Η 23η Απριλίου, ημέρα που έφυγαν από τη ζωή ο Θερβάντες και ο Σέξπιρ (τι σύμπτωση: πάνω στους ώμους τους στηρίζεται ολόκληρη η λογοτεχνία μας), έχει καθιερωθεί από την UNESCO ως Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου, μία ημέρα γιορτής που πλαισιώνεται σε όλο τον πλανήτη με ένα πλήθος από εκδηλώσεις — η χώρα μας πρωτοστατεί σε αυτό, καθώς όλοι οι φορείς, βιβλιοθήκες και βιβλιοπωλεία, συγγραφείς και εκδότες, κριτικοί και αναγνώστες, θα βρίσκονται επί ποδός σήμερα, όπως βρίσκονται επί ποδός ήδη όλο το τριήμερο που μας πέρασε, διοργανώνοντας γιορτές, περιπάτους, εκθέσεις και άλλες πανηγυρικές ή παιγνιώδεις εκδηλώσεις σε κάθε πόλη και σε κάθε γειτονιά. Πράγμα καλό.
Στη στήλη αυτή, που τιμάτε με την προσοχή σας, μνημονεύουμε όσο μπορούμε το βιβλίο, εμμονικά, καθώς το θεωρούμε (όχι από βίτσιο αλλά επειδή είναι) πύλη προς τη Δημοκρατία και την Ελευθερία, και στιβαρό βάθρο της Ανοιχτής Κοινωνίας, πέρα και πάνω από καθετί άλλο — πέρα και πάνω από εξεγέρσεις, επαναστάσεις και μπαρούτι, πέρα και πάνω από διακηρύξεις, θουρίους και δημογεροντίες. Το βιβλίο είναι αυτό που τα φτιάχνει όλα αυτά, που τα ζυμώνει και τα προκαλεί — και που τα εξιστορεί και μας τα θυμίζει στη συνέχεια, ες αεί. Και που τα κριτικάρει.
Ωραίο, αιώνιο και μεγαλοπρεπές, αλλά και πανανθρώπινο μαζί, το βιβλίο είναι ο Μέγας Καθεδρικός του Πνεύματος: μία λαμπρή Παναγία των Παρισίων που σκέπει και δέχεται όλο τον πλανήτη και κάθε άνθρωπο, όποιος και αν είναι, ό,τι επιλογές και αν έχει κάνει, «καλές» ή «κακές». Ταυτόχρονα όμως, είναι και ευάλωτο: όπως η πραγματική Παναγία των Παρισίων. Τρωτό. Και, μολονότι —όπως και εκείνη— θα συνεχίσει να ζει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο πάντα, ανοικοδομούμενο και αναγεννημένο, με νέες, μοντέρνες μορφές, αντανακλώντας πάντα την εποχή του αλλά παραμένοντας και αμετανόητα παραδοσιακό — παρ' όλα αυτά λοιπόν, επίσης πάντα θα χρειάζεται στήριξη, μέριμνα και φροντίδα. Θα χρειάζεται πιστούς. Και σήμερα τους χρειάζεται επίσης. Τους έχει ανάγκη. Λίγο λιγότερο ανάγκη από όσο το έχουν εκείνοι. Σήμερα ειδικά.
Γιατί ειδικά σήμερα; Θα προσπαθήσω να επιχειρηματολογήσω επ' αυτού. Αλλ' εν πρώτοις να πω ότι, προς Θεού, δεν ζούμε μια εποχή ακροτήτων. Δεν ζούμε κανέναν Μεσαίωνα. Ζούμε μια καλή εποχή. Μακριά από εμάς η συνηγορία του παρελθόντος. Συγκρίσιμο με το σήμερα, το χθες δεν ήταν ωραίο. Κι αν το νομίζουμε από καμιά φορά αυτό, κι αν το συζητάμε πού και πού στα τραπέζια μας, δεν πά' να πει ότι έχουμε δίκιο. Κάθε άλλο. Ο λόγος που νομίζουμε ότι το παρελθόν ήταν ωραίο —αν μας επιτρέπεται αυτή η παρέκβαση—, ή μάλλον πιο ωραίο από το σήμερα, είναι οι ξένες, πλαστές αναμνήσεις που έχουμε εγκολπωθεί από την τέχνη, η στιλβωτική πατίνα του χρόνου, η ακούραστη προπαγάνδα των μίντια —που ξέρουν ότι πάντα υπάρχουν πολλοί απεγνωσμένοι που διατίθενται να αγοράσουν το προς πώλησιν δράμα— και, όταν μιλάμε ειδικά για τη δική μας παιδική ηλικία, επειδή το μέλλον, τότε, ήταν η περιουσία μας. Εκείνη η αίσθηση, η σιγουριά ότι το αύριο σού ανήκει, είναι ακαταμάχητη, δεν μπορείς να κάνεις τίποτε για να της αντισταθείς. Στις δικές σου αναμνήσεις, είσαι ήδη ένας χρονοταξιδιώτης. Αφήνεσαι να πειστείς ότι τότε ήταν «πιο ________» (βάλτε ό,τι θέλετε στη φράση, αρκεί να είναι όμορφο), ακόμη και όταν ξέρεις, και βέβαια το ξέρεις καλά, ότι κανένα παρελθόν δεν μπορεί να συγκριθεί με το σήμερα, σε οποιοδήποτε επίπεδο: στα πάντα. Είτε μιλάμε για την ακραία φτώχεια ή την πρόσβαση σε πόσιμο νερό, είτε μιλάμε για την παιδική θνησιμότητα ή την περίθαλψη, για την εκπαίδευση ή το προσδόκιμο ζωής, για την καταπολέμηση της βίας ή την προστασία του περιβάλλοντος, για την ισότητα των φύλων και των ευκαιριών ή για αυτή την ίδια την ελευθερία — για τα πάντα, απολύτως. Δεν υπάρχει δείκτης, δεν υπάρχει τομέας τής αντικειμενικά μετρήσιμης πραγματικότητας που να μη λέει με μεγάλα, φωτεινά γράμματα (που όμως δεν τα διαβάζουν όλοι) πως η ανθρωπότητα κινείται σταθερά και αταλάντευτα προς την πρόοδο. Ούτε θα υπάρξει.
Τα ίδια ισχύουν και για το βιβλίο. Σήμερα μόνο, επί παραδείγματι, κυκλοφόρησαν όσα βιβλία εκδόθηκαν σε όλη την ιστορία της ανθρωπότητας μέχρι και τα μισά τού 20ού αιώνα. Οι αριθμοί είναι ασύλληπτοι. Αλλά όχι μόνο οι αριθμοί: και η συνολική ποιότητα των παραγομένων βιβλίων είναι ολοένα καλύτερη, ολοένα υψηλότερη — ο μέσος όρος της ποιότητας είναι έτσι κι αλλιώς ευθέως ανάλογος του πλήθους των δρώντων, συγγραφέων και αναγνωστών. Τα καλά βιβλία γεννώνται από άλλα βιβλία, και μάλιστα από άλλα πολλά βιβλία.
Αλλά υπάρχει και εδώ ένα «αλλά». Και υπάρχουν και άλλοι αριθμοί, που επίσης λένε αλήθεια. Έχουμε ξαναμιλήσει για όλα αυτά? μέρα που 'ναι όμως, επιτρέψτε μας μία επανάληψη. Προτείνω λοιπόν να μη λησμονούμε τους ισχυρούς αντιπάλους της ανάγνωσης, που είναι πολλοί και αυξάνουν συνέχεια δημιουργώντας μία στρατιά περισπασμών που κάποια στιγμή θα κατανικήσει —φευ— τις μάζες. Μιλούμε για τη διάσπαση της προσοχής μας από τα social media, για την κατίσχυση της φτηνής και εύκολης συνδρομητικής τηλεόρασης έναντι του βιβλίου, για το ξόδεμα του πάλαι ποτέ ελεύθερου χρόνου μας σε δραστηριότητες μάλλον ήσσονος σημασίας, για την πειρατεία που πληγώνει την εκδοτική βιομηχανία και εξαιτίας της οποίας χάνονται χιλιάδες θέσεις εργασίας, και, μεταξύ άλλων, για τους άπειρους εκδοτικούς οίκους-μαϊμού που παίρνουν μεγάλα μερίδια της αγοράς χωρίς να καταβάλλουν δικαιώματα στους συγγραφείς τους.
Μέσα σε όλα αυτά, δεν χρειάζεται καν να πούμε πολλά και για ένα φαινόμενο που διαισθανόμαστε ότι θα φανεί έντονα μετά από κάποια χρόνια, αλλά που ήδη μοιάζει να δημιουργεί ένα χάσμα ανάμεσα στους αναγνώστες: για ένα φαινόμενο, μάλιστα, επαναστροφής, διολίσθησης δηλαδή σε κάτι που προϋπήρξε. Όπως με τα άλογα, που παλιά ήταν απαραίτητα σε κάθε χωριατόσπιτο μα που σήμερα είναι τεκμήριο πλούτου και κτήμα ολίγων, φανταζόμαστε ότι η δημοκρατία του βιβλίου θα εκπέσει κάποια στιγμή —καθώς σήμερα, μολονότι η συνολική αγορά του βιβλίου άλλη εικόνα δείχνει προς τα έξω, δίνει στην πραγματικότητα μάχες οπισθοφυλακών— σε ενός είδους αριστοκρατία του πνεύματος. Δεν μιλώ για την άνοδο μίας νέας κάστας διανοουμένων, αλλά για το όπλο μίας μερίδας έξυπνων ανθρώπων που θα διακρίνονται αισθητά από όλους τους υπολοίπους. Και, ορισμένως, καλά θα κάνουν. Αλλά γιατί να μην είμαστε κι εμείς ανάμεσά τους;
Αυτό ήθελα να πω σήμερα, Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου: γιατί να μην είμαστε κι εμείς ανάμεσα στους ανθρώπους που θα ξεχωρίζουν ακριβώς χάρη και στη στενή τους σχέση με το βιβλίο;
ΥΓ. Κάντε το διάβασμα μόδα. Όσο υπάρχει ακόμη καιρός.