Στη σημερινή Ελλάδα το δημόσιο πανεπιστήμιο επιβουλεύονται βάναυσα τέσσερις θεσμοί. Πρώτα, οι κυβερνήσεις, οι οποίες συστηματικά επιδιώκουν τη συμμετοχή τους στις αποφάσεις και στην εκπαιδευτική διαδικασία, καθυστερούν ως και την πιο απλή και αυτονόητη κίνηση όπως για παράδειγμα την αλλαγή και επικαιροποίηση των προγραμμάτων σπουδών. Έπειτα, το διδακτικό προσωπικό, επιδεικνύοντας περιορισμένη ευθύνη για δράσεις καινοτομίας και έρευνας αλλά και χαμηλή ποιότητα διδασκαλίας.
Τρίτον, οι φοιτητές, με τις σαθρές εκπροσωπήσεις τους, αλλά και τις συνεχόμενες, ξεπερασμένες από την ιστορία και τα πράγματα, καταλήψεις, διαβάλουν περαιτέρω το ίδιο το πλαίσιο της ελεύθερης διακίνησης ιδεών. Τέλος, οι εξωπανεπιστημακοί, που έχουν καταστήσει πολλά ιδρύματα άσυλα ανομίας και ασυδοσίας. Οι εξαιρέσεις στα παραπάνω, που αναμφίβολα υπάρχουν, απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Το δημόσιο πανεπιστήμιο, για να προπορευτεί των δυτικών πανεπιστημίων, χρειάζεται πολύ πιο προοδευτικές μεταρρυθμίσεις από τις προτεινόμενες. Χρειάζεται ένα πλαίσιο ελεύθερης και δημοκρατικής λειτουργίας. Στο κείμενο αυτό διατυπώνεται η άποψη πως το πλαίσιο λειτουργίας του πανεπιστημίου πρέπει να στηρίζεται στο δίπτυχο της πλήρους αποκέντρωσης των λειτουργικών αποφάσεων των ιδρυμάτων και της αξιολόγησης του έργου τους ως τη μοναδική συνεισφορά του κυβερνητικού εταίρου.
Πλήρης αποκέντρωση των αποφάσεων
Το όραμα για το πανεπιστήμιο θα πρέπει να είναι η ελάχιστη συμμετοχή της εκάστοτε κυβέρνησης στη λήψη των λειτουργικών αποφάσεων των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Η πλήρης απελευθέρωση της λειτουργίας του δημόσιου πανεπιστημίου συνίσταται στους εξής έξι βασικούς άξονες:
1. Το πανεπιστήμιο καθορίζει μόνο του τον τρόπο ανάδειξης των διοικητικών οργάνων. Ο τρόπος αυτός καθορίζεται με εσωτερικό κανονισμό από το κάθε πανεπιστήμιο χωριστά με τον τρόπο που αυτό επιθυμεί, αρκεί ο κανονισμός να είναι συμβατός με δημοκρατικές διαδικασίες και να προβλέπει συγκεκριμένη θητεία για τα εκλεγμένα όργανα του πανεπιστημίου. Οι πανεπιστημιακοί θα μπορούν να εκλέγονται κατά μέγιστο για δύο θητείες και μετά θα επιστρέφουν στο ακαδημαϊκό τους έργο.
2. Το κάθε πανεπιστημιακό τμήμα επιλέγει μόνο του τον αριθμό τον φοιτητών με βάση τις δυνατότητες σε υποδομές. Αυτός ο αριθμός καθορίζει και τον αριθμό μελών ΔΕΠ του τμήματος, ώστε το πηλίκο των μελών ΔΕΠ προς τον αριθμό των εισακτέων να μην υπερβαίνει ένα συγκεκριμένο όριο.
3. Το κάθε πανεπιστημιακό τμήμα επιλέγει τα μέλη ΔΕΠ του με ανοιχτές και απλές διαδικασίες. Μοναδικά προαπαιτούμενα για τα μέλη ΔΕΠ θα πρέπει να είναι η κατοχή διδακτορικού διπλώματος, η καλή ψυχική υγεία, και η εκπλήρωση των στρατιωτικών υποχρεώσεων για τους άνδρες. Η διαδικασία εκλογής θα πρέπει να είναι σύντομη, απλή, και να καθορίζεται από τα μέλη ΔΕΠ του οικείου τμήματος.
4. Η μισθοδοσία των μελών ΔΕΠ θα πρέπει να καθορίζεται από το ίδιο το πανεπιστήμιο μετά την επίδοση από την πολιτεία συγκεκριμένου ετήσιου κονδυλίου (το οποίο θα καθορίζεται από την πολιτεία σε ετήσια βάση, βλ. παρακάτω). Η εξέλιξη των μελών ΔΕΠ σε ανώτερες βαθμίδες θα πρέπει να καθορίζεται από το οικείο τμήμα με διαδικασίες που το ίδιο θα επιλέγει.
5. Τα τμήματα είναι ελεύθερα να προσαρμόζουν τα προγράμματα των σπουδών τους όπως αυτά επιθυμούν στο πλαίσιο των γνωστικών τους αντικειμένων. Τα πανεπιστήμια είναι ελεύθερα να βρουν πόρους χρηματοδότησης από τον ιδιωτικό τομέα και να συνάψουν οικονομικές σχέσεις με άλλους φορείς ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου.
6. Το πανεπιστήμιο επιλέγει το αν χρειάζεται φύλαξη των χώρων του, αλλά και αξιολογείται για την ποιότητα των υποδομών του.
Αξιολόγηση και χρηματοδότηση
Η χρηματοδότηση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων πρέπει να γίνεται στη βάση της αξιολόγησης της επιτυχίας τους. Συνεπώς, τα πανεπιστήμια που προσλαμβάνουν μέλη ΔΕΠ τα οποία δεν φέρνουν επιτυχίες θα λαμβάνουν χαμηλότερη ετήσια χρηματοδότηση. Συνεπώς πλήρης απελευθέρωση, αλλά αξιολόγηση των αποτελεσμάτων. Το προτεινόμενο μοντέλο αξιολόγησης έχει δύο βασικούς πυλώνες, οι οποίοι θα καθορίζουν το μερίδιο της χρηματοδότησης των ιδρυμάτων από τη συνολική πίτα του κονδυλίου για τα δημόσια πανεπιστήμια.
Ο πρώτος πυλώνας αφορά την αριστεία στην ερευνητική δραστηριότητα των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Η αξιολόγηση της ποιότητας της έρευνας είναι ιδιαίτερα εύκολη σήμερα λόγω της ύπαρξης απλών δεικτών αξιολόγησης των μελών ΔΕΠ στη βάση της επίδρασης των επιστημονικών συγγραμμάτων τους (πχ δείκτης Η). Η κυβέρνηση οφείλει να κάνει χρήση αυτών των δεικτών για να αξιολογεί το ερευνητικό έργο των ιδρυμάτων σε βάθος τριετίας. Με αυτό τον τρόπο τα πανεπιστήμια θα επιθυμούν να προσλαμβάνουν (εύκολα και άμεσα) και να αμείβουν καλύτερα όσους έχουν επιτυχημένο ερευνητικό έργο διότι διαφορετικά θα λαμβάνουν μικρότερο ύψος χρηματοδότησης.
Ο δεύτερος πυλώνας αφορά την ποιότητα της διδασκαλίας και των προγραμμάτων σπουδών. Η αξιολόγηση σε αυτόν τον πυλώνα μπορεί να γίνεται με τρεις απλούς τρόπους. Ο πρώτος αφορά τη ζήτηση που έχουν τα πανεπιστήμια όπως αυτή διαφαίνεται από τη συμπλήρωση των μηχανογραφικών (σταθμισμένη με απλό τρόπο για την τοποθεσία του πανεπιστημίου ώστε να μην αδικούνται τα περιφερειακά πανεπιστήμια). Ο δεύτερος αφορά την απορρόφηση των φοιτητών στη αγορά εργασίας τα πρώτα δύο χρόνια μετά την αποφοίτηση.
Ο τρίτος αφορά την αξιολόγηση των κτιριακών υποδομών και την ασφάλεια, ώστε να φαίνεται το κατά πόσο γίνεται σωστή χρήση των κονδυλίων για υποδομές. Η σύνδεση των παραπάνω με τη χρηματοδότηση των ιδρυμάτων θα δώσει κίνητρο στα πανεπιστήμια να βελτιώσουν την ποιότητα των σπουδών τους, θα ενδυναμώσει το ρόλο των φοιτητών εκεί που πραγματικά είναι σημαντικός και θα συμβάλλει στη μείωση της ανεργίας των νέων.
Οι ιδέες αυτές είναι απολύτως σύμφωνες με τον τρόπο λειτουργίας των κορυφαίων πανεπιστημίων στον κόσμο και οδηγούν σε σοβαρή βελτίωση της κοινωνικής δικαιοσύνης και συνοχής και της οικονομικής ανάπτυξης.
* Ο Μάνθος Ντελής είναι καθηγητής Χρηματοικονομικής στο Montpellier Business School