Δημοσιεύθηκε αυτές τις μέρες από το Consumer Choice Center ένας νέος και εξαιρετικά ενδιαφέρον δείκτης, ο Sharing Economy Index που κατατάσσει 48 μεγάλες πόλεις βάσει του ποιες από αυτές ηγούνται, και ποιες έπονται, στην υιοθέτηση εφαρμογών της λεγόμενης «οικονομίας διαμοιρασμού». Μ’ αυτόν τον μάλλον άχαρο όρο, περιγράφονται οι εφαρμογές εκείνες όπως το Uber και το AirBnB που επιτρέπουν το άμεσο συνταίριασμα ανθρώπων αφενός που είναι πρόθυμοι να διαθέσουν προς χρήση κάποιο περιουσιακό τους στοιχείο, όπως το διαμέρισμά τους, το αυτοκίνητό τους ή και τον χρόνο τους, και αφετέρου ανθρώπων που θέλουν να τα χρησιμοποιήσουν.
Οι εφαρμογές αυτές συνιστούν ένα τεράστιο βήμα προς τα εμπρός τόσο για τις οικονομίες, όσο και για την ανθρώπινη ευημερία συνολικά. Άλλωστε, η οικονομία προχωρά και οι ανάγκες και οι επιθυμίες των ανθρώπων καλύπτονται αποτελεσματικότερα όταν η τεχνολογία κάθε εποχής μας δίνει την ευκαιρία να κάνουμε περισσότερα πράγματα με λιγότερο κόστος, λιγότερο κόπο, χρήμα και ενέργεια. Όπως ακριβώς η εφεύρεση του χρήματος έλυσε τα χέρια στους απώτερους προγόνους μας και επέτρεψε στις πρώιμες εκείνες κοινότητες να επενδύσουν σε μεγαλύτερη εξειδίκευση και παραγωγή κεφαλαιακών αγαθών - δηλαδή καλύτερων εργαλείων - έτσι και οι εφαρμογές της οικονομίας του διαμοιρασμού γλιτώνουν τους καταναλωτές από πολλούς μπελάδες δίνοντάς τους περισσότερες ευκαιρίες, και ταυτόχρονα δίνουν την ευκαιρία σε ανθρώπους που έχουν ένα διαμέρισμα, ένα αυτοκίνητο ή οτιδήποτε άλλο που μπορούν να διαθέσουν, να τα θέσουν σε παραγωγική χρήση ώστε να ενισχύσουν το εισόδημά τους εξυπηρετώντας τους συνανθρώπους τους.
Μια απολύτως win-win κατάσταση δηλαδή, ή - καλύτερα - σχεδόν απολύτως win-win γιατί όπως κάθε καινοτομία χαλάει τη βολή των εκάστοτε κατεστημένων συμφερόντων, αλλά και δημιουργεί ορέξεις στους παμφάγους κρατικούς ρυθμιστές που συχνά σπεύδουν να βάλουν αχρείαστα εμπόδια και να υπερφορολογήσουν.
Ο δείκτης του Consumer Choice Center μετρά λοιπόν το αν και το πόσο εύκολα και πλήρως λειτουργούν πλατφόρμες διαμοιρασμού μετακίνησης, βραχυχρόνιας μίσθωσης καταλύματος και δημοσίας χρήσης ηλεκτρικών πατινιών. Αν ήδη φανταστήκατε ποια είναι η θέση που κατέχει η Αθήνα σ’ αυτόν τον δείκτη ανάμεσα στις 48 εξεταζόμενες πόλεις, μάλλον πέσατε μέσα: Είμαστε στην τελευταία θέση.
Καλά και αξιέπαινα λοιπόν τα έργα του Δήμου για την καθαριότητα και την ανάπλαση, καλές και αξιέπαινες οι δράσεις της κυβέρνησης για το ψηφιακό κράτος, αλλά το μεγάλο στοίχημα της ελευθερίας και της ευημερίας είναι να δείξουν οι κρατικές και αυτοδιοικητικές αρχές ότι εμπιστεύονται τους πολίτες να παραγάγουν αξία και πλούτο όπως αυτοί γνωρίζουν καλύτερα. Ιδού λοιπόν πεδίο δράσης λαμπρό, και ας ελπίσουμε ότι η επόμενη δημοσίευση του δείκτη το 2021 θα μας βρει σε μια πολύ πιο αξιοπρεπή θέση.