Ποντάραμε στην επιστήμη

Η περίοδος της πανδημίας αποτελεί ένα μοναδικό, αποκεντρωμένο πείραμα σε ότι αφορά τις πολιτικές που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον ιό. Άλλες χώρες ακολούθησαν με συνέπεια μία πιο χαλαρή προσέγγιση ελπίζοντας ότι με αυτό τον τρόπο οι οικονομίες τους θα περιορίσουν τη ζημιά της πανδημίας.

Άλλες, από την αντίθετη πλευρά, επέβαλλαν σκληρά μέτρα, μεταξύ των οποίων και το lockdown, προκειμένου να πλατύνουν την καμπύλη και να εφοδιάσουν τα κατά τόπους συστήματα υγείας. Ο απολογισμός για το ποια προσέγγιση ήταν η ορθότερη - αν μία τέτοια αποτίμηση είναι εφικτή - θα γίνει μόλις ξεμπερδέψουμε με τον κορονοϊό. Όμως, ανεξάρτητα από το τελικό αποτέλεσμα, μπορούμε ήδη να κατηγοριοποιήσουμε τις προσεγγίσεις αυτές ανάλογα με το που τοποθέτησαν τα ρίσκα τους.

Οι χώρες που επέλεξαν μία πιο χαλαρή στάση σε ότι αφορά τα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας, δεν κατάφεραν να συγκρατήσουν την οικονομική πτώση. Ζούμε σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον που δεν μπορεί να απομονώσει τις οικονομίες μας από τις κρίσεις που συμβαίνουν σε άλλα μέρη του πλανήτη. Όπως είναι φυσιολογικό, η ανασφάλεια που κατέλαβε αρχικά την Κίνα, την Ευρώπη, τις ΗΠΑ και τις υπόλοιπες χώρες του πλανήτη, δεν πρόσφερε σε καμία χώρα τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της πανδημίας με εργαλείο την εθνική οικονομική πολιτική.

Σε κάποιες περιπτώσεις, όπως στη Σουηδία και σε κάποιο βαθμό στην Αγγλία, επικράτησαν ιδέες που είχαν ως στόχο την ελεγχόμενη εξάπλωση του ιού προκειμένου να επιτευχθεί η ανοσία αγέλης. Μέχρι στιγμής, αρκετές από τις χώρες που ακολούθησαν αυτή τη στρατηγική καταγράφουν μεγάλους αριθμούς θυμάτων και κρουσμάτων. 

Η λογική της ανοσίας αγέλης είναι ότι αν νοσήσει ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού, η δυνατότητα του ιού να μεταδίδεται μειώνεται δραματικά. Ασχέτως του αν αυτή η προσέγγιση ήταν η ορθή ή όχι στην περίπτωση του κορονοϊού, η απόφαση για την υιοθέτησή της ήταν πολιτική. Οι χώρες που επέλεξαν αυτή την προσέγγιση αποφάσισαν, εν γνώσει τους, να αυξήσουν τον αριθμό των κρουσμάτων προκειμένου να μειώσουν τον τελικό αριθμό των θυμάτων. 

Στη χώρα μας, αντίθετα, επιλέξαμε μία πολύ αυστηρή προσέγγιση με lockdown και στη συνέχεια με αυστηρά μέτρα που επιβλήθηκαν κατά τόπους ακόμα και όταν ανοίξαμε τη χώρα μας στους τουρίστες. Η Ελλάδα και η Σουηδία είναι δύο πολύ διαφορετικές χώρες που όμως έχουν αντίστοιχο αριθμό κατοίκων. Η χώρα μας έχει λιγότερους από 300 θανάτους από τον κορονοϊό ενώ η Σουηδία πάνω από 5.000. Φυσικά, όσο ο ιός βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη αυτές οι συγκρίσεις είναι αρκετά επικίνδυνες, καθώς κανένας μας δεν μπορεί να προβλέψει την εξέλιξη του ιού. Σε μερικούς μήνες η χώρα μας θα μπορούσε να αντιμετωπίσει μία ραγδαία αύξηση των θυμάτων και η Σουηδία να καταγράφει ελάχιστους θανάτους. 

Όμως, εδώ εισέρχεται στη συζήτηση η απρόβλεπτη παράμετρος που ακούει στο όνομα εμβόλιο. Σύμφωνα με τελευταία δημοσιεύματα και τις δηλώσεις πολιτικών ηγετών από όλο τον κόσμο, τα πρώτα εμβόλια κατά του κορονοϊού αναμένονται εντός του 2020. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ένα πολύ σοβαρό ενδεχόμενο δραματικής μείωσης των θανάτων που σχετίζονται με τον Covid-19 εντός των προσεχών μηνών. 

Αν κάτι τέτοιο συμβεί, θα υπάρξουν χώρες σαν τη δική μας που κατάφεραν να περιορίσουν τον αριθμό των θανάτων και άλλες που προκειμένου να αποκτήσουν ανοσία αγέλης υπέστησαν αρκετά σοβαρότερο πλήγμα. Φυσικά, αυτή η διάκριση μπορεί να γίνει μόνο εκ των υστέρων και εκ του ασφαλούς. Όμως, οι αριθμοί είναι αμείλικτοι σε τέτοιες περιπτώσεις. Αν η εξέλιξη του ιού παραμείνει σταθερή στη χώρα μας, θα μπορούμε να πούμε ότι η Ελλάδα πόνταρε στην ανθρώπινη δημιουργικότητα, την επιστήμη και το εμβόλιο και κέρδισε. Ένα τέτοιο ευτυχές σενάριο θα είναι ένα πραγματικά σπουδαίο μάθημα για το μέλλον.