Του Αλέξανδρου Σκούρα
Τις τελευταίες μέρες το ΚΕΦίΜ έχει την τιμητική του καθώς φιλοξένησε την περασμένη Παρασκευή τον αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας και έγινε σημείο αναφοράς σε δύο διαδοχικές ομιλίες του πρωθυπουργού. Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα, θα μου ήταν αδύνατον να μην αφιερώσω τη σημερινή στήλη στις συγκεκριμένες αναφορές με την ιδιότητα του προέδρου του ΚΕΦίΜ.
Η αμηχανία που προκαλεί η ύπαρξη μίας ανεξάρτητης, μη-κομματικής δεξαμενής σκέψης σε μία πολιτική τάξη που δεν είναι συνηθισμένη σε τέτοια πράγματα είναι αναμενόμενη και κατανοητή. Ιστορικά, οι δεξαμενές σκέψης στη χώρα μας ήταν συνήθως συνδεδεμένες με κάποιο κόμμα ή κάποια πολιτική φατρία. Το ΚΕΦίΜ, από το 2015 μέχρι και σήμερα, δεσμεύεται μόνο από τον διακηρυγμένο σκοπό του και το επιχειρησιακό πλάνο που εγκρίνει το ΔΣ του. Μία επίπονη και επίμονη πρόκληση μίας τέτοιας προσπάθειας είναι το να υπάρχει πολιτικός αντίκτυπος χωρίς να υπάρχει κομματική ταύτιση. Η καθημερινή προσπάθεια που γίνεται στο ΚΕΦίΜ προς αυτή την κατεύθυνση μας επιτρέπει εντός της ίδιας εβδομάδας να δημοσιεύουμε την έρευνα για την ημέρα φορολογικής ελευθερίας και δελτίο τύπου που να πανηγυρίζει την αθώωση της Ηριάννας. Ως ένας από τους φορείς του φιλελευθερισμού στην Ελλάδα, το ΚΕΦίΜ ασπάζεται ολόκληρη την ατζέντα της ελευθερίας: ελεύθερη αγορά, ατομικά δικαιώματα και ισχυρό κράτος δικαίου. Έτσι, με την ίδια άνεση που στηρίξαμε νομικά την Σώτη Τριανταφύλλου προκειμένου να εκφράσουμε την αντίθεσή μας με τις απρόβλεπτες και αρνητικές συνέπειες του αντιρατσιστικού νόμου που ψήφισε η κυβέρνηση Σαμαρά, μπορούμε και να καταγγέλλουμε την υπερφορολόγηση της σημερινής κυβέρνησης.
Ο κ. Τσίπρας, όταν αναφέρθηκε στο ΚΕΦίΜ, μίλησε για “λέσχη ακραίων νεοφιλελεύθερων”. Είναι αντιληπτός ο τρόπος που σκέφτεται, ειδικά από τη στιγμή που βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο. Όπως άλλωστε έχω επισημάνει σε παλαιότερο άρθρο της στήλης, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επιλέξει την αναγωγή του νεοφιλελευθερισμού σε κυρίαρχο σημείο πολιτικής αντιπαράθεσης με τη Νέα Δημοκρατία. Εμείς στο ΚΕΦίΜ, ως φιλελεύθεροι, δεν θιγόμαστε από την κατηγορία του νεοφιλελευθερισμού. Αντίθετα, θεωρούμε ότι στερείται περιεχομένου και εγκυρότητας. Αυτό όμως που μας προβληματίζει είναι ότι η χρήση του όρου καταστρέφει τον εποικοδομητικό διάλογο με ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας μας, δηλαδή την αριστερά.
Επειδή όμως, ως δεξαμενή σκέψης, μας ενδιαφέρει ο υγιής διάλογος, θα αναφέρω ενδεικτικά τις προβλεπόμενες επιπτώσεις των “νεοφιλελεύθερων” προτάσεων του ΚΕΦίΜ που υπογράφουν διακεκριμένοι επιστήμονες και ειδικοί:
Οι μεταρρυθμίσεις που προτείνει ο καθ. Αριστείδης Χατζής για το θεσμικό μας πλαίσιο θα αύξαναν το ΑΕΠ της χώρας κατά 0,5% μέχρι το 2021 και θα βελτίωναν την επίδοση της χώρας μας στο δείκτη της Παγκόσμιας Τράπεζας Doing Business κατά 9 μονάδες μέχρι το 2025. Οι προτάσεις του Κώστα Δημόπουλου για την παιδεία θα βελτίωναν τις ακαδημαϊκές επιδόσεις των μαθητών μας κατά 20-25 θέσεις στον δείκτη της PISA και θα αύξαναν το ΑΕΠ της χώρας μας κατά 1,2 δις ευρώ μεσομακροπρόθεσμα. Οι προτάσεις του Παναγιώτη Καρκατασούλη για τη δημόσια διοίκηση θα μετέφεραν 900 αρμοδιότητες στους ΟΤΑ και τις Περιφέρειες, προάγωντας την ουσιαστική αποκέντρωση του κρατικού μηχανισμού και θα μείωναν τα διοικητικά βάρη κατά 40% σε τρία χρόνια.
Κανείς δεν ισχυρίζεται ότι οι προτάσεις αυτές δεν έχουν ιδεολογικό πρόσημο. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός, προς τιμήν του, είπε ότι το ΚΕΦίΜ έχει το θάρρος της γνώμης του και αποτελεί ιδεολογικό του αντίπαλο. Εμείς, ως δεξαμενή σκέψης, αποφασίσαμε ότι ο τρόπος που πρέπει να απαντήσουμε στους ιδεολογικούς μας αντιπάλους είναι μέσω της επιστήμης, των μετρήσιμων, κοστολογημένων προτάσεων που μπορούν να βγάλουν τη χώρα μας από το τέλμα στο οποίο βρίσκεται. Θα χαρούμε πολύ αν μας ανταποδώσουν την πράξη αυτή.