (μετά τις αγκαλιές και τα φιλιά και τα μπισκότα) έπρεπε να περάσουν άλλες σαράντα ημέρες καραντίνας. Ο νόμος είναι νόμος.
Όμως ο Dion Leonard δεν θα την ξανάφηνε πια. Είχε πάρει το μάθημά του. Ζήτησε και έλαβε άδεια άνευ αποδοχών από τη δουλειά του και έμεινε μαζί με την Γκόμπι, στην Κίνα. Παρέα. Μέχρι να λήξει η καραντίνα.
Πέρυσι τα Χριστούγεννα γύρισαν και οι δυο τους στη Σκοτία. Ο Dion Leonard έγραψε ένα βιβλίο με την απίστευτη περιπέτειά τους και τώρα τρέχει —όχι για να μαζέψει κι μετάλλια, αλλά για να συγκεντρώσει λεφτά για τα αδέσποτα— σε τρεις υπερμαραθωνίους των 200 μιλίων ο καθένας στις ΗΠΑ.
Ήδη ολοκλήρωσε τον δεύτερο, και τις προάλλες έγραψε στη Σελίδα του στο Facebook (Finding Goby) ότι ήταν ένας καλός αγώνας, αλλά ότι, μετά από 48 ώρες τρέξιμο, ένιωθε «λιγάκι κουρασμένος».
Όσο για την Γκόμπι είναι καλά, ζει στο σπίτι του στο Εδιμβούργο, και δεν χάνει ποτέ προπόνηση για προπόνηση. Μάλιστα, δείχνει να έχει μία προτίμηση στα καταπράσινα μονοπάτια και στους δροσερούς λόφους της Σκοτίας από το μαύρο, πυρακτωμένο χώμα της Ερήμου Γκόμπι.
(Όμως γιατί τα λέμε αυτά; Εδώ ο κόσμος καίγεται κι εμείς μιλάμε για σκυλιά; Καταρχάς, τα λέμε γιατί είναι μία ωραία ιστορία. Μια ωραία ιστορία μπορεί κάλλιστα να βρει τη θέση της σε ένα πολιτικό σάιτ. Αλλά κυρίως τα λέμε για έναν άλλο λόγο: γιατί όλα είναι πιθανά σε αυτό τον κόσμο — όλα είναι δυνατά. Ακόμη και το να βρεις ένα χαμένο σκυλί μέσα σε μια πόλη τεσσάρων εκατομμυρίων κατοίκων. Ένα σκυλί που σε βρήκε μόνο του στην έρημο. Μη χάνετε ποτέ το θάρρος σας, μη χάνετε ποτέ τις ελπίδες σας, όλα θα πάνε καλά).