Η πιο ιερή από τις ελευθερίες μας είναι η ελευθερία του λόγου και της έκφρασης. Η τεράστια σημασία της αναγνωρίζεται θεσμικά εδώ και αρκετούς αιώνες, από την πρώτη τροπολογία του Αμερικανικού Συντάγματος μέχρι και τα περισσότερα σύγχρονα συντάγματα των περισσότερων χωρών του πλανήτη που κατοχυρώνουν την ελευθερία των πολιτών να εκφράζουν ελεύθερα και να δημοσιεύουν τις σκέψεις τους. Η ελευθερία αυτή όμως τα τελευταία χρόνια γίνεται ολοένα και πιο επισφαλής και υπό αμφισβήτηση.
Στην ανεπτυγμένη Δύση, οι εχθροί της ελευθερίας του λόγου βρίσκονται και στις δύο πλευρές του πολιτικού διπόλου αριστεράς - δεξιάς. Οι συντηρητικοί θέλουν πάση θυσία να θωρακίσουν τις πατροπαράδοτες αξίες τους από την κριτική. Ακόμα και στον ελληνόφωνο κόσμο, την τελευταία δεκαετία είχαμε δύο χαρακτηριστικές τέτοιες περιπτώσεις, τον “Γέροντα Παστίτσιο” στην Ελλάδα και τον ζωγράφο Γιώργο Γαβριήλ στην Κύπρο που κατηγορήθηκαν για βλασφημία. Το επιχείρημα των συντηρητικών αντιπάλων της ελευθερίας του λόγου είναι απλό: Το ατομικό δικαίωμα στην ελεύθερη έκφραση δεν πρέπει να θίγει τα ιερά και τα όσια που ασπάζεται ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας.
Όμως, τον τελευταίο καιρό - κυρίως στις ΗΠΑ και τη δυτική Ευρώπη - αναδύεται ένας νέος αντίπαλος της ελευθερίας του λόγου, αυτή τη φορά από τα αριστερά. Ένας μεγάλος αριθμός βαθύτατα προοδευτικών φοιτητών, που συνήθως φέρουν υπερήφανα τον τίτλο των Μαχητών της Κοινωνικής Δικαιοσύνης (ΜΚΔ - Social Justice Warriors ή SJW) έχει αρχίσει να αμφισβητεί την ελευθερία του λόγου βάσει μίας ιδιαίτερα προβληματικής συλλογιστικής. Σύμφωνα με τους ΜΚΔ, η οποιαδήποτε έκθεση σε απόψεις που τους προκαλεί θυμό, στεναχώρια, άγχος, ή φόβο είναι καθαυτή μία πράξη βίας που δεν πρέπει να μένει αναπάντητη. Μάλιστα, από τη στιγμή που ο συγκεκριμένος λόγος θεωρείται βία, αρκετοί ΜΚΔ πιστεύουν ότι η άσκηση σωματικής βίας από πλευράς τους αποτελεί δικαιολογημένη πράξη αυτοάμυνας.
Η συγκεκριμένη προσέγγιση είναι από πολλές πλευρές πολύ πιο απολυταρχική και επικίνδυνη από την παραδοσιακή, γνώριμη αντίδραση των συντηρητικών απέναντι σε απόψεις που τους ενοχλούν. Στον πυρήνα της σκέψης των ΜΚΔ βρίσκεται η φαντασίωση ενός ατομικού δικαιώματος που προστατεύει τα μέλη της κοινωνίας από οτιδήποτε τα προσβάλλει ή τα θίγει. Η λογική αυτή, την οποία συνήθως επικαλούνται ως πρόφαση απολυταρχικά καθεστώτα για να επιβάλλουν λογοκρισία για τους δικούς τους σκοπούς, μου θυμίζει έντονα μία συζήτηση που είχα πριν λίγα χρόνια στο Ραμπάτ του Μαρόκου, όταν συζητούσα με έναν ντόπιο φιλελεύθερο ακτιβιστή τον βαθμό της ελευθερίας του λόγου στην υπέροχη αυτή χώρα: “Μπορούμε να λέμε ό,τι θέλουμε εφόσον δεν προσβάλλουμε τον Βασιλιά” μου είχε πει χαρακτηριστικά. Η κύρια διαφορά είναι ότι οι ΜΚΔ εφαρμόζουν το ίδιο κριτήριο σε μία τεράστια γκάμα μειονοτήτων - έθνους, φυλής, φύλου, πολιτικής κλπ. - που καθιστά την οποιαδήποτε ειλικρινή ανταλλαγή απόψεων σχεδόν αδύνατη.
Πέρα όμως από τη δεξιά και την αριστερά, υπάρχει και μία τρίτη ομάδα που υιοθετεί αυτή την εχθρική στάση έναντι της ελευθερίας του λόγου. Η τελευταία τρομοκρατική επίθεση που έλαβε χώρα στο Παρίσι, με τη στυγνή δολοφονία του καθηγητή Σαμουέλ Πατί από έναν φανατικό τζιχαντιστή, είχε ως κίνητρο την εκδίκηση για την “ασέβεια” του προς τον προφήτη Μωάμεθ (ο Πατί έδειξε στην τάξη σκίτσα που απεικόνιζαν τον Μωάμεθ, πράγμα που αντίκειται στα θρησκευτικά πιστεύω των μουσουλμάνων). Αν η σύνδεση δεν είναι ακόμα ξεκάθαρη, ίσως θα ήταν χρήσιμο να θυμηθούμε τι συνέβη μετά την αιματηρή τρομοκρατική επίθεση στην εφημερίδα Charlie Hebdo. Το ενδεκάλεπτο βίντεο με το οποίο η Αλ Κάιντα ανέλαβε την ευθύνη για τη σφαγή 12 και τον τραυματισμό 11 πολιτών έκανε μία ιδιαίτερα σημαντική αναφορά στα λόγια του Οσάμα Μπιν Λάντεν: “Αν δεν υπάρχει κανένας έλεγχος στην ελευθερία των λέξεών σας, τότε να ?ανοίξετε τις καρδιές σας? έναντι στην ελευθερία των πράξεών μας.”
Φυσικά, δεν ισχυρίζομαι ότι τα κακομαθημένα μέλη της γενιάς των Μιλένιαλς της αναπτυγμένης Δύσης και της σύγχρονης αριστεράς είναι εν δυνάμει τρομοκράτες, ούτε ότι αποτελούν αντίστοιχο κίνδυνο με αυτόν της ισλαμιστικής τρομοκρατίας. Αυτό που έχει όμως ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι ότι σε κάποιο βαθμό η συλλογιστική της εναντίωσής τους στην ελευθερία του λόγου ακολουθεί παράλληλες διαδρομές και βασίζεται στην κοινή υπόθεση ότι ο προκλητικός λόγος είναι μορφή βίας και πρέπει με κάποιο τρόπο να εμποδίζεται και να απαντιέται.
Ενώπιον αυτών των απειλών, σκοπός των φιλελευθέρων είναι να υπενθυμίζουμε ότι την ελευθερία του λόγου δεν την έχουμε για να συζητάμε τον καιρό αλλά αντίθετα, για να μπορούμε να εκφράζουμε χωρίς να απειλούμαστε από κανέναν και τίποτα απόψεις μειοψηφικές ή και ατομικές που μπορεί και να θίγουν τα συναισθήματα ορισμένων συμπολιτών μας.